Σε μια λιτή και απέριττη τελετή η Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού, παράρτημα Άρτας, συνόδευσε την κοπή της φετινής πίτας της με βράβευση αριστούχων μαθητών που πέρασαν σε σχολές της επιλογής τους στις εξετάσεις της χρονιάς που μας πέρασε.
Η βράβευση αυτή είμαι βέβαιος ότι δεν αποτελεί επιβράβευση μιας κατ’ όνομα αριστείας που κληρονομείται ή επιτυγχάνεται χωρίς κόπο, αλλά μιας πραγματικής αρίστευσης που κατακτάται με πολύ κόπο και μεγάλη προσπάθεια, όπως την αντιλαμβάνονταν και οι αρχαίοι μας πρόγονοι όταν έλεγαν πως «ταγαθά κόποις κτώνται». Η «αριστεία», ως έννοια, από την αρχαιότητα, κατέχει μια εξέχουσα θέση στην πολιτική και κοινωνική διαστρωμάτωση των Ελ- λήνων. Αποτελούσε κατεξοχήν άξονα αναφοράς για την στρατιωτική και πολιτική δράση και συνιστούσε τη δυνατότητα να ξεχωρίσει κάποιος για την ανδρεία του, την αξιοσύνη ή τη δύναμή του στο πεδίο της μάχης.
Η ανάδειξή του αυτή είχε ως αποτέλεσμα την προώθησή του σε θέσεις ευθύνης, στην πόλη του ή την κατάκτηση κάποιας ηγετικής θέσης στο στράτευμα ή την πολιτική. Η τακτική αυτή οδήγησε στο πολίτευμα εκείνο που ονομάστηκε τελικά «αριστοκρατία». Επρόκειτο για το πολίτευμα όπου κυριαρχούσαν οι «άριστοι», οι «ολίγοι», εκείνοι δηλαδή που ξεχώριζαν από το πλήθος, τον «δήμο», μ’ άλλα λόγια το λαό και τους απλούς ανθρώπους.
Υπό αυτό το πρίσμα, μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί ο θεσμός των «αρίστων» θεωρήθηκε ασύμβατος με το δημοκρατικό πολίτευμα, όπως τουλάχιστον είχε καθιερωθεί στην Αθήνα. Οι «άριστοι» ξέφευγαν από τα όρια και τους κανόνες που έθετε η δημοκρατία για το λαό, επεδίωκαν να προσαρμόσουν τους κανόνες στις δικές τους επιθυμίες και τα συμφέροντά τους και να οδηγήσουν την πόλη σε σημείο που να επωφελούνται οι ίδιοι. Αυτό, σε ό,τι αφορούσε το «δήμο», τους πολλούς, απλούς πολίτες, ήταν απαράδεκτο. Μια τέτοια θεώρηση, όμως, της «αριστείας» θα οδηγούσε σε απομόνωση όσων θα μπορούσαν με την προσπάθεια να γίνουν καλύτεροι και να βοηθήσουν έτσι την πολιτεία να προοδεύσει και να αναπτυχθεί.
Έπρεπε, συνεπώς, να βρεθεί κάποιος τρόπος να συνδυαστεί η «αριστεία» με τη δημοκρατία. Τον τρόπο αυτό τον υποδεικνύει ο Θουκυδίδης, μέσα από τη δημηγορία του Περικλή, στον «επιτάφιο του Περικλέους» που ενσωματώνει στην Ιστορία του. Ο Θουκυδίδης, με το στόμα του Περικλή, παρουσιάζει μια δημοκρατία όπου όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα απέναντι στο νόμο, αλλά συμμετέχουν στα αξιώματα, ο καθένας ανάλογα με το κύρος και τις ικανότητές του, όχι λόγω της καταγωγής του, αλλά της αξιοσύνης του και της δυνατότητας που έχει να ανταποκριθεί στα καθήκοντα που θα του ανατεθούν.
Μια τέτοια δημοκρατία μπορεί να επιτευχθεί μόνον αν οι πολίτες της έχουν ίσα δικαιώματα στην Παιδεία. Σε μια κοινωνία όπου όλοι οι νέοι μπορούν να συμμετέχουν επί ίσοις όροις στη διαδικασία της μόρφωσης και να εξελιχθούν ανάλογα με την προσπάθεια και τις δυνατότητές τους, η «αριστεία» δε σημαίνει την κληρονομική διάκριση των προνομιούχων από το πλήθος, αλλά την επιβράβευση των ικανών που με την αξιοσύνη και την προθυμία τους, τον κόπο, το μόχθο και το μυαλό τους καταφέρνουν να υπερβούν τις όποιες αντιξοότητες και να επιτύχουν κατορθώματα τα οποία φαντάζουν δυσεπίτευκτα για τους πολλούς.
Με τον τρόπο αυτό μπορούν να φανούν όχι απλώς χρήσιμοι, αλλά υπερπολύτιμοι τόσο στο κοινωνικό σύνολο, όσο και στο διπλανό τους. Με συγκροτημένο ένα τέτοιο σώμα πολιτών, όπου η αριστεία θα επιδιώκεται από το σύνολο και θα κατακτάται από τους αξιότερους και ικανότερους οι οποίοι θα τίθενται στην υπηρεσία της πατρίδας, μπορεί να λειτουργήσει πραγματικά μια δημοκρατική κοινωνία.
Γιατί, τι σημαίνει τελικά δημοκρατία; Σημαίνει να μπορείς να ακούς το συνομιλητή σου, να κάνεις πραγματικό διάλογο, να συνθέτεις απόψεις. Προϋποθέτει τη διάθεση της πλειοψηφίας να ακούσει τη μειοψηφία και να ενστερνιστεί ό,τι θεωρεί πως μπορεί να αξιοποιήσει από τις προτάσεις της. Επιβάλλει την υποχρέωση της μειοψηφίας να ακολουθήσει την πλειοψηφία αφού, ύστερα από τον διάλογο, θα έχουν όλοι καταλήξει σε μια σύνθεση απόψεων που μπορεί να μην εκφράζουν ομόφωνα το σύνολο, μπορούν όμως να γίνουν αποδεκτές από όλους.
Περισσότερο όμως από όλα, η δημοκρατία βασίζεται σε ένα σύστημα όπου συνυπάρχουν οι υποχρεώσεις με τα δικαιώματα, ένα σύστημα κανόνων που εφαρμόζονται προς όφελος του συνόλου. Για να έχει απόλυτα δημοκρατικό χαρακτήρα η απόφαση μιας ομάδας ανθρώπων, θα πρέπει να τηρηθούν οι προϋποθέσεις που θέτει ο Περικλής στο Επιτάφιό του, δηλαδή, να υπάρχει πλήρης, διεξοδική και ξεκάθαρη ενημέρωση των πολιτών-εκλογέων, συζήτηση επί των αιτίων και των συνεπειών της κάθε απόφασης και στη συνέχεια ψηφοφορία. Στη σημερινή συγκυρία, όμως, πολύ φοβάμαι ότι έχουμε πολλή πληροφόρηση, μεγάλο όγκο ειδήσεων και πληροφοριών, αλλά όχι καθαρή και πλήρη ενημέρωση.
Γι’ αυτό το λόγο η παρουσία και η δραστηριοποίηση των «αρίστων», με την έννοια της αξιοσύνης και της ικανότητας, που αναφέραμε, καθίσταται όχι απλώς αναγκαία, αλλά και επιβεβλημένη, καθώς τέτοιοι πολίτες θα μπορούν να είναι ικανοί να ξεδιαλύνουν την ομίχλη της υπερπληροφόρησης και της παραπληροφόρησης και να αναλαμβάνουν τις ευθύνες που τους αναλογούν.
Στους καιρούς που διανύουμε, με την αβεβαιότητα και τη ρευστότητα των πραγμάτων να διαμορφώνουν ένα ασταθές κοινωνικοπολιτικό σκηνικό σε διεθνές επίπεδο, είναι κομβικής σημασίας να διαμορφώσουμε πολίτες με έφεση στην αριστεία, αλλά και βαθιά αίσθηση του καθήκοντος.
Αυτό είναι ή θα πρέπει να είναι το χρέος της Παιδείας στις μέρες μας. Σε μια πραγματικά δημοκρατική χώρα το δημόσιο σχολείο θα πρέπει να στηριχτεί προκειμένου να λειτουργήσει για να προσφέρει ίσης ποιότητας Παιδεία και υψηλού επιπέδου αγωγή στα ελληνόπουλα. Ας μην παρασυρόμαστε, λοιπόν, από το έλασσον, την πιθανότητα δηλαδή των «αρίστων» να φοιτούν σε ξεχωριστά σχολεία, μόνο γι’ αυτούς, κι ας επικεντρωθούμε στο μείζον, τη δυνατότητα, δηλαδή, όλων των παιδιών να έχουν υψηλού επιπέδου εκπαίδευση και ορθή αγωγή στα σχολεία μας, έτσι ώστε, με την προσπάθεια που θα καταβάλουν και τις δυνατότητές τους, να κατακτήσουν τη δική τους αριστεία.
Μόνο έτσι θα μπορούμε να περιμένουμε από την πατρίδα μας να προοδεύσει και να αναπτυχθεί σωστά.