Το θέμα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας (όπως ονομάζεται επίσημα το παλαιό μάθημα της «Έκθεσης») στις πανελλαδικές εξετάσεις, όπως τέθηκε την περασμένη Παρασκευή 30 Μαΐου, αναδεικνύει το διχασμό της σύγχρονης ελληνικής εκπαίδευσης που, όπως έχω ξαναγράψει, εμφανίζει συμπτώματα τύπου «Δόκτωρ Τζέκιλ και Μίστερ Χάιντ».

Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί προκύπτει αυτή η ομοιότητα και πώς βρίσκονται οι υποψήφιοι/ες αντιμέτωποι/ες με κάτι που τους/τις προβληματίζει, μόνο και μόνο γιατί δεν έχουν καμία επαφή μ’ αυτό.
Το θέμα της ανάπτυξης γραπτού κειμένου (δηλαδή της Έκθεσης), φέτος, ζητούσε από τους/τις υποψήφιους/ες να αναφέρουν «α) τους λόγους για τους οποίους το σύγχρονο σχολείο οφείλει να καλλιεργεί τη δημιουργικότητα των μαθητών/ μαθητριών και β) τους τρόπους με τους οποίους εσείς επιλέγετε στην προσωπική σας ζωή να εκφράσετε τη δημιουργικότητά σας».
Τα κείμενα που συνόδευαν τα θέματα έδιναν μια αρκετά σαφή εικόνα του τι είναι δη-μιουργικότητα. Σύμφωνα με το πρώτο από αυτά, «η δημιουργικότητα νοείται ως μια διαδικασία, η οποία οδηγεί σε κάποια μορφή δημιουργικής παραγωγής και χαρακτηρίζεται από πρωτοτυπία και αποτελεσματικότητα, ενώ μπορεί να συνδυάζει ιδέες ή υλικά με νέους τρόπους. Συνδέεται άμεσα με τη φαντασία, την καινοτομία, την επίλυση προβλημάτων και την αποκλίνουσα σκέψη, αλλά η πολύπλευρη φύση της καθιστά δύσκολο το εγχείρημα να την ορίσει κάποιος».
Ας σταθούμε λίγο στο σημείο αυτό. Σύμφωνα με τον παγκοσμίου φήμης θεωρητικό της εκπαίδευσης, σερ Κένεθ Ρόμπινσον, η αποκλίνουσα σκέψη δεν είναι το ίδιο πράγμα με τη δημιουργικότητα, αλλά απαραίτητη ιδιότητά της. Είναι η ικανότητα να βλέπεις πολλές απαντήσεις σε μία ερώτηση, πολλούς διαφορετικούς τρόπους ερμηνείας μιας ερώτησης, η δυνατότητα να σκέφτεσαι πολύπλευρα και σφαιρικά και όχι μόνο με γραμμικούς ή συγκλίνοντες τρόπους, το ταλέντο να βρίσκεις περισσότερες απαντήσεις σε ένα πρόβλημα και όχι μόνο μία.
Το πρόβλημα είναι ότι η εκπαίδευση φαίνεται να καταπνίγει τη δυνατότητα αποκλίνουσας σκέψης, άρα και δημιουργικότητας των μαθητών/τριών! Μελέτη που έγινε σε 1500 παιδιά νηπιαγωγείου (στο πλαίσιο έρευνας με τίτλο «Μετά το σημείο καμπής») στις Η.Π.Α., με σχετικά τεστ μέτρησης της ικανότητας αποκλίνουσας σκέψης, έδειξε ότι το 98% αυτών των παιδιών πέτυχαν επίδοση ανωτάτου επιπέδου αποκλίνουσας σκέψης.
Πέντε χρόνια αργότερα, το ίδιο τεστ στα ίδια παιδιά (στην ηλικία των 8-10 ετών) απέδωσε ποσοστό 50% ανώτατης επίδοσης, ενώ η επανάληψη του ίδιου τεστ στα ίδια παιδιά, στην ηλικία 13-15 ετών, έφερε ποσοστό 15% υψηλού επιπέδου αποκλίνουσας σκέψης. Από την έρευνα αυτή εξάγεται το συμπέρασμα ότι όλοι οι άνθρωποι έχουμε αρχικά τη δυνατότητα της αποκλίνουσας σκέψης, άρα και της δημιουργικότητας, αυ- τή όμως η δυνατότητα φθίνει σταδιακά, καθώς περνάμε μέσα από τα στάδια της εκπαιδευτικής διαδικασίας, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο.
Αν αυτά τα αποτελέσματα προκύπτουν από έρευνα στο αγγλοσαξωνικό σύστημα που ισχύει στις ΗΠΑ και που επιτρέπει μια κά- ποια ευελιξία στα σχολεία σε σχέση με τις Τέχνες, τις δημιουργικές εργασίες, τον εθελοντισμό κλπ, τι θα πρέπει να πούμε για το δικό μας σύστημα που ωθεί τους/τις μαθητές/τριες στη στείρα απομνημόνευση συγ- κεκριμένης ύλης στην οποία εξετάζονται στο τέλος, όπου αυτό που διδάσκεται είναι πως μόνο μια αλήθεια (λύση, πρόταση δράσης, άποψη) υπάρχει, δηλαδή αυτή που λέει το βιβλίο;
Και μάλιστα απαγορεύει τη συνεργασία για την εύρεση αυτής της «αλήθειας» και ενισχύει τον ατομικισμό και τη λογική του «ο θάνατός σου, η ζωή μου», ενώ στην κοινωνία, σε κάθε επαγγελματικό τομέα, αυτό που πρωτίστως επιβραβεύεται είναι η ομαδική δουλειά! Στο ελληνικό σχολείο, ιδιαίτερα στο Λύκειο, έχουν εξοβελιστεί οι Τέχνες, πρωταρχικός παράγοντας αποκλίνουσας σκέψης και δημιουργικότητας.
Οι Τέχνες, όμως, όπως αναφέρει ο Κένεθ Ρόμπινσον, απευθύνονται ειδικότερα στην αισθητηριακή εμπειρία. Αυτή συνίσταται στη λειτουργία όλων των αισθήσεων στο έπακρο, με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να αναζωογονείται και να μπορεί να σκεφτεί δημιουργικά, πρωτότυπα και ουσιαστικά.
Με την απομάκρυνσή τους, όμως, η εκπαίδευσή μας στην πραγματικότητα επιδιώκει να «αποκοιμίσει» τα παιδιά, να τα αναισθητοποιήσει, κατά κάποιον τρόπο, ενώ θα έπ- ρεπε να επιδιώκεται η αφύπνισή τους, αν πραγματικά θέλουμε το καλό και την πρόοδο της κοινωνίας μας.
Είναι πραγματικά απορίας άξιο πώς η κοινωνία μας ανέχεται ένα ξεπερασμένο εκ- παιδευτικό σύστημα που βασανίζει τα παιδιά, απονεκρώνει την όποια κριτική τους ικανότητα, διαμορφώνει την ιδέα πως το μόνο που αξίζει είναι η ατομική επιτυχία στις εξετάσεις εις βάρος της ουσιαστικής μάθησης και της πολύπλευρης γνώσης, ακυρώνει την ενασχόληση με τις Τέχνες, υποδουλώνει το ελεύθερο νεανικό πνεύμα στις ανάγκες μιας εξεταστικοκεντρικής διαδικασίας που ξεζουμίζει μαθητές και μαθήτριες συναισθηματικά και πνευματικά.
Κανονικά θα έπρεπε το σχολείο να αποτελεί χώρο χαράς, δημιουργίας και ελεύθερης έκφρασης. Αντ’ αυτού έχει γίνει χώρος όπου κυριαρχεί η αναγκαστική υποταγή στο βωμό της ύλης και των εξετάσεων.
Αν ο Δόκτωρ Τζέκιλ του Υπουργείου επιδιώκει δημιουργικότητα μέσα από προγράμματα, εργαστήρια δεξιοτήτων, ομάδες δράσης κλπ, ο Μίστερ Χάιντ φροντίζει να τα ακυρώσει όλα αυτά με τα δεσμά της περαίωσης της ύλης, των κεντρικά σχεδιασμένων εξετάσεων, της παντοκρατορίας του ενός και μόνο βιβλίου, της απουσίας κάθε ευκαιρίας ενασχόλησης με τις Τέχνες. Το πρόβλημα είναι πόσο ακόμα είμαστε διατεθειμένοι να βιώνουμε μια τέτοια απαξίωση της πραγματικής εκπαίδευσης.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ