Αρτα 3 Σεπτεμβρίου 1924 στο καφενείο του Γκούβελου. Η ώρα είναι 11 το βράδυ.
Στο καφενείο πέρα από τον Γκούβελο βρίσκεται κάποιος κτηματίας Μανακανάτας, ο σοφέρ Γιωβάνος και κάποιος πρώην ληστής που μόλις είχε αποφυλακιστεί – αμνηστευτεί με το όνομα Ευάγγελος Ντόλας. Αστυνομική υπηρεσία εκείνο το βράδυ είχε κάποιος Τζαδήμας, ο οποίος διέδιδε στο παρελθόν, σύμφωνα με αυτά που έγραψε ο Ντόλας, πως θα φέρει το κεφάλι του Ντόλα στην Άρτα.
Συνηθίζονταν εκείνο τον καιρό να κόβουν τα κεφάλια των ληστών. Αυτό σημαίνει πως ο Ντόλας ήταν στο παρελθόν ληστής. Ο Τζαδήμας μόλις είδε τον Ντόλα, χωρίς καλά – καλά να γνωρίζει τι έχει γίνει (μπορεί και να μην γνώριζε πως ο Ντόλας είχε λά- βει αμνηστία), πήγε στο τμήμα και έφερε καμιά 20αριά χωροφυλάκους με το πρόσχημα να κάνουν σωματική έρευνα. Ίσως να πίστευε πως η αμνηστία ήταν εικονική.
Γενικά η επιχείρηση ήταν εναντίον του Ντόλα. Όταν ήρθε η Αστυνομία, ο Μανακανάτας και ο Γιωβάνος δέχθηκαν χωρίς αντίρρηση να τους κάνουν έρευνα. Ο Ντόλας, όμως, όπως ισχυρίστηκε αργότερα, φοβήθηκε μην τον συλλάβει ο Τζαδήμας, δεν ήθελε μπλεξίματα μαζί του και την κοπάνησε. Τότε οι χωροφύλακες άρχισαν να του ρίχνουν.
Ο Μανακανάτας, ενώ δεν είχαν τελειώσει οι πυροβολισμοί, επιχείρησε να βγει από το καφενείο και εκεί τραυματίστηκε θανάσιμα από τον ίδιον τον Τζαδήμα. Για ποιόν λόγο ο Μανακανάτας βγήκε από το καφενείο εν ώρα πυροβολισμών και αυτό είναι άγνωστο. Ο Ντόλας, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, επέστρεψε και πήρε τον Μανακανάτα αλλά ήταν ήδη νεκρός.
Το μόνο που είναι γνωστό, όταν δυο βδομάδες αργότερα ο Ντόλας έστειλε επιστολή στην Εφημερίδα ΗΠΕΙΡΟΣ, προκειμένου να έρθει στο φως η αλήθεια, ο αστυνόμος Τζαδήμας βρίσκονταν υπό κράτηση.
Πηγή Κειμένου: Εφημερίδα «ΗΠΕΙΡΟΣ», στις 10 Σεπτεμβρίου 1924, αριθμός φύλλου 1921 / 77.