– Τι έχεις, καημένε πλάτανε, και στέκεις μαραμένος,/ μέρα και νύχτα στο νερό και πάλι μαραμένος;/ Μην είν’ τα φύλλα σου πικρά κι οι ρίζες σου φαρμάκι;/ – Δεν είν’ τα φύλλα μου πικρά κι οι ρίζες μου φαρμάκι,/ έχω μαράζι στην καρδιά και βάσανο στα χείλη./ Αλή πασάς επέρασε με δέκα οχτώ χιλιάδες,/ κι όλοι στον ίσκιο μ’ έκατσαν, όλοι και στη δροσιά μου/ και στο σημάδι μ’ έβαλαν όλοι με την αράδα./ Άλλοι ρίχνουν στους κλώνους μου κι άλλοι ρίχνουν στα φύλλα/ και ο δερβίση Αλή πασάς ρίχνει μες στην καρδιά μου.

Σε πολλά δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται στα χρόνια της τουρκοκρατίας, διακρίνουμε δεκαπεντασύλλαβους που έχουν σχέση με τον πλάτανο. Με το αιωνόβιο αυτό δέντρο, που στα τετρακόσια χρόνια της σκλαβιάς έχει δει πολλά γεγονότα να διαδραματίζονται στις ρίζες του και πολλές κρεμάλες να δένονται στα κλωνάρια του. Γι’ αυτό και είναι μαραμένος.
Το τραγούδι, σε 7σημο ρυθμό, αναφέρεται στη Δέσπω του Λιακατά, που την άρπαξαν οι Τούρκοι, την πήγαν στα Γιάννενα και την έκλεισαν στο χαρέμι του Αλή πασά, όπου πέθανε από μαρασμό. Ο μαραμένος πλάτανος συμβολίζει το σκλαβωμένο έθνος, που ενώ τα φύλλα του είναι πικρά και οι ρίζες του φαρμάκι, στέκει ακόμα όρθιο, γιατί έχει βαθιά τις ρίζες του μέσα στο χώμα και στο νερό.
Οι ρίζες συμβολίζουν την ιστορία της Ελλάδας, που χάνεται στα βάθη των αιώνων και από εκεί παίρνει ζωή, κουράγιο και δύναμη να φουντώσει ξανά και να πρασινίσει πάλι.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ