Του Νίκου Φαλαγκάρα*
Μέρος Α’
Η ανάμιξη των Άγγλων πρακτόρων στο ελληνικό αντάρτικο αποπροσανατόλισε τον ελληνικό αγώνα και τον μετέτρεψε σε μέρος της αγγλικής πολιτικής για τα Βαλκάνια. Η Βρετανική κυβέρνηση ήλεγχε τον βασιλιά Γεώργιο το Β΄, ήλεγχε επίσης και την εξόριστη κυβέρνηση. Ανέλαβε στη συνέχεια να ελέγξει και το αντάρτικο με όλα τα μέσα που είχε στη διάθεσή της. Παρά την εχθρότητά της απέναντι στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, γνώριζε να κινείται ως εκκρεμές πότε προς την πλευρά των επαίνων και των εγκωμιαστικών λόγων και πότε προς την πλευρά της συκοφαντίας, ανάλογα με τις περιστάσεις και τις σκοπιμότητές της. (Σελίδα 196 του βιβλίου).
Για την Εθνική μας Αντίσταση (εναντίον της γερμανο-ιταλο-βουλγαρικής Κατοχής) και τους πρωταγωνιστές της έχουν γραφεί πολλά και αναμφίβολα θα γραφτούν κι άλλα. Κι αυτό είναι εύλογο και αναμενόμενο, δεδομένου ότι πρόκειται για μια κομβικής σημασίας ιστορική περίοδο και ανεξάντλητη. Κι ας έχουν περάσει από τότε ογδόντα και πλέον χρόνια. Ο λόγος είναι ότι εκείνα τα τραγικά γεγονότα σφράγισαν και καθόρισαν εν πολλοίς τις μετέπειτα εξελίξεις καθώς και την εν γένει πορεία της χώρας. Και η επίδρασή τους αντανακλάται, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ακόμα και στο -ούτως ή άλλως προβληματικό- σήμερα.
Στο πλαίσιο μιας ανοιχτής και γόνιμης συ-ζήτησης γύρω από τα ιστορικά πεπραγμένα εκείνης της περιόδου, κάθε νέα προσέγγιση είναι όχι μόνο ευπρόσδεκτη αλλά και αναγκαία. Με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι έρχεται να εισφέρει πραγματικά κάτι νέο και ενδιαφέρον σ’ αυτή τη συζήτηση για να την εμπλουτίσει και δεν αναπαράγει απλώς γνωστά και ανούσια στερεότυπα και εμμονές που, εν ονόματι διαφόρων σκοπιμοτήτων, κλιμακώνονται από την εξιδανίκευση προσώπων και καταστάσεων έως τη διαστρέβλωση, την απαξίωση και την άρνηση.
Ο Ηπειρώτης φιλόλογος, λογοτέχνης, ποιητής και δοκιμιογράφος, Δημήτρης Βλαχοπάνος, με το νέο του βιβλίο «Ο ΕΛΑΣ του Άρη – Ο Ζέρβας του ΕΔΕΣ, το μυθιστόρημα της χαμένης ενότητας» (Εκδόσεις 24 γράμματα, 2025), για τα 80 χρόνια από τον θάνατο του Άρη Βελουχιώτη, αναψηλαφεί την περίοδο της Εθνικής μας Αντίστασης χτίζοντας το ιστορικό του αφήγημα πάνω σε δύο άξονες, που είναι οι δύο κυριότερες αντιστασιακές οργανώσεις: ο ΕΛΑΣ και ο ΕΔΕΣ. Η επικέντρωση της αναφοράς του στους αρχηγούς των οργανώσεων αυτών, δηλαδή τον Άρη Βελουχιώτη και τον Ναπολέοντα Ζέρβα, αντίστοιχα, είναι εύστοχη και δικαιολογημένη, αφού τα δύο αυτά πρόσωπα διαδραμάτισαν κυρίαρχο ρόλο σε ό,τι αφορά όχι μόνο τη δημιουργία των ένοπλων οργανώσεων, αλλά και τη δράση τους στη διάρκεια της Κατοχής.
Και βέβαια ιδιαίτερη αξία έχουν οι πολυκύμαντες μεταξύ τους σχέσεις, που δεν καθορίζονταν μόνο από τη διαφορετική ιδεολογική τους αναφορά και πολιτική κατεύθυνση, αλλά και από τη στάση τους απέναντι στον ξένο παράγοντα, που στην επίμαχη περίοδο δεν ήταν άλλος από τον βρετανικό. Τον παράγοντα εκείνο που πλειοδοτούσε στο «διαίρει και βασίλευε», όπως συμπυκνώθηκε στη ρήση αυτή η περιγραφή της πολιτικής εκείνης που την ένιωσε πολύ επώδυνα η μετακατοχική Ελλάδα.
Ο τίτλος που έδωσε ο συγγραφέας στο βιβλίο του νομίζω ότι ανταποκρίνεται με επιτυχία στην πρόθεση και το σχέδιό του να δομήσει την ιστορική του ανάλυση. Ο Άρης Βελουχιώτης (κατά κόσμον Θανάσης Κλάρας) είναι ο βασικός δημιουργός του ΕΛΑΣ, του στρατιωτικού, δηλαδή, βραχίονα του ΕΑΜ, της κατά γενική παραδοχή και ομολογία μαζικότερης και δυναμικότερης αντιστασιακής οργάνωσης στην Κατοχή. Είναι η ψυχή του, μολονότι δεν αποφασίζει και δεν δρα μόνος του. Πειθαρχεί, ακόμα και όταν δεν συμφωνεί, με επιμέρους επιλογές της οργάνωσης του ΕΑΜ και του ΚΚΕ ειδικότερα, η ηγεσία του οποίου, παρά την ένταξη του Άρη σ’ αυτό από την πρώτη νιότη του και την ακλόνητη πίστη του στις κομουνιστικές αρχές, τηρεί απέναντί του τουλάχιστον επιφυλακτική στάση, επισείοντας απαξιωτικά σε κάθε ευκαιρία τη δήλωση μετανοίας που είχε υπογράψει κατά τη μεταξική δικτατορία για να βγει από τη φυλακή.
Όταν αργότερα θα διαφωνήσει ριζικά με τη γραμμή του κόμματος, με την κορυφαία και μοιραία επιλογή του να εξωθήσει την ηγεσία του ΕΑΜ να υπογράψει τη Συμφωνία της Βάρκιζας, που τη θεωρεί ολέθρια για το αριστερό κίνημα, ο κύβος θα έχει ήδη ριφθεί και ο εμφύλιος θα είναι πια περίπου μονόδρομος. Απλώς ο Άρης δεν θα ζούσε για να δει τους φόβους του να επαληθεύονται στο ακέραιο. Η δική του επιλογή, ωστόσο, να ξεκινήσει, σχεδόν από το μηδέν, νέο αντάρτικο ήταν μια απεγνωσμένη κίνηση χωρίς καμία προοπτική. Επιπλέον δε και αυτοκαταστροφική. Έμελλε ν’ αφήσει την τελευταία του πνοή στην πλαγιά της Μεσούντας περικυκλωμένος από τους διώκτες του.



