Δεν υπάρχει οικογένεια σήμερα που να μην αντιμετωπίζει προβλήματα. Η ζωή έχει γίνει, ή την έχουμε κάνει εμείς, πολύ δύσκολη. Πολλές υποχρεώσεις, πολλά αδιέξοδα, πολύ τρέξιμο. Θα περίμενε κανείς, λοιπόν, ότι ο σύγχρονος άνθρωπος, μέσα σ’ αυτές τις φρενήρεις διαδρομές του, να αναζητούσε και να διαφύλαττε κάποιες στιγμές ιερές, στις οποίες θα μπορούσε το σώμα του, και προπαντός η καρδιά του, να ανασάνουν.
Δεν προνόησε και δεν προνοεί ούτε γι’ αυτό ο σημερινός νευρωτικός άνθρωπος, ο οποίος μπορεί να κρύβει μέσα του πολλές χάρες, κατάντησε όμως ανίκανος αυτές τις χάρες να τις κάνει χαρές.
Κι αυτό γιατί έχασε τον «πλούτο που δεν αγοράζεται με χρήματα», όπως εξηγεί ο Ρόμπιν Σάρμα στο ομότιτλο βιβλίο του. Έχασε τον τρόπο να συνδιαλέγεται με τον εαυτό του. Να νουθετεί τον εαυτό του με γνώμονα τη μόρφωση. Να μαθαίνει στον εαυτό του πότε πρέπει να μιλάει και πότε να σωπαίνει. Και κατ’ επέκταση να διαμορφώνει τρόπους συμπεριφοράς που θα έκαναν αυτή τη δυσβάσταχτη πολιτική πραγματικότητα περισσότερο υποφερτή στην οικογένειά του, στα σχολεία, στις παρέες, μ΄ ένα βαθύ κοίταγμα στα μάτια, μ’ ένα ενδιαφέρον ελάχιστο, με λίγη ευγένεια, με λίγη αβρότητα, με λίγη λεπτότητα, με λίγη κατανόηση, με λίγη σιωπή.
Διότι, όπως γράφει ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος, «σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια. Σκοπός της ζωής μας είναι η αγάπη. Σκοπός της ζωής μας είναι η λυσιτελής παραδοχή της ζωής μας και της κάθε μας ευχής εν παντί τόπω εις πάσαν στιγμήν».
Νομίζω πως το μόνο που έχει καταφέρει ο σύγχρονος άνθρωπος των οθονών και των συνταγών είναι η εκμάθηση ενός τυπικού κι υποκριτικού savoir vivre με στόχο την επίτευξη μιας κοινωνικής ψευτολάμψης – πίσω από την οποία κρύβεται η πιο κυνική αδιαφορία για το συνάνθρωπο σήμερα – όπως γίνεται για παράδειγμα με τα «επιδραστικά άτομα» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Αν παρατηρήσει κανείς λίγο προσεκτικά, θα δει πως σχεδόν – πάντα υπάρχει ένα σχεδόν – όλες οι σχέσεις μας είναι ρευστές μέσα στη φιλοτομαριστική αυτάρκεια των εγωιστικών και επιδεικτικών συμπεριφορών της αμετροέπειας και της κώφωσης, οι οποίες επιτείνονται από τον πολιτισμό της εικόνας, της μηχανοποίησης και της ανθρώπινης τεχνητής νοημοσύνης.
Και δεν είναι να φοβάται κανείς τα ρομπότ, αλλά τους ανθρώπους που συμπεριφέρονται σαν ρομπότ. Τους ανθρώπους, οι οποίοι ζώντας χωρίς αντιστάσεις ανάμεσα στα γκάτζετ και στους αλγο- ρίθμους, απώλεσαν τις καθαρά ανθρώπινες ιδιότητές τους κι από σύντροφοι κατάντησαν «άτομα» που ναυάγησαν στην οργουελική Ωκεανία, χάνοντας για πάντα το πιο όμορφο ταξίδι που είναι έρωτας, ευλογία, νόημα, υπόσχεση και εντολή.
Οι πολιτισμένοι τρόποι συμπεριφοράς κοσμούν εκείνους που αγαπούν τον άνθρωπο όχι μόνο γι’ αυτό που είναι, αλλά, κυρίως, γι’ αυτό που μπορεί να γίνει. Εκείνους που θεωρούν πως αποστολή μας είναι να κάνουμε τους άλλους πιο σημαντικούς με την παρουσία μας. Οι μικροί άνθρωποι προσπαθούν λόγω των εσωτερικών τους κενών να επιδεικνύονται παντού και πάντα, να κλέβουν τα φώτα και να συμπεριφέρονται ως γίγαντες στο χώρο, με τις γνώσεις τους δήθεν, αγνοώντας ότι όποιος επιδεικνύει τις γνώσεις του δεν έχει γνώση, αγνοώντας επίσης ότι σπουδαίοι άνθρωποι είναι αυτοί που κάνουν τους άλλους να αισθάνονται σπουδαίοι.
Οι τρόποι συμπεριφοράς δεν είναι μόνο ένα συναισθηματικό, αλλά ένα βαθιά πολιτικό θέμα. Γιατί οι Καίσαρες και οι μεγάλοι Ναπολέοντες που δεν μάχονται πια στο Αούστερλιτς και στους Φιλίππους αλλά στις παρέες μας, στα αμφιθέατρα και μέσα στα σπίτια μας ακόμη, μας έχουν απογοητεύσει και δεν τους αντέχουμε πια. Γι’ αυτό έχουμε κλειστεί σε «χωριστά κελιά» που αποδομούν τον κοινωνικό μας ιστό και μας καθιστούν άρρωστους, μοιρολάτρες και ηττοπαθείς, δηλαδή χειραγωγήσιμους και υποτακτικούς. Πολιτική δεν είναι μόνο η ξύλινη γλώσσα των κομμάτων, οι κραυγές και τα συνθήματα. Πολιτική είναι να κτίζεις γέφυρες και συλλογικότητες, να φτιάχνεις παρέες. Και οι παρέες είναι αυτές που δημιουργούν πολιτισμό και γράφουν ιστορία.