Πού να σηκώνομαι εγώ τώρα από το βόλεμα της καρεκλίτσας μου! Ούτε γνωρίζω να χορεύω και καλά… Μπορεί να με πούνε και γραφικό, ίσως και κάτι πιο άσεμνο… Κάποιοι ακόμα θα γελάσουν μαζί μου, μια και έχω βαρύνει πολύ. Άσε που μπορεί να με κυκλοφορήσουν και στο διαδίκτυο! Ο χορός είναι για τις λυγερές και τους καλοβαλμένους. Είναι γι’ αυτούς που θέλουν να δείξουν τα κάλλη τους μέσα από μια τελετουργία ως θυσία στο Θεό της μουσικής!
Δεν μπορούμε να αφεθούμε στα καλέσματα των ευχάριστων στιγμών, στης κίνησης την ανάγκη, στης μουσικής το ρυθμό. Καθηλωμένοι και μοιραίοι, δεν διαθέτουμε ούτε λίγα λεπτά για να χορέψουν οι αισθήσεις, τα βλέμματα και τα σώματα. Στερούμε τόσα θέλω από το σώμα μας· την ομορφιά, το πέταγμα, εκείνη τη γλώσσα που πολλά άλλα θέλει να πει. Μια μορφή επικοινωνίας και επαφής έχει ατονήσει, αν δεν έχει τελείως χαθεί. Είναι σαν να φοβόμαστε τους άλλους ανθρώπους, το χέρι τους, ή σαν να μην έχουμε καθόλου συναισθήματα. Η καρδιά μας δεν φτερουγίζει, δεν συγκινείται και δεν το έχει ανάγκη; Ξεχάσαμε ότι διασκέδαση και γλέντι χωρίς χορό δεν γίνεται! Αυτός είναι που μιλάει κατευθείαν στην ψυχή.
Ωστόσο, κατανοούμε απόλυτα και την τρέχουσα φεμινιστική «βιομηχανία» με τις παρενοχλήσεις και τα σχετικά. Πόσο κρίμα! Κρυμμένοι πίσω από οθόνες και μοναξιές, αδιαφορούμε για τους ήχους και τις φωνές που μας καλούν. Ο ψηφιακός κόσμος μάς κύκλωσε σαν βαριά σκιά και μας εγκλώβισε στο μοναχικό μας εγώ. Είναι τρελό να φωσφορίζουν ασταμάτητα στο χοροστάσι οι οθόνες των κινητών.
Ο παραδοσιακός χορός μάς δίνει υπερηφάνεια και ταυτίζεται απόλυτα με τη φυλή μας. Το πιάσιμο στον κύκλο είναι σύμβολο ενότητας και αλληλεγγύης. Είναι λύτρωση, είναι καθαρτικό, είναι κοινωνικό στοιχείο. Είναι ένα ασφαλές καταφύγιο, όπου μπορούμε να έχουμε μια εμπειρία έκφρασης και μια ιερή ατομική πράξη. Η ψυχή γράφει στο χώμα, και τα τρία – τέσσερα λεπτά που κρατά το τραγούδι είναι ένα αιώνιο ταξίδι.
Χορεύουμε στα καλά μας, χορεύουμε μεθυσμένοι από αλκοόλ, από χαρά, από λύπη, από καημό από έρωτα, χωρίς να είναι απαραίτητο να προβάλουμε τις δεξιότητές μας. Κανείς δεν μας υποχρεώνει να χορέψουμε Πυρρίχιο χορό, να μοιάσουμε στον Ρούντολφ Νουρέγιεφ, να κάνουμε χορογραφίες! Ίσως κάποιοι να γεννήθηκαν χορευτές από… κούνια. Με γεια τους και χαρά τους. Αυτοί αξίζουν τον απέραντο θαυμασμό μας, όπως και κάποια όμορφα κορίτσια, σαν τις μανάδες μας με το χέρι στη μέση και με ταπεινότητα, κόντρα στον κατακλυσμό των νεοδημοτικών και του χοροπηδήματος.
Κοντεύουμε να διαγράψουμε ως λαός έναν ολόκληρο πολιτισμό. Οι παραδοσιακοί χοροί δεν είναι και δεν ήταν ποτέ μουσειακό είδος. Είναι ζωντανοί και διαχρονικά θησαυρίσματα του λαού μας. Κι επειδή όλα ξεριζώνονται σήμερα, οι δομές της κοινωνίας μας αλλάζουν δραματικά, η μουσική μας και ο χορός πρέπει να αντέξουν και να μην γίνουν εμπόρευμα.
Να μπούμε στους κύκλους, στους αντικριστούς, τους ζευγαρωτούς ή τους ατομικούς χορούς. Να μπούμε σε ένα ανώτερο τρόπο έκφρασης με τη γλώσσα του χορού. Να αφήσουμε τον εαυτό μας ελεύθερο να εκφραστεί μέσα από χορευτικές κινήσεις, ακόμα κι αν δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια τα βήματα. Να χορέψουμε, να επικοινωνήσουμε, να αγκαλιαστούμε, να προχωρήσουμε μαζί. Να γίνουμε ανάλαφροι και να δραπετεύσουμε από τη γη. Να ζωντανέψουμε τις παραδόσεις μας και να τις τιμήσουμε. Κανείς δεν μπορεί να κρίνει έναν χορευτή πως χορεύει, όπως δεν μπορεί να κρίνει έναν άνθρωπο πως προσεύχεται. Τα καλοκαιρινά πανηγύρια, οι πρωτοχρονιάτικοι χοροί και όποιες άλλες ευκαιρίες γλεντιού μάς καλούν.
Και χωρίς καν να μας το ζητήσουν, με μόνο τρεις λέξεις ας αφήσουμε να εκφραστεί ελεύθερα όλος ο εσωτερικός μας κόσμος: πάμε να χορέψουμε; Να χορέψουμε για τις νίκες που δεν γιορτάσαμε, για τους ακριβούς φίλους που τόσα μας χαρίζουν και για τις ήττες που ποτέ δεν υπογράψαμε. Τολμήστε. Μπορεί να αισθανθείτε και προσωρινά αθάνατοι!
«Φεύγουν τα νιάτα κι η δροσιά/ φεύγουν τα νιάτα μας και χάνονται/ και μαζί μας φεύγει η ξενοιασιά/ θέλει τραγούδι και χορό/ φεύγουν να νιάτα μας και χάνονται/ δεν μας περιμένει ο καιρός» Αλέκος Σακελλάριος.