Σε δύσκολους καιρούς, στου κάμπου την ησυχία και χωρίς «θόρυβο», ένας προικισμένος νέος άνθρωπος έστησε τελευταία μια μονάδα εμφιάλωσης.
Κουβαλώντας μια ασυνήθιστα ισχυρή δυναμική πάνω του, το απόσταγμα των ιδεών του το έκανε απόσταγμα δράσης και δημιουργίας. Δεν συμβιβάστηκε να γίνει ένα εξαρτώμενο κοινό γρανάζι της οικονομίας, αλλά άνοιξε τα φτερά του για να γίνει ένας πετυχημένος επιχειρηματίας χωρίς να σκοπεύει σε υπερκέρδη και μεγάλα πλούτη. Αναζήτησε νέους δρόμους και αποφάσισε να ευφράνει ουρανίσκους με το τσίπουρο «Αγλαΐτσα» και τα κρασιά «Άρτιος» με απαλή αίσθηση αλκοόλης.
Να τον συστήσουμε. Είναι ο γεωπόνος Δημήτρης Μπίζας, άνθρωπος της διπλανής πόρτας, αυτοδημιούργητος κι όχι από κάποιο «τζάκι». Ανέβηκε τα ηλικιακά σκαλοπάτια μέσα σε έναν δύσκολο κόσμο που κάποιοι άλλοι τον οργάνωσαν και κατάλαβε ότι του ταίριαζε κάτι άλλο πιο ψηλά. Εντάχθηκε στην «άλλη» γενιά που δεν ψάχνει για ξόρκια, πλατείες και φρέντο. Δεν εγκλωβίστηκε στις μαύρες τρύπες που μας περιβάλλουν και δεν του άρεσε του γεωπόνου η κηπουρική των λέξεων, αλλά έγινε ο ίδιος μοχλός της παραγωγής με πολλή φαντασία, μεράκι, έρευνα και διαρκή αναζήτηση.
Είχε στήριγμα τη διαρκή μέριμνα των εκπαιδευτικών γονιών του και μεγάλωσε μέσα στα βιβλία, τις πορτοκαλιές, τις μανταρινιές και τις ελιές. Τα πρώτα επιχειρηματικά βήματα τα έκανε ως αγρότης – καλλιεργητής και πέτυχε. Ονειρεύτηκε τη δική του σύγχρονη μονάδα εμφιάλωσης και τα κατάφερε. Μετρά το χρόνο του σύμφωνα με τις ανάγκες των αμπελιών και της νέας μονάδας. Αχάραγα ξυπνά για να τα προλάβει όλα. Μαγικά αγγίγματα γι’ αυτόν δεν υπάρχουν, παρά μόνο σκληρή δουλειά, ρίσκο, όραμα και αφοσίωση στους στόχους.
Μεγάλες ταμπέλες και ελκυστικούς φωτισμούς στο εμφιαλωτήριο μπορεί να μην έχει, ωστόσο έδωσε προτεραιότητα στα σημαντικά. Στην ποιότητα του προϊόντος, στην τυποποίηση, στη σωστή παραγωγή, στις προδιαγραφές ασφαλείας, στο μηχανολογικό εξοπλισμό, στους μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους και στις στοχευμένες αγορές. Μπορεί να δυσκολευτεί λίγο στην αρχή με τα δίκτυα διανομής, αλλά είναι βέβαιο ότι θα τα καταφέρει, γιατί μέσα στα γυάλινα μπουκαλάκια του βάζει ένα «αγίασμα».
Ξέρει καλά ο Δημήτρης ότι οι Έλληνες με ένα τσίπουρο κι ένα καλό μπουκάλι κρασί γιορτάζουν τα πάντα. Κι όταν λένε «πάμε για ένα», το εννοούν, γιατί με λίγο αγνό αλκοόλ η διάθεση απογειώνεται και το επόμενο πρωί βρίσκεις το κεφάλι σου στη θέση του. Έτσι, λοιπόν, εάν καμιά φορά διαβείτε προς το Νεοχώρι, αμέσως μετά τις Κεραμάτες, κάντε μια στάση για να σας κατακλύσουν πολλές αλκοολούχες μεθυστικές μυρωδιές και να σκάσετε πολλά χαμόγελα ικανοποίησης.
Αγαπητέ Δημήτρη Μπίζα, πέρα από τα ισχυρά μηνύματα που εκπέμπεις, περιμένουμε πολλά μετάλλια και διεθνή βραβεία από τα αποστάγματά σου.