Δέχθηκα απόψε να είμαι σύντομος ομιλητής, όπως τιμητικά με συμπεριέλαβε στη ζεστή συντροφιά μας η δελεαστική ευγένεια του αγαπημένου συναδέλφου Σπύρου.
Ωστόσο, ομιλητής – ομιλητής δεν είμαι. Στο χαρτί ξεθαρρεύω και συγκεκριμένα στην εφημερίδα της πόλης μας Ταχυδρόμο, να μιλάω τακτικά. Ενέδωσα να υποδυθώ αυτή την ιδιότητα αξιοποιώντας το χρόνο που μου δόθηκε, ως οφειλή και τιμή στον φίλο, χορευτή, δάσκαλο, λαογράφο Πατριώτη μας. Τον αετό της ορεινής Πατρίδας που αγάπησε τόσο πολύ τον τόπο του.
Ο Σπύρος Νεραϊδιώτης είναι ένας ψυχωμένος άνθρωπος, που εξυμνεί τις αξίες της ζωής, τη γλώσσα, την πατρίδα, την παράδοση, το δίκαιο, τα ιερά, την ηθική τάξη, τους ήρωες, τον έρωτα, την ξενιτιά, τη χαρά και τη λύπη. Δηλαδή τα βάθρα της κοινωνικής ζωής. Έγινε μέγας φορέας και μορφή του τοπικού λαϊκού πολιτισμού και αφήνει διάπλατα το δικό του στίγμα. Υπηρετεί με αυθεντικότητα τη δημοτική παράδοση, την καταγράφει, με σκοπό να την παραδώσει ανόθευτη στις επόμενες γενιές, γιατί ο ίδιος την αποδέχθηκε ως το «καθαρότερο αντιφέγγισμα της Ελληνικής ψυ- χής», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται. Έχει ακόμα βαθιά στην ψυχή του ριζωμένη την Εθνική συνείδηση.
Από την πρώιμη νιότη του έσυρε το χορό, με τη φλόγα που τον διέκρινε, στα πατάρια, στις πλατείες και τα στάδια. Πολυφωτογραφήθηκε, αποτυπώθηκε, θαυμάστηκε, συγκίνησε και μπήκε στις ζωές μας. Τον χαρήκαμε πότε απογειωμένο και πότε με στρωτά Ηπειρώτικα πατήματα. Στον κύκλιο χορό έκανε στάχτη τους καημούς του με τσακίσματα της μέσης και τίναγμα των χεριών μέσα σε παραλήρημα της ενδοχώρας του. Κι όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο βιβλίο του «το πανηγύρι», σαν τελείωναν οι κύκλες, σκούπιζε παρηγορητικά τα βουρκωμένα μάτια του από τους ποταμούς του ιδρώτα που κυλούσαν στο μέτωπό του.
Έγινε λαγός ο χρόνος, κι ο Σπύρος στα μεσόκαιρά του από τη θέση του δασκάλου συνέχισε άκοπα να προσφέρει στο δημοτικό τραγούδι. Μύησε χιλιάδες μικρά και «μεγάλα παιδιά» στην τέχνη του χορού, μέσα από τις τάξεις των πολιτιστικών Συλλόγων. Δεν υπέκυψε στα σύγχρονα ρηχά μουσικά ρεύματα της εμπορευματοποίησης και με τη στάση του δεν προσπά0 θησε να τρυπώσει ευκαιριακά κάπου για να καλύψει καταναλωτικά κενά. Μάτωσε και σήκωσε βαρύ, αλλά ακριβό φορτίο.
Στη γλυκιά του ωριμότητα συνεχίζει να υπηρετεί τη λαογραφία. Με αμέτρητες ώρες δουλειάς, επιστράτευσε όλη την ψυχική και πνευ- ματική του δύναμη για να διαχειριστεί ένα πολύτιμο υλικό και να το παραδώσει στον ανεπιφύλαχτο θαυμασμό μας.
Όλα τα βιβλία καταγραφής είναι έργα αγάπης σε μια εποχή που κινδυνεύουν οι παραδόσεις μας. Έδωσε προτεραιότητα τόσο στην τοπική, όσο και στην εθνική φυσιογνωμία, για να μείνουν δυνατές ρίζες πολιτισμού στο χρόνο. Στο «ΠΑΝΗΓΥΡΙ» εκφράζονται μικρά και μεγάλα ανθρώπινα συναισθήματα που συγκινούν τον αναγνώστη, του γεμίζουν τον εσωτερικό κόσ- μο και τον κατακτούν. Χτίστηκε με πολύ κόπο και μεράκι. Αποτυπώνει μέσα σε αυτό την αγωνία του γι’ αυτό που αλλάζει και που βάναυσα αλλοιώνει τις αιώνιες συνήθειές μας στους χορούς και τα γλέντια. Επιμένει στην «παραγγελιά» και αποστρέφεται τα επίκαιρα δήθεν δημοτικά ακούσματα της μαζικής τέρψης. Το βιβλίο του, εκτός από τον προθάλαμο που μπορείτε να το προμηθευτείτε, αναπνέει ρυθμικά στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων καλαίσθητο και προσιτό.
Ελπίζω ο Σπύρος να τη χαρεί τη βραδιά απόψε. Γι’ αυτόν είναι το αφιέρωμα κι ας λέμε για το «πανηγύρι». Του αξίζουν τα καλά λόγια και κάθε έπαινος για να συνοδέψουν τις πράξεις του και τα έργα του. Μπορεί και να καταφέραμε να αφήσουμε το ίχνος μας στα πόμο- λα της καρδιάς του και να του φορέσαμε ένα ακόμα γαλόνι στη στολή της παράδοσης.
Έχουμε την τιμή και την ευχαρίστηση να τον αισθανόμαστε σε παρόντα χρόνο δίπλα μας. Οι μελλοντικοί θα τον γνωρίσουν από την ιστορία των αξιών που έγραψε. Μια καταγραφή και μια αιωνιότητα στο χρόνο. Πιο δυνατοί καταδότες της μνήμης, πολλές φωτογραφίες που στολίζουν τις εκδόσεις του.
Σημείωση: Το κείμενο αποτέλεσε ομιλία του πολύτιμου συνεργάτη μας και φίλου από καρδιάς Δημήτρη Ντάλα στην παρουσίαση του βιβλίου του επίσης καλού συνεργάτη μας και συνάμα φίλου, Σπύρου Νεραδιώτη με τίτλο «ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ» το περασμένο Σάββατο στο Εργατικό Κέντρο.