Οικοδεσπότες και κεντρικά πρόσωπα της Αυγουστιάτικης βραδιάς ένα ζευγάρι Ελλήνων μεταναστών δεύτερης γενιάς, πλαισιωμένο από τους γονείς τους και τους απογόνους τρίτης και τέταρτης γενιάς. Σε μια συστοιχία ενωμένων τραπεζιών, όλος ο συγγενικός και φιλικός κύκλος.
Με πολλή φροντίδα θέλησαν να μοιρασθούν το ίδιο τραπέζι με τα δικά τους πρόσωπα που έμειναν πίσω στην Πατρίδα και επιμένουν να τα κρατήσουν στη ζωή τους και να μη γίνουν ποτέ ξένοι. Έχουν πάντα την ανάγκη της στενής επαφής, να συγχρονίσουν μαζί μας τις αναπνοές, να κοιταχτούμε στα μάτια για να τρανέψει η χαρά, να υψώσουν πολλές φορές τα ποτήρια εις υγεία. Ωραίος ο Βασίλης, γλυκύτατη η Παρασκευή, μοίραζαν παντού χαμόγελα και καλές κουβέντες από ψυχής.
Ήταν μια ευχάριστη βραδιά χαράς και γιορτής για τα καλά της χρονιάς που πέρασε και τους έτυχαν στην ξενιτιά. Ακόμη, και για το γεγονός ότι βγήκαν αλώβητοι από την πανδημία.
Αφθονία φαγητών και ποτών στο τραπέζι. Τίποτε δεν έλειψε από τα τοπικά προϊόντα, αφήνοντας σε όλους μια αίσθηση πληρότητας. Τα ανταμώματα αυτά δίνουν ομορφιά στις μονότονες ζωές των μικρών κοινωνιών. Για τους ξενιτεμένους είναι μέρος μιας εσωτερικής ανάγκης κι ένα προσκύνημα στον τόπο. Οι καιροί της πανδημίας τούς στέρησαν τα πανηγύρια και τα γλέντια. Στερήθηκαν τα ξεσπάσματα για της ξενιτιάς τα ντέρτια, κάτω από τον μεγάλο πλάτανο με τον ήχο του κλαρίνου, τα άφθαρτα τραγούδια της φυλής μας και τα αιώνια σύμβολα.
Αντιστέκονται, ωστόσο, σθεναρά στην αλλοτρίωση και έχουν σε γερές βάσεις τις δικές τους αξιακές αντιλήψεις. Η γλώσσα τους πάνω απ’ όλα. Σκέφτονται Ελληνικά, πράττουν Ελληνικά, και στη Γερμανία η οικογένεια μέσα στο σπίτι χρησιμοποιεί αδιαπραγμάτευτα τη μητρική γλώσσα.
Συμμάχησαν με τον τόπο τους κι ας ζουν τόσο μακριά. Μαθαίνουν από γενιά σε γενιά τις παραδόσεις τους, δεν τις απαρνιούνται, απολαμβάνουν για λίγες ημέρες τη μελαγχολική ομορφιά των Τζουμέρκων και τα πετυχαίνουν όλα αυτά με το να ανταποκρίνονται στο κάλεσμα της προγονικής γης κάθε καλοκαίρι. Αξίζει να σημειώσω εδώ ότι τα κορίτσια της τρίτης γενιάς έχουν σπουδάσει σε Ελληνικά πανεπιστήμια.
Κανείς άνεμος δεν μπορεί να ξεριζώσει αυτά τα θεμέλια, γιατί έχουν αποκτήσει ισχυρή ταυτότητα. Ετούτος ο τόπος τούς γεμίζει ζωή και τον απολαμβάνουν. Θέλουν κάθε Αύγουστο να νιώσουν σαν τους πρωτόπλαστους του χωριού τους.
Να απολαύσουν το γλυκοχάραμα και τις ευωδιές της παρθένας φύσης. Να λουστούν μες στον λαμπερό ήλιο και να ακούσουν τις φωνές από το ποτάμι που κυλά στο χρόνο πολύ κοντά τους. Το καταμεσήμερο θα καθίσουν στους παχιούς ίσκιους για να γαληνέψει το κορμί και η ψυχή. Οι παρακλητικές προσευχές τους για προκοπή και υγεία από την αυλή του πατρώου σπιτιού θα φθάνουν καλύτερα στον ουρανό. Και τις επουράνιες νύχτες με πολλή λαχτάρα περιμένουν να ανατείλουν τα δικά τους αστέρια.
Και αφού οι ανάσες τους γεμίσουν οξυγόνο και οι ίδιοι γλυκά συναισθήματα, θα αποχωρήσουν έχοντας στις αποσκευές τους ακριβές στιγμές ζωής, ανανεώνοντας το ραντεβού για του χρόνου. Το αισθάνονται σαν βαθύ χρέος στον τόπο που τους γέννησε και στους δικούς τους ανθρώπους που ακόμα τον υπηρετούν.