ΜΕΡΟΣ Γ’
Περίληψη του Β’ μέρους: Ο Φιλόθεος με το φωτισμό του Θεού και με την προσευχή του άρχισε σιγά – σιγά το εκπολιτιστικό του έργο στους ανθρωποφάγους.
Τους έβαλε να πλύνουν καλά όλη την περιοχή από τα αίματα, να θάψουν όσους νεκρούς είχαν απομείνει και απαγόρευσε για πάντα την ανθρωποφαγία. Τους έμαθε να ψήνουν το κρέας των ζώων και να μην το τρώνε ποτέ ωμό – πράγμα που τους ικανοποίησε πολύ – τους χώρισε σε ομάδες και τους ανέθεσε αρμοδιότητες. Έτσι, άλλοι κυνηγούσαν, άλλοι μάζευαν καρπούς, άλλοι μαγείρευαν, άλλοι έκαναν κατασκευαστικά και επισκευαστικά έργα κτλ. Όλοι εργάζονταν, όφειλαν να πλένονται και να φροντίζουν για την καθαριότητα. Με τον καιρό έμαθε τη γλώσσα τους και επινόησε αλφάβητο γι’ αυτή. Φρόντισε δε να διδάξει σε όλους γραφή, ανάγνωση και αριθμητική.
Επίσης, μετέφρασε στη γλώσσα τους την Καινή Διαθήκη – είχε μαζί του μία – τους έβαλε να φτιάξουν αντίγραφα και τη μελετούσαν ο καθένας καθημερινά. Τους είχε μαγέψει τόσο το περιεχό- μενό της, που όλοι μελετούσαν και απήγγειλαν στίχους της Καινής Διαθήκης απέξω. Όταν, λοιπόν, ήταν έτοιμοι, άρχισε να τους εξηγεί τα της πίστεώς μας, ξεκινώντας από το ότι ο ίδιος δεν είναι Θεός, αλλά απεσταλμένος του, μέχρι και το απολυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού.
Έγιναν όλοι τους πιστοί και μάλιστα επεδείκνυαν πολύ ζήλο στη μελέτη της Αγίας Γραφής και στην κατήχηση που έκανε ο Φιλόθεος. Εν τω μεταξύ είχε ναυαγήσει κι άλλο πλοίο. Ειδικά στο έργο του εκχριστιανισμού των ανθρωποφάγων απέκτησε βοηθούς δύο νέους ναυαγούς. Είχε γίνει πάλι άλλο ναυάγιο και οι δύσ- μοιροι είχαν πέσει στα χέρια γειτόνων ανθρωποφάγων. Ο Φιλόθεος και η φυλή του πολέμησαν και τους έσωσαν.
Ήταν δύο Ευρωπαίοι ιεραπόστολοι, ένας αγγλικανός και ένας ρωμαιοκαθολικός. Αφού συνειδητοποίησαν πώς γλίτωσαν και τι έργο είχε επιτελέσει ως τότε ο Φιλόθεος, συμ-φώνησαν να τον βοηθήσουν αποδεχόμενοι μετά από συζήτηση να ακολουθήσουν τις βασικές του αρ- χές το Ορθόδοξο δόγμα, την κοινή της πρώτης χιλιετίας πίστη. Και οι δύο, με αγνό φρόνημα και καλή διάθεση, βοήθησαν στη διδασκαλία του ευαγγελίου στους ιθαγενείς.
Νέα ιεραποστολική αρχή
Μετά την αποκατάσταση της τάξεως, η ζωή στο νησί έλαβε πάλι τον κανονικό της ρυθμό. Η παρουσία των δύο λευκών ιεραποστόλων, Γαβριήλ και Αρχιβάλδου, δημιούργησε μια νέα κατάσταση στο ιεραποστολικό έργο.
Ο Φιλόθεος πρότεινε στους δύο ιεραποστόλους να συνεχίσουν την ιεραποστολή σύμφωνα με το ορθόδοξο δόγμα, αφού προηγουμένως τους ανέπτυξε τα βασικά σημεία της Ορθόδοξης πίστης, με αποτέλεσμα οι δύο καλβινιστές να γίνουν ορθόδοξοι. Αφού έμαθαν τη γλώσσα των ιθαγενών μετέφρασαν τα υπόλοιπα βιβλία της Καινής Διαθήκης και άρχισαν την κατήχηση στους Νιανιαουμί.
Η νέα κατηχητική περίοδος άρχισε στις 22 Μαΐου του 1875. Παράλληλα, άρχισαν οι ιθαγενείς, με εντολή του Φιλόθεου, να κατασκευάζουν τον πρώτο αχυροσκεπή ναό.
Ταυτόχρονα, καθιέρωσε την αργία της Κυριακής. Μετά από ειδικές εξετάσεις στην Ορθόδοξη πίστη διαπιστώθηκε ότι η κατήχηση ήταν ικανοποιητική και έπρεπε τώρα να βρεθεί κληρικός να βαπτίσει τους Νιανιαουμί. Κληρικός, ωστόσο, δεν υπήρχε.
Οι Ορθόδοξοι ναυαγοί και το
βάπτισμα των κατηχουμένων
Μια μέρα ενώ οι τρείς ιεραπόστολοι με τον αρχηγό των ιθαγενών Μπιρμπιρού περιπατούσαν κοντά στην ακτή, διέκριναν πλοίο που κινδύνευε να βυθισθεί από μεγάλη τρικυμία. Γρή- γορα οι ναυτικοί έριξαν λέμβους στη θάλασσα γεμάτες από ανθρώπους. Οι λέμβοι, όμως, ανατράπηκαν από τα μεγάλα κύματα και το πλήθος των ανθρώπων έγινε έρμαιο των κυμάτων.
Ο Φιλόθεος και οι άλλοι αντίκρυζαν το φοβερό θέαμα χωρίς να μπορούν να προσφέρουν κάποια βοήθεια. Τελικά είδαν δύο ναυαγούς κατάκοπους και εξαντλημένους να πλησιάζουν το νησί. Ο Φιλόθεος και οι συνεργάτες του ρίχτηκαν στη θάλασσα και κατόρθωσαν να τους σώσουν, ιδιαίτερα δε τον μεγαλύτερο εξ αυτών που άρχισε να καταποντίζεται. Μετά τις πρώτες βοήθειες συνήλθε ο πρεσβύτης και δόξασε τον Θεό, γιατί βρέθηκε μεταξύ αδελφών χριστιανών. Στους ναυαγούς προσφέρθηκε φαγητό.
Ο πρεσβύτης ναυαγός ρώτησε τον Φιλόθεο, αν τελικά σώθηκε και το μικρό κιβώτιο που μετέφερε. Στην καταφατική απάντηση του Φιλόθεου, του έδωσε κλειδί και τον παρακάλεσε να το ανοίξει. Όταν άνοιξε ο Φιλόθεος το κιβώτιο με μεγάλη του έκπληξη είδε να υπάρχουν μέσα σ’ αυτό Αρχιερατική στολή, ιερατική στολή πρεσβυτέρου και διακόνου και δοχείο με Άγιο Μύρο. Ο πρεσβύτης ναυαγός ήταν ο Έλληνας Ορθόδοξος επίσκοπος στην Μικρά Ασία από την Ζίτσα της Ηπείρου και ο άλλος, που λεγόταν Επιφάνιος ήταν διάκονος. Ο Αρχιερέας ήταν ο Ηλιουπόλεως Αθανάσιος Τατίδης.
Και οι δύο πήγαιναν απεσταλμένοι του Πατριαρχείου στους Έλληνες Ορθοδόξους της Καλκούτας, για να εξομαλύνουν τα προβλήματα που υπήρχαν εκεί. Η χαρά του Φιλόθεου ήταν απερίγραπτη, επειδή το βάπτισμα των Νιανιαουμί δεν θα γινόταν καταχρηστικά από αυτόν, αλλά από Ορθόδοξο Ιεράρχη. Ο Επίσκοπος, αφού έμαθε και διαπίστωσε τα σχετικά με την Κατήχηση των ιθαγενών, δέχθηκε να τελέσει το μυστήριο του Βαπτίσματος.
Την πρώτη Κυριακή, μετά το ναυάγιο έγινε μεγαλοπρεπής Αρχιερατική Ορθόδοξη Λειτουργία. Κατά τη διάρκειά της ο Γαβριήλ και ο Αρχι- βάλδος, εντυπωσιασμένοι από την Ορθόδοξη τελετουργία ζήτησαν από τον Φιλόθεο να ασπαστούν το δόγμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, πράγμα που έγινε μετά τη σύμφωνη γνώμη του επισκόπου.
Κατά την ώρα του Κοινωνικού οι δύο στάθηκαν μπροστά στην Ωραία Πύλη και αφού απάντησαν στις σχετικές ερωτήσεις, δέχθηκαν το Χρίσμα. Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας μετέβησαν όλοι στην πηγή της νήσου και εκεί τελέστηκε το Άγιο Βάπτισμα και το μυστήριο του Χρίσματος. Ακολούθησε κοινό δείπνο ιθαγενών και λευκών.
Η χειροτονία του Μπιρμπιρού
Μετά τον εκχριστιανισμό και τη βάπτιση των ιθαγενών Νιανιαουμί, το έργο των ιεραποστόλων είχε ολοκληρωθεί και έπρεπε να φύγουν από το νησί.
Πριν όμως αναχωρήσουν, ο επίσκοπος και οι υπόλοιποι, μετά από σχετικό έλεγχο, αποφάσισαν τη χειροτονία σε ιερέα του Μπιρμπιρού. Ο Φιλόθεος μαζί με τους δύο ιεραποστόλους μετέφρασαν την ακολουθία της χειροτονίας από το Ευχολόγιο.
Συγχρόνως εκπαίδευσαν και προετοίμασαν τον Μπιρμπιρού και παρακάλεσαν όλους του έγγαμους να τελέσουν το Μυστήριο του Ορθόδοξου γάμου. Αφού έγινε η χειροτονία του Μπιρμπιρού, χρησιμοποιώντας την ιερατική στολή που υπήρχε στο κιβώτιο του επισκόπου, έγινε και η χειροτονία σε διάκονο του Μητσμιτσέου, του γιου του αρχηγού των Γουαναχί, που είχε τραυματιστεί και έμεινε στο νησί. Αυτός στάλθηκε στην πατρίδα του για να κάνει ιεραποστολή.
Η αναχώρηση από το νησί Τσαγού
Αφού πάρθηκε η απόφαση για αναχώρηση, ο επίσκοπος τοποθέτησε στην ακτή φρουρά, για να παρακολουθεί το πέλαγος και να ειδοποιήσει όταν δουν κάποιο διερχόμενο πλοίο. Μετά από αρκετές ημέρες πλοίο θεάθηκε να κινείται κοντά στην ακτή. Με τη βοήθεια πυροβολισμών ο Γαβριήλ ειδοποίησε το πλοίο. Αυτό ανέκοψε ταχύτητα και έστειλε λέμβο προκειμένου να παραλάβει τους ιεραποστόλους. Ο Επίσκοπος, αφού έδωσε τις τελευταίες οδηγίες και παραινέσεις στον Μπιρμπιρού και στους ιθαγενείς, μαζί με τον Φιλόθεο και τους άλλους ιεραποστόλους αναχώρησαν για την Αυστραλία, όπου πήγαινε το πλοίο. Η αναχώρηση υπήρξε πολύ συγκινητική. Επίμονη παράκληση των κατοίκων ήταν να μην τους λησμονήσουν.
Ο Φιλόθεος παρέμεινε στην Αυστραλία και εκεί ασχολήθηκε με τη συγγραφή των απομνημονευμάτων του, τα οποία απέστειλε στον συγγραφέα Ν. Αμβράζη με την παράκληση να δημοσιευτούν. Σκοπός της δημοσίευσης ήταν να βρεθούν πόροι για την υποστήριξη των Νιανιαουμί. Επίσης, επικοινώνησε με τον Μπιρμπιρού, από τον οποίο πληροφορήθηκε τα σχετικά με την νεοϊδρυθείσα εκκλησία και στο νησί των Γουαναχί.
Επίλογος: Η διήγηση κλείνει με τη δήλωση του Φιλόθεου ότι σκόπευε γρήγορα να επιστρέψει στην Ελλάδα, αφού προηγουμένως επισκεπτόταν τους Νιανιαουμί.
Όμως, δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς συνέβη στη συνέχεια. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι τα νησιά Τσάγκος σήμερα είναι στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου και οι κάτοικοί τους εκδιώχτηκαν προς τις Σεϋχέλλες (Μητρόπολη Ειρηνουπόλεως Τανζανίας) και τον Μαυρίκιο, ο οποίος υπάγεται στη Μητρόπολη Μαδαγασκάρης.
ΤΕΛΟΣ