Του Αντώνη Κολιάτσου
Για τον προ 20-ημέρου περίπου εκδημήσαντα εις Κύριον, τέως πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, πολλά γράφτηκαν και άλλα τόσα ειπώθηκαν.
Εμείς δεν προτιθέμεθα να προσθέσουμε κάτι στις όποιες εκφρασθείσες κριτικές – άλλες θετικές, άλλες αρνητικές, άλλες αιδημόνως ουδέτερες – για το έργο και τις ημέρες του εκλι- πόντος. Και αυτό γιατί πιστεύουμε ότι η προσωπικότητα του ανδρός, με τόσο έντονο το αφημένο προσωπικό του «επιδραστικό αποτύπωμα», δεν μπορεί να οδηγήσει σε αντικειμενική και δίκαιη κρίση εν όσω είναι ακόμη νωπή η απώλειά του.
Βλέπετε η απόσταση του κρίνοντος, από τον κρινόμενο και την εποχή δράσης, πρέπει να είναι αρκούντως μεγαλύτερη, γιατί διαφορετικά η κρίση «ού δικαία εστί». Και τούτο γιατί οι διαφορετικές ιδεολογικόπολιτικόκομματικές πεποιθήσεις τους, τα έντονα κομματικά πάθη, η υπηρετούμενη πολιτική σκοπιμότητα και συνακόλουθα τα «ντοπαρισμένα» ανθρώπινα συναισθήματα θετικά ή αρνητικά, είναι φυσικό να φαλκιδεύουν την καθαρότητα της κριτικής σκέψης, το δε έλλειμμα, ακόμη και στοιχειώδους ενημέρωσης, σε συνδυασμό με τις συνθήκες υπό τις οποίες έδρασε, ο κρινόμενος, είναι αναμενόμενο να οδηγήσουν σε εσφαλμένες κρίσεις.
Από το άλλο μέρος, εκτός του «απαγορευτικού» που κατά μία εκδοχή μηνυματοδοτούν οι πιο πάνω γραμμές, είναι πεποίθηση τούτης της γραφίδας, ότι θα αποτελούσε υπέρβαση του μέτρου, εάν επιχειρούσε να προσθέσει κάτι ακόμα στα όσα άλλοι, περισσότερο ειδήμονες, χρησιμοποιώντας τα ήδη φιλοτέχνησαν το ιστοριογραφικό πορτρέτο του εκλιπόντος τέως πρωθυπουργού.
Εν τούτοις η ιδιαίτερη τιμή που κατά μία έννοια επεφύλαξε ο αείμνηστος Κ.Σ. (Κώστας Σημίτης) στον γράφοντα, όταν, επί σειρά ετών που εξέδιδε την 15-ήμερη τοπική εφημερίδα με την επωνυμία «Ελεύθερο Βήμα», αποδεδειγμένα ήταν φανατικός αναγνώστης της, ίσως δικαιολογεί την εξαίρεση της δημοσίευσης του παρόντος σημειώματος. Άλλωστε η προσδοκία του γράφοντος για την κατανόηση που θα έδειχναν οι αναγνώστες του, ήταν το βασικό κίνητρο συγγραφής και δημοσιοποίησής του.
Πάντως για όσους δεν το γνωρίζουν, ο αείμνηστος Κώστας Σημίτης ήταν Αρτινός γαμπρός. Και αυτό απετέλεσε ένα λόγο που ως υπουργός Γεωργίας (1981-1985), αλλά και κορυφαίο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ κατά την παντοδυναμία του, εκτός των άλλων, τον ενδιέφεραν και τα τότε συμβαίνοντα στον αγροτικό γενέθλιο τόπο της συζύγου του κ. Δάφνης Σημίτη. Η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, ήταν κόρη της Μαρίας Αρκαδίου, αδελφής του αείμνηστου Πέτρου Γαρουφαλιά [σσ, επί σειρά ετών βου- λευτής Άρτας, κατ’ επανάληψη υπουργός κυβερνήσεων του «Κέντρου» και Υπουργός Αμύνης (1964-1965) με τεράστια προσφορά στην αμυντική θωράκιση της Κύπρου].
Ωστόσο, ο γράφων, ένεκα των στενών δεσμών πολιτικής φιλίας με τους αδελφούς Πέτρο και Δημήτριο Γαρουφαλιά, η οποία στην πορεία της εξελίχθηκε και σε κοινωνική (σσ η αείμνηστη Κική Λαμπρινοπούλου – Γαρουφαλιά την τελευταία στιγμή υποκαθιστώντας τον αδελφό της Πέτρο, ήταν αυτή που αντάλλαξε τα στέφανα στον γάμο του γράφοντος με την τότε μνηστή του Σεβαστή, ενώ ο έτερος αδελφός Δ. Γαρουφαλιάς μετά της συζύγου του Μαρίκας, ήταν οι ανάδοχοι στη βάπτιση της κόρης, της πολυαγαπημένης μας Τζένης), ήταν φυσικό να αναπτύξει σχέσεις με την τότε πεθερά του αείμνηστου τ. πρωθυπουργού Μαρία Αρκαδίου – Γαρουφαλιά μια παλαιών αρχών Αρτινή «Δέσποινα» με αξιοσημείωτο ποιητικό τάλαντο, αλ-λά και μεγάλο ενδιαφέρον για την Αρτινή πατ- ρίδα.
Ο γράφων απέστελλε ανελλιπώς την εφημερίδα του στην αείμνηστη «Μ.Α.Γ.», η οποία, όπως κατ’ επανάληψη τον ενημέρωσε, ο αείμνηστος τέως πρωθυπουργός ήταν «Fan» του αρτινού 15-ήμερου εντύπου «Ελεύθερο Βήμα» (ΕΒ). Στις πολλές επαφές μαζί της, πάντα μου έλεγε: «…Αντώνη, δεν διαβάζω μόνο εγώ τη σπουδαία εφημερίδα σου και έτσι μαθαίνουμε τα όσα συμβαίνουν στην Άρτα, αλλά φανατικός αναγνώστης είναι και ο Κώστας που την βρίσκει πολύ ενδιαφέρουσα και ιδιαίτερα την αρθρογραφία σου…».
Η παρέμβαση του «ΕΒ» στην ομιλία Κ. Σημίτη στο εδώ Εργατικό Κέντρο
Ωστόσο, τον Μάιο του 1992, ο Κ. Σημίτης, που ως βουλευτής του ΠΑΣΟΚ ήρθε στην Άρτα, ύστερα από πρόσκληση της εδώ κομματικής οργάνωσης, είχε μια ενδιαφέρουσα πολιτική «αντιπαράθεση» με τον γράφοντα.
Ήταν Κυριακή 22 Μαΐου στο Εργατικό Κέντρο, όπου ο γράφων, ως εκπρόσωπος του «Ε.Β», στο τέλος της εκεί γενόμενης ομιλίας του, παρεμβαίνοντας έθεσε την πιο κάτω ερώτηση – τοποθέτηση.
Κύριε Υπουργέ! Άκουσα με πολύ προσοχή την ομιλία σας και σημείωσα την κριτική σας πάνω στην οικονομική πολιτική της ΝΔ. Είμαι έτοιμος να δεχθώ ότι σε πολλά σημεία η πολιτική αυτή δεν είναι η καλύτερη και επομένως, εκεί, μπο- ρώ να πω, ότι συμφωνώ μαζί σας. Έρχομαι, όμως, να προσθέσω ότι στις κριτικές επισημάνσεις σας για την πολιτική της ΝΔ, θα μπορούσε κανείς να αντιπαραθέσει άλλες που αφορούν την οκτάχρονη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, οι οποίες πραγματικά είναι ιδιαίτερα δυσάρεστες για το Κίνημα. Μήπως, όμως, έτσι αναλισκόμεθα σε αντιπαραθέσεις, οι οποίες, μάλλον επενεργούν καταλυτικά εις βάρος της αξιοπιστίας του πολιτικού λόγου; Γιατί σήμερα, κ. Υπουργέ, όλο και περισσότερο εδραιώνεται η αντίληψη ότι οι πολιτικοί και ο πολι- τικός λόγος που αρθρώνουν εμφανίζονται αναξιόπιστοι. Το ζητούμενο, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι να πείτε εσείς τι έκανε η ΝΔ στα δύο χρόνια που κυβερνά τη χώρα, ή εγώ να σας πω τι έκανε το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση πχ στην τετραετία 1981-1985.
Αλλά τι μπορούμε να κάνουμε για να φέρουμε τον πολίτη πιο κοντά στην πολιτική και τους πολιτικούς, από τους οποίους όλο και περισσότερο φαίνεται να απομακρύνεται. Γιατί πραγματικά με όσα καλά και ωραία κι αν του λέμε, δυστυχώς δεν τον πείθουμε. Με αυτή την έννοια τι θα λέγατε, κ. Υπουργέ, αν εγώ σας παρέθετα τα εξής στοιχεία όπως δημοσιεύθηκαν στον «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» στις 2/6/1985 με την ευκαιρία της αποτίμησης της α’ τετραετίας του ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνησης; Έτσι: α) Το ΠΑΣΟΚ το 1981 παρέλαβε εξωτερικό χρέος ύψους 16,1 δις δολάρια και το έφθασε 23,5 δις δολάρια το τέλος του 1984. β) Οι άνεργοι αριθμούσαν 148.000 το 1981 και έφθασαν 315.000 το 1984. γ) Ο πληθωρισμός ήταν 2,4 φορές μεγαλύτερος από τον μέσο όρο εκείνου των χωρών του ΟΟΣΑ το 1981 και έγινε 3,7 φορές στο τέλος του 1984. δ) Το μεροκάματο από 825 δρχ. την 1/1/1982 ήταν 1.422 δρχ. στις 30/4/1985 (αύξηση 72,3%), ενώ ο βασικός μισθός για την ίδια περίοδο από 18.580 δρχ. έφθασε στις 31.932 (αύξηση 71,8%), τη στιγμή που από τα τότε κυβερνητικά στοιχεία το κόστος ζωής για τριμελή οικογένεια αυξήθηκε κατά 76,2%. ε) Με βάση τον επίσημο τιμάριθμο και εξαιτίας της ετεροχρονισμένης ΑΤΑ ο εργάτης το 1982 έχασε 14.000 δρχ. το 1983, 32.000 δρχ., το 1984 21.000 δρχ. στ) Το κόστος της γεωργικής παραγωγής αυξάνονταν κάθε χρόνο κατά 25% περίπου, όταν τα φυτοφάρμακα είχαν αυξηθεί κατά 150 έως 200%, οι σπόροι κατά 200% έως 400%, οι ζωοτροφές κατά 100% και άλλα. ζ) Αλλά και οι παλινωδίες, κυρίως στην οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ υπήρξαν κραυγαλέες. Να σας θυμίσω, κ. Υπουργέ, μια της οποίας και εσείς υπήρξατε θύμα. Ήταν τότε, στην διετία 1985 – 1986, που το σταθεροποιητικό πρόγραμμα το οποίο εσείς σχεδιάσατε και εκτελέσατε – και ήταν όντως προς τη σωστή κατεύθυνση – αιφνιδίως εγκαταλείφθηκε, εσείς υποχρεωθήκατε σε παραίτηση, για να δούμε τότε όλοι Έλληνες και ξένοι την περιοριστική πολιτική στην οικονομία να την διαδέχεται η πολιτική των παροχών όπως την εξέφραζε το περίφημο «Τσοβόλα δώστα όλα».
Κύριε Υπουργέ, θα μπορούσε να συνεχίσει κανείς αντιπαραθέτοντας ανάλογα στοιχεία. Εγώ δεν το κάνω. Κι αν αναγκάστηκα να πω τα πιο πάνω το έκανα για να δείξω ότι σήμερα ίσως να μην έχει θέση ο λόγος και αντίλογος, αλλά ο ειλικρινής διάλογος. Το ερώτημά μου ύστερα από όλα αυτά είναι: Μήπως η στείρα κριτική και αντι-κριτική του παρελθόντος ζημιώνει την προσπάθεια του διαλόγου και της αρθρώσεως ενός αξιόπιστου πολιτικού λόγου; Μήπως οι αντιπαραθέσεις επιτείνουν την απομάκρυνση του κόσμου από την πολιτική και τους πολιτικούς; Τί έχετε να πείτε για όλα αυτά;
Απαντώντας συνολικά στις τεθείσες ερωτήσεις – τοποθετήσεις και από άλλους παριστάμενους, ο κ. Σημίτης, αναφέρθηκε δι’ ολίγον στην πιο πάνω ερώτηση – τοποθέτηση, τονίζοντας, μεταξύ των άλλων, ότι «ο κ. Κολιάτσος παρέθεσε μερικά στοιχεία, άλλος θα μπορούσε να επικαλεσθεί κάποια άλλα. Εγώ, όμως, θα έλεγα ότι την οικονομική πολιτική μιας κυβερνήσεως θα πρέπει κανείς να την αποτιμήσει συνολικά και όχι αποσπασματικά» (σσ ο κ. Σημίτης βέβαια την οικονομική πολιτική της διετούς διακυβερνήσεως της χώρας από τη ΝΔ επέκρινε, χωρίς να περιμένει τουλάχιστον να παρέλθει η τετραετία). Αναφερόμενος ακό- μα στην κρίση αξιοπιστίας του πολιτικού λόγου, παραδέχθηκε ότι αυτή υπάρχει και σημείωσε την ανάγκη να αναστραφεί το παρατηρούμενο κλίμα εχθρότητας και αδιαφορίας του κόσμου για την πολιτική και τους πολιτικούς (σσ στο ίδιο πνεύμα ήταν και η ερώτηση του κ. Μιχ. Νικολάου, ο οποίος επεσήμανε την δυσάρεστη διαπίστωση ότι κυρίως οι νέοι αδιαφορούν αν όχι εχθρεύονται την πολιτική).
Κλείνοντας το παρόν σημείωμα, θα ήταν παράλειψή μας εάν δεν αναφέραμε ότι επί Κ. Σημίτη η Άρτα είχε την τύχη να ενισχυθεί με κονδύλια που διετέθησαν τόσο για την ολοκλήρωση της αποχέτευσης όσο και για την κατασκευή έργων υποδομής και, μεταξύ των άλλων, τη συντήρηση της απέναντι από το «Γαρουφαλέϊκο» εμβληματικής «Παρηγορήτριας».
Τέλος, επισημαίνουμε ότι καταλυτικός ήταν ο ρόλος της πρωθυπουργικής συζύγου κ. Δάφνης, η οποία, με κάθε ευκαιρία επεδείκνυε, και μάλιστα εν τοις πράγμασι, το ενδιαφέρον της για την γενέθλια πόλη.
e-mail: akoliatsos@gmail.com