Ακριβέστερα, η γη τρέμει κάτω απ’ τα πόδια του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η επόμενη μέρα έχει ήδη ξεκινήσει και οι παίκτες παίρνουν θέση στην αφετηρία. Το πολιτικό τοπίο μεταβάλλεται ταχέως, υπέργεια και αμετάκλητα. Οι δονήσεις του συστήματος που αλλάζει φάση είναι αισθητές ακόμα και από τους ενσωματωμένους ή και εξαρτημένους μηχανισμούς στο Μαξίμου…
Δεν είναι τυχαίο ότι «ο μαρμαρωμένος βα-σιλιάς» Κώστας Καραμανλής, φειδωλός στις παρεμβάσεις του, προειδοποίησε πως «έρχεται εθνική κρίση». Ούτε ότι ο Ευάγγελος Βενιζέλος έκανε λόγο για την ανάγκη ενός ηγέτη ικανού να σταθεί επάξια στα μεγάλα κοινωνικά και θεσμικά ζητήματα, που δεν χωρούν πια επικοινωνιακή διαχείριση. Τα λόγια τους δεν είναι απλές διαπιστώσεις. Αποτελούν τροχιοδεικτικές βο-λές του πολιτικού σεισμού που ωριμάζει.
Στον ορίζοντα, ο Αντώνης Σαμαράς φέρεται έτοιμος να ξαναμπεί στο παιχνίδι, με δημοσκοπήσεις που – όλως τυχαίως – του δίνουν «αέρα». Ταυτόχρονα, ο Αλέξης Τσίπρας, που αποσύρθηκε μετά την ήττα του, επανεμφανίζεται. Δίχως καν να έχει πάρει θέση, έστω να ψελλίσει κάτι για κρίσιμα ζητήματα (12 μίλια στο Αιγαίο, αφοπλισμός νησιών και μεταφορά οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία, κόκκινα δάνεια, Δικαιοσύνη, καρτέλ στην ενέργεια). Οι μιντιάρχες – ολιγάρχες, που τον είχαν βάλει στον πάγο, τώρα τον επανεμφανίζουν «φρέσκο» στην επικαιρότητα. Αυτή η μετατόπιση εκτιμώ ότι αποτελεί σαφές μήνυμα προς το Μέγαρο Μαξίμου: το πολιτικό εκκρεμές κι-νείται, και η φορά του δεν είναι πλέον υπέρ της σημερινής κυβέρνησης.
Την ίδια στιγμή, νέα πρόσωπα, όπως η Καρυστιανού, ανασύρονται από το εξεγερμένο πλήθος με εντυπωσιακά ποσοστά πρό-θεσης ψήφου – ένα φαινόμενο που περισσότερο λειτουργεί ως ένδειξη ρευστότητας παρά ως ουσιαστική πολιτική δυναμική. Όμως, σε περιόδους πολιτικής απαξίας, η ίδια η ρευστότητα είναι μήνυμα: το εκλογικό σώμα αναζητά κάτι άλλο, κάτι πέρα από τα φθαρμένα σχήματα και τις ανιαρές αντιπαραθέσεις. Και αυτό το «κάτι άλλο» παρασκευάζεται στα πολιτικά μαγειρεία…
Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν ή εμφανίζονται να μην μπορούν να μετατρέψουν τη δυσαρέσκεια σε πραγματική πολιτική ισχύ. Μαζί με αυ-τές και άλλες μικρότερες δυνάμεις κινούνται επιδερμικά, χωρίς δομή ή βάθος. Η πολιτική σκακιέρα θυμίζει αιδήμονα αναμονή πριν από τη μεγάλη κίνηση. Κι εκεί, ακριβώς, εντοπίζεται το ρίσκο: οι πιο κρίσιμες ανατροπές δεν έρχονται με εκλογές, αλλά με την αίσθηση ότι «κάτι τελειώνει». Το δίλημμα «αν όχι ο Μητσοτάκης, τότε ποιος» δεν έχει πλέον ισχύ και η απάντηση έχει μόνο ένα σκέλος: «ΟΧΙ ο Μη-τσοτάκης».
Στους διαδρόμους της εξουσίας, ταυτόχρονα, εξελίσσονται αγωνιώδεις συζητήσεις και διατυπώνονται δυσαρέσκειες από ευάριθμες ομάδες βουλευτών που νιώθουν πως η επόμενη κάλπη μπορεί να τους αφήσει εκτός. Οι δημοσκοπήσεις, με όλα τα όριά τους, ενισχύουν αυτή την αίσθηση. Δεν είναι τυχαίο που παλιές φυσιογνωμίες επανέρχονται, το πολιτικό DNA του τόπου, μετά από δεκαετίες κρίσεων, φαίνεται να ξαναγυρίζει σε γνώριμα πρόσωπα, που αγιογραφούνται ως «σίγουρα χαρτιά».
Το μέλλον φαντάζει αλλοπρόσαλλο και το παρελθόν αλλάζει διαρκώς. Οι επόμενες βδομάδες αναμένονται κρίσιμες. Η κοινωνική πίεση, η κόπωση από τη συνεχή λιτότητα και η ανασφάλεια στα εθνικά ζητήματα δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα. Αν πράγματι επίκειται ανακατάταξη, αυτή δεν θα γίνει με πάταγο αλλά με σταδιακές μετακινήσεις ισχύος – όπως σε κάθε ιστορική καμπή της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Ακόμα και τώρα που οι πολιτικές δυνάμεις αδυνατούν να παράξουν ελπίδα, το έδαφος κινείται από μόνο του.
Το πολιτικό σύστημα της χώρας εισέρχεται σε νέα εποχή – και κανένας, όσο ισχυρός κι αν αισθάνεται σήμερα, δεν μπορεί να σταθεί εντελώς ακίνητος πάνω σε μια γη που τρέμει.
*Ο Κώστας Παπαθεοδώρου είναι
δημοσιογράφος, μέλος της ΕΣΗΕΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ