Ολωσδιόλου ο Σεπτέμβρης ήταν ο αγαπημένος μου μήνας από παιδί. Είχα συνδυάσει την έλευσή του με κάτι καινούριο. Θεωρούσα ότι ήταν η αρχή νέων εξελίξεων.
Με το άνοιγμα των σχολείων περίμενα με αγωνία τους νέους δασκάλους και κυρίως μην έχει φύγει η κυρία Λέλα. Ήταν η αγαπημένη μου δασκάλα και ας μην είχε την τάξη μας. Μέχρι που ένας Σεπτέμβρης, θαρρώ πως ήταν το 1968 που δεν την ξαναείδα. Είχε συνταξιοδοτηθεί.
Ήρθαν, όμως, νέοι συμμαθητές και ελάφρυνε λίγο τον πόνο μου. Επίσης, περίμενα τη νέα ποδοσφαιρική στολή της Αναγέννησης. Τα πρωτοβρόχια, την σοδειά των εσπεριδοειδών και άλλες δραστηριότητες.
Το γεγονός, ωστόσο, που με ανυπομονησία περίμενα ήταν το παζάρι του Μχούστ. Γίνονταν τότε στο κέντρο της πόλης. Άρχιζε απ’ του Μπαϊκούση και τελείωνε κοντά στον Άγιο Γεώργιο που συνεχώς επεκτείνονταν. Παράγκες, όπως λέγονταν τότε, ήταν τα αυτοσχέδια εκθετήρια των εμπόρων. Τις ονόμαζαν έτσι γιατί θεωρούνταν πρόχειρες κατασκευές. Κυρίως ξύ- λα, νάιλον, τριχιές και ενίοτε κάποιες λάμπες λουξ. Παρά την πρόχειρη κατασκευή άντεχαν ακόμα και στις αντίξοες καιρικές συνθήκες που ήταν ο παράγων της εμπορευσιμότητας, της αγοραστικής δύναμης, αν ο καιρός ήταν καλός.
Το ξεφάντωμα στα λούνα – πάρκ, μας έμεινε αξέχαστο. Έδρα Τρίκαλα, Φάρσαλα, Κοζάνη, Καστοριά, Ιωάννινα, έγραφαν τα αυτοκίνητα των εμπόρων – εκθετών που ήταν σταθμευμένα κοντά στις παράγκες για να μετατρέπουν την μηχανική κίνηση του κινητήρα σε ηλεκτρική ενέργεια για τον φωτισμό, αλλά χρησιμοποιούνταν και ως καταλύματα των πραματευτάδων.
Για την ακριβή προέλευση του ονόματος «Μουχούστι» (ή Μχούστ στο τοπικό ιδίωμα) υπάρχουν δύο εκδοχές. Η πρώτη είναι εκείνη που υποστηρίζει ότι η λέξη είναι αρβανίτικης προέλευσης και σημαίνει εμποροπανήγυρη. Ενώ σύμφωνα με την δεύτερη προέρχεται από την Αραβική λέξη Medhuseua, που σημαίνει ζωοπάζαρο. Σήμερα ο όρος «Μουχούστι» διατηρείται ακόμα στην περιοχή μας και έχει ταυτιστεί με την Πανελλήνια Γενική Έκθεση Άρτας.
Όπως περιγράφεται στο ιστορικό Δοκίμιο «Περί Άρτης και Πρεβέζης» από τον Μητροπολίτη Άρτης Σεραφείμ Ξενόπουλο, το 1884 η μια από τις 11 ενορίες και 10 συνοικίες ήταν και το Μουχούστι. Το Μουχούστι βρίσκονταν στα νοτιοδυτικά της πόλης, μεταξύ της σημερινής πλατείας Σκουφά και του πρώην νοσοκομείου, δίπλα από τη συνοικία Αλμπαναριά και σε μικρή απόσταση από την αρχή της αγοράς, το Ρωμιοπάζαρο.
Η συνοικία εικάζεται ότι πήρε το όνομά της από την Μονή Μουχουστίου Πλάκας στους Ραφταναίους, όπου κάθε χρόνο στις αρχές του Σεπτέμβρη γινόταν ζωοπανήγυρη. Η Μονή της Πλάκας συνδέθηκε με τη συνοικία της Άρτας μέσω κάποιων κτημάτων που είχε στην ιδιοκτησία της και βρίσκονταν στην συγκεκριμένη περιοχή. Σημείο αναφοράς για την συνοικία ήταν ο βυζαντινός ναός της Παρηγορήτισσας που δέσποζε στην περιοχή κοντά στο Παζάρι.
Η συνοικία ήταν, επίσης, γνωστή για τους τέσσερις νερόμυλους, οι οποίοι κατασκευάστηκαν στις αρχές του 18ου αιώνα για να εξυπηρετήσουν τους κατοίκους, ενώ υπήρχε και ένα αυλάκι που μετέφερε το νερό του ποταμού για την άρδευση των κήπων και των περιβολιών. Σε μικρή απόσταση από τους νερόμυλους, κοντά στη σημερινή πλατεία Κιλκίς, υπήρχε ο τεκές των Μπεκτασήδων, το μουσουλμανικό νεκροταφείο, ένα από τα έξι τζαμιά της Άρτας και ο οικισμός των γύφτικων.
Σύμφωνα πάντα με τον Σεραφείμ Ξενόπουλο, ο επόπτης των διοδίων και πασάς του Βερατίου (πιθανόν το σημερινό Μπεράτι Αλβανίας) Κουρτ πασάς, κατασκεύασε μεγαλοπρεπή παλάτια στη συνοικία Μουχούστι, μέρος των οποίων κατεδάφισε ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων για να κατασκευάσει το δικό του σεράι.
Η συνοικία υπήρξε θέατρο μαχών κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Άρτας. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης στα Ραδοβύζια, το 1854, η συνοικία υπήρξε και πάλι πεδίο μαχών ανάμεσα στις Ελληνικές δυνάμεις και τους Τούρκους.
Οι εμποροπανηγύρεις έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα και κατά την μεσαιωνική περίοδο έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του εσωτερικού εμπορίου. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, οι σημαντικότερες εμποροπανηγύρεις στην περιοχή της Ηπείρου ήταν εκείνες των Ιωαννίνων, της Άρτας, της Κόνιτσας και ο Λάμποβος της Παραμυθιάς.
Η Άρτα ήταν μια ακμάζουσα οικονομικά πόλη και αποτελούσε χώρο προνομιακό για το εμπόριο, ενώ η γεωγραφική της θέση και η μικρή απόσταση από το σημαντικό λιμάνι της Σαλαώρας, την καθιστούσε κομβικό σημείο για τον έλεγχο της διακίνησης των προϊόντων.
Η πόλη βρίσκονταν στο κέντρο μιας εύφορης πεδιάδας όπου οι κάτοικοι καλλιεργούσαν καπ- νό, σιτάρι, καλαμπόκι, κριθάρι, βρόμη, φασόλια, ρύζι και έκαναν εξαγωγές δερμάτων από βουβάλια, μάλλινων υφασμάτων και αυγοτάραχου, ενώ υπήρχαν και άφθονα βοσκοτόπια για άλογα και βοοειδή, γεγονός που μαρτυρεί την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.
* Ο Νικόλαος Καραδήμας είναι συγγραφέας με καταγωγή από την Άρτα