Η μεγάλη καταστροφή από τη φωτιά στην Καλιφόρνια έχει τραγικές συνέπειες για τους κατοίκους αλλά και για το περιβάλλον της περιοχής H φωτιά που έχει κατακάψει μεγάλο μέρος του Λος Άντζελες είναι μία από τις χειρότερες καταστροφές στις ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες. Τα ανθρώπινα θύματα είναι το μεγαλύτερο δράμα καθώς κάποιοι δεν κατάφεραν να ξεφύγουν από τη λαίλαπα.
Η ολοσχερής καταστροφή των οικημάτων και περιουσιών των κατοίκων είναι η άλλη όψη του δράματος για όσους θα πρέπει να επιστρέψουν στην περιοχή όταν σβήσει η φωτιά. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα euronews, τουλάχιστον 25 άνθρωποι μέχρι στιγμής έχασαν την ζωή τους και χιλιάδες δασικές εκτάσεις και κτήρια έγιναν στάχτη.
Στο μεταξύ, στη Νότια Καλιφόρνια, οι κάτοικοι εξακολουθούν να λαμβάνουν μηνύματα έκτακτης ανάγκης καθώς υπάρχουν ακόμη διάσπαρτα ενεργά μέτωπα. Επιπλέον, τα προβλήματα με την ηλεκτροδότηση συνεχίζονται σε διάφορες περιοχές. Μεγάλο πρόβλημα, βεβαίως, αποτελούν οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία από τα κατάλοιπα της φωτιάς. Οι στάχτες είναι «λεπτή σκόνη που μπορεί να ερεθίσει ή να κάνει ζημιά στο αναπνευστικό σύστημα ή σε άλλα όργανα του σώματος», συνόψισε η υπηρεσία δημόσιας υγείας της περιοχής.
Στην εξάπλωση της φωτιάς φαίνεται ότι συνέβαλαν οι θερμοί και ξηροί άνεμοι, συνηθισμένοι κατά τη διάρκεια του καλιφορνέζικου φθινοπώρου και χειμώνα. Την περασμένη εβδομάδα, η έντασή τους ήταν η υψηλότερη από το 2011, σύμφωνα με μετεωρολόγους, μεταφέροντας αστραπιαία σπίθες και θράκες ενίοτε σε απόσταση χιλιομέτρων. Σενάριο εφιαλτικό για τους πυροσβέστες, καθώς η Καλιφόρνια, έπειτα από δυο αρκετά βροχερές χρονιές, πλήττεται από αφύσικα ξηρό χειμώνα και δεν έχουν καταγραφεί βροχές στην πράξη για οκτώ μήνες. Σύμφωνα με την ηλεκτρονική έκδοση των «ΝΕΩΝ», επιστήμονες προειδοποιούν πως η κλιματική αλλαγή θα επιφέρει ολοένα πιο συχνά μετεωρολογικά φαινόμενα που χαρακτηρίζονται ακραία, γεγονός που θα πολλαπλασιάσει τις λεγόμενες φυσικές καταστροφές.
Οι ακραία ισχυροί καταβατικοί άνεμοι, η γεωμορφολογία της περιοχής και η παρατεταμένη και ακραία ξηρασία αποτελούν τους τρεις βασικούς παράγοντες αύξησης του κινδύνου σε επίπεδο εξάπλωσης της πυρκαγιάς.
Η ταχύτητα, αλλά και η συχνότητα εμφάνισης των ανέμων αυτών, που είναι γνωστοί και ως devil winds, ενισχύονται ακόμα περισσότερο λόγω της εξελισσόμενης κλιματικής κρίσης. Επιπρόσθετα στους παραπάνω παράγοντες, ο δομημένος ιστός λειτουργεί ως υπερκρίσιμος παράγοντας αύξησης του βαθμού τρωτότητας του συστήματος, αυξάνοντας ανάλογα το συνολικό βαθμό διακινδύνευσης, γεγονός που βίωσε έντονα και η περιοχή της Αθήνας το περασμένο καλοκαίρι.
«Αναμφίβολα, διαπιστώνουμε από τα γεγονότα ότι μία μεγάλη αστική πυρκαγιά δεν μπορεί εύκολα να αντιμετωπιστεί δεδομένου ότι στις περιοχές σύμπλεξης δασικού και αστικού ιστού, η καύσιμη ύλη κυρίως σε σύγχρονες αστικές περιοχές είναι πολλαπλάσια από αυτήν που εμπεριέχει ένα δάσος» αναφέρει ο Καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών και Πρόεδρος του ΟΑΣΠ, Ευθύμης Λέκκας. «Και ενώ δεν μπορεί κανείς να αποφύγει τα γεωδυναμικά φαινόμενα (σεισμοί, ηφαίστεια, τσουνάμι), η εξελισσόμενη πυρκαγιά αποτελεί μία σύνθετη καταστροφή, της οποίας τις επιμέρους διαστάσεις υπό συνθήκες εξελισσόμενης κλιματικής κρίσης δεν είμαστε ώριμοι έως τώρα να διερευνήσουμε».
Δυστυχώς, η σύγχρονη συγκυρία θα πρέπει να μας καταστήσει έτοιμους να αντιμετωπίζουμε όλο και συχνότερα τέτοιες συνθήκες, σαν αυτές που αποτύπωνε στο προφητικό (όπως αποδεικνύεται) ποίημά του με τίτλο «Η κατάρα του πεύκου», ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου ήδη το 1918. Ας θυμηθούμε λίγο κάποια από τα λόγια του: «Ανάβει η πέτρα, το λιβάδι βγάνει φωτιά. Νά ’βρισκε ο Γιάννης μια βρυσούλα, μια ρεματιά! Να μια βρυσούλα, πιε νεράκι να δροσιστείς¨. Σκύβει να πιει νερό στη βρύση, στερεύει ευθύς. […] Γιάννη, γιατί έσφαξες το δέντρο, το σπλαχνικό, πού ‘ριχνεν ίσκιο στο κοπάδι και στο βοσκό; Ο πεύκος μίλαε στον αέρα – τ’ ακούς, τ’ ακούς;- και τραγουδούσε σα φλογέρα στους μπιστικούς.[…] Πάλι Αλωνάρης και λιοπύρι! Πότε ήρθε; Πώς; Άγιε, σταμάτησε το λόγκο, που τρέχει εμπρός. […] Πέφτει σα δέντρο απ΄ το πελέκι.. βογκάει βαριά. Μακριά του στάθηκε το δάσος, πολύ μακριά. Εκεί τριγύρω ούτε χορτάρι, φωνή καμιά. Στ΄ αγκάθια πέθανε, στον κάμπο, στην ερημιά.»
Φοβάμαι πως δεν απέχουμε πολύ από το να ζούμε περίπου σαν τον ήρωα του ποιήματος. Ήδη οι εποχές έχουν αλλοιωθεί κλιματολογικά, σε σημείο που να μην ξεχωρίζει πλέον η Άνοιξη από το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο από το Χειμώνα. Η συνεχής αποψίλωση των δασών καθιστά τον αέρα που αναπνέουμε όλο και πιο κακής ποιότητας, τις πυρκαγιές ακολουθούν πλημμύρες, και δεν ξέρω αν υπάρχει πλέον άνθρωπος που θα τολμούσε να σκύψει και πιει νερό από ποτάμι ή έστω από πηγή ή φυσική βρυσούλα (αν υποθέσουμε ότι εξακολουθούν αν υπάρχουν τέτοιες).
Επιπλέον, όσο προχωρά η αστικοποίηση των κατοικημένων περιοχών, τόσο απομακρύνονται οι πηγές οξυγόνου (δάση, άλση, πάρκα κ.λπ.), με αποτέλεσμα να μη μπορεί κανείς να ξεχωρίσει τον ένα τόπο από τον άλλο. Με λίγη φαντασία, θα μπορούσαμε να μεταφέρουμε όλη την αφήγηση του ποιήματος στη σύγχρονη πραγματικότητα, βάζοντας στη θέση του «Γιάννη» όλη την ανθρωπότητα και στη θέση του «πεύκου» κάθε κλαράκι, δέντρο ή δάσος που καταστρέφουμε για την ικανοποίηση της απληστίας μας.
Όπως σημειώνει ο Κόνραντ Λόρεντς, «ο πολιτισμένος άνθρωπος, που ερημώνει με τυφλό βανδαλισμό τον φυσικό του περίγυρο από τον οποίο αντλεί τη διατροφή του, απειλεί τον εαυτό του με οικολογική καταστροφή. Όταν οι οικονομικές συνέπειες του βανδαλισμού αυτού θ’ αρχίσουν να γίνονται αισθητές, ο άνθρωπος θ’ αναγνωρίσει μάλλον το σφάλμα του, αλλά, τότε, θα είναι ίσως πολύ αργά.». Είμαστε μια γενιά (όχι μόνο εμείς οι πενηντάρηδες, αλλά και οι αμέσως μικρότεροί μας ) που έχει καταφέρει απίστευτα κατορθώματα στους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας.
Θα πρέπει, όμως, να έχουμε πάντα κατά νου αυτό που τονίζει σε κείμενό του ο Γιώργος Γραμματικάκης: «Το σπουδαίο θα ήταν να μπορούμε να υπερηφανευθούμε, σε χιλιάδες ή εκατομμύρια χρόνια, ότι το ανθρώπινο είδος έχει κατακτήσει υψηλά επίπεδα ισότητας και αξιών, και ότι οι πόλεμοι έχουν εκλείψει και ότι η Γη, το λίκνο της ανθρώπινης ζωής, έχει επουλώσει τις πληγές στις θάλασσες, τα δάση ή την ατμόσφαιρά της, και είναι πάλι ένας πανέμορφος πλανήτης. Διάσπαρτα άλλωστε, εδώ ή εκεί, θα βρίσκονται πάντοτε τα επιτεύγματα των σπουδαίων πολιτισμών, που αιώνες τώρα συνοδεύουν τη διαδρομή του ανθρώπου.
Η «εξωγήινη μοναξιά», λοιπόν, δεν φαίνεται ότι θα εγκαταλείψει εύκολα τον άνθρωπο. Η γήινή του ωστόσο μοναξιά, που είναι επικίνδυνη και πιο ανάλγητη, είναι μεγάλη ανάγκη να απαλυνθεί.» Οι σοφοί, κάθε αιώνα, μας προειδοποιούν. Μήπως ήρθε η ώρα να τους ακούσουμε;