Έρευνα του Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου – Χημικού
ΜΕΡΟΣ Β’
Ο ναός της Παρηγορήτισσας ως προστατευμένο Βυζαντινό μνημείo και οι προσπάθειες αποϊεροποίησής του.
Στην Άρτα δημόσιος φορέας έχει υπό τη δική του ευθύνη την Παρηγορήτισσα και το άμεσο περιβάλλον της, ως διατηρητέο αρχαιολογικό μνημείο. Όμως, ο Ν.3028/2002 οριοθετεί τις αρμοδιότητες του κάθε πολιτιστικού φορέα στους αρχαιολογικούς χώρους.
Στην παράγραφο 3 του νόμου γράφονται τα εξής: 1. Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας συνίσταται κυρίως: α) στον εντοπισμό, την έρευνα, την καταγραφή, την τεκμηρίωση και τη μελέτη των στοιχείων της. β) Στη διατήρηση και στην αποτροπή της καταστροφής, της αλλοίωσης και γενικά κάθε άμεσης ή έμμεσης βλάβης της. γ) Στην αποτροπή της παράνομης ανασκαφής, της κλοπής και της παράνομης εξαγωγής. δ) Στη συντήρηση και την κατά περίπτωση αναγκαία αποκατάστασή της. ε) Στη διευκόλυνση της πρόσβασης και της επικοινωνίας του κοινού με αυτήν. στ) Στην ανάδειξη και την ένταξή της στη σύγχρονη κοινωνική ζωή και ζ) στην παιδεία, την αισθητική αγωγή και την ευαισθητοποίηση των πολιτών για την πολιτιστική κληρονομιά.
Το πρώτο εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Με τις κοσμικού τύπου μουσικές εκδηλώσεις, που πραγματοποιούνται ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ, αλλοιώνουν ή όχι την ιερότητα του χώρου;
Οι παράγραφοι (η) και (ζ), αν ερμηνευτούν με βάση το είδος των πολιτιστικών εκδηλώσεων, που πραγματοποιούνται στον συγκεκριμένο χώρο, δεν ευσταθούν ως επιχειρήματα χρήσης του, γιατί η πολιτιστική κληρονομιά του συγκεκριμένου εκκλησιαστικού χώρου συνάδει με το Ευαγγέλιο, την εκκλησιαστική παιδεία, την εκκλησιαστική αισθητική αγωγή, την εκκλησιαστική βυζαντινή μουσική, τον μοναχισμό και την ασκητική της Ορθοδοξίας και δεν έχει καμία σχέση με ευρωπαϊκά άσματα ή σχετικά μουσικά σύνολα, ούτε με τη χορωδιακή μουσική αιρετικών χριστιανικών ομολογιών.
Ό,τι δημοσιεύουμε στη συνέχεια, τεκμηριώνουν πλήρως τα παραπάνω και είναι μερικά από τα παραδείγματα που μπορούμε να αναφέρουμε. (Όσον αφορά στον ν. Ν.3028/2002, θα επανέλθουμε). Παραθέτουμε γεγονότα του πρόσφατου παρελθόντος σχετικά με τις εκδηλώσεις εντός του ναού και ο κάθε σκεπτόμενος ας βγάλει τα συμπεράσματά του για το μέγεθος της πνευματικής και εκκλησιαστικής παρακμής που βιώνουμε.
Χορωδιακή συναυλία στον Βυζαντινό ναό της Παρηγορήτισσας (Μεγάλη Δευτέρα 10 Απριλίου 2024). Τη Μεγάλη Δευτέρα (10 Απριλίου) δόθηκε χορωδιακή συναυλία με τη Νεανική Ορχήστρα ΝΤΟ-ΡΕ-ΜΙ και το φωνητικό σύνολο CANTUS του Δημοτικού Ωδείου Ιωαννίνων. Μεταξύ των άλλων παίχτηκαν έργα των G.F. Handel, Α. Vivaldi,T.Vitali, Ν. Hooper, S. Flaherty, P.Tchaikovsky και άλλα. Ακόμα παίχτηκε το παραδοσιακό τραγούδι «Μάνα μου, μάνα», που αποτελεί Ύμνο-μοιρολόγι της Μεγάλης Παρασκευής των Μαρωνιτών του Λιβάνου. (Με το όνομα Μαρωνίτες προσδιορίζεται μια ιδιαίτερη θρησκευτική ομάδα Σύρων, οι οποίοι κατοικούν κυρίως στο Λίβανο, και η ύπαρξή τους οφείλεται στην αποδοχή της αιρέσεως του Μονοθελητισμού κατά τον 7ο αιώνα. Σήμερα θεωρούν- ται Ρωμαιοκαθολικοί χριστιανοί). Το ύφος του συγκεκριμένου μοιρολογιού δεν συνάδει με το Σταυροαναστάσιμο ύφος των βυζαντινών υμνογραφημάτων. Καλλιεργεί έναν άνευ προηγουμένου συναισθηματισμό.
Για την ταυτότητα του τραγουδιού υπάρχει το σχετικό link.https://www.youtube.com/ watch?v =XjJ6XODdbQc. (Ο ύμνος, που αποτελεί ένα μοιρολόι για τον θάνατο του Ιησού, διασκευάστηκε στα ελληνικά από τον Νίκο Γκάτσο, και έγινε γνωστός στο ελληνικό κοινό με τον τίτλο «Μάνα μου» και τη φωνή του μεγάλου ερμηνευτή της παραδοσιακής ποντιακής μουσικής Χρύσανθου)
Το παράξενο είναι ότι ενώ οι Μαρωνίτες είναι αιρετική θρησκευτική ομάδα, στο πρόγραμμα της εκδήλωσης παρουσιάζονται ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί του Λιβάνου… Αυτό σημαίνει, ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι στην εκδήλωση έχουν μαύρα μεσάνυχτα από Ορθόδοξη Θεολογία.
Έτσι, λοιπόν, η Παρηγορήτισσα μετατράπηκε σε χώρο κοσμικών συναυλιών με βιολιά, βιολοντσέλα, σοπράνο, όπου προβλήθηκε και ο ύμνος των αιρετικών Μαρωνιτών! Και ρωτάμε: Μετά από αυτά, οι υπεύθυνοι είναι υπερήφανοι για τις επιλογές τους; Και μέσα στον αχταρμά των επιλογών του μουσικού προγράμματος ήταν και ευρωπαϊκές διασκευές των ύμνων «Εξομολογείσθε τω Κυρίω» και «Aι Γενεαί Πά- σαι», που παρουσιάστηκαν με τη συνοδεία μουσικών οργάνων! Χριστούγεννα 2024. Πραγματοποιήθηκε πάλι εντός του ιερού ναού χορωδιακή μουσική εκδήλωση με τη συμμετοχή του Ωδείου Ιωαννίνων. Στη διάρκεια της εκδήλωσης ακούστηκαν και τα παρακάτω άσ- ματα, στα οποία αποδεικνύονται πως αλιβάνιστοι και αλειτούργητοι μολύνουν και απόϊεροποιούν τον ιερό χώρο του ναού.
1. Το τραγούδι «Άσπρο περιστέρι» (ποίημα Ν. Γκάτσου που μελοποιήθηκε από τον Μάνο Χατζηδάκι. 2. Νύχτα γλυκιά οι Άγγελοι δοξάζουν. Πρόκειται για ευρωπαϊκό τραγούδι που χρησιμοποιείται στις λατρευτικές εκδηλώσεις στις Ευαγγελικές (προτεσταντικές) εκκλησίες τα Χριστούγεννα. 3. Το τραγούδι Ήλιε μου, Ήλιε μου (μουσική: Κώστας Τουρνάς, Ρόμπερτ Ουίλ- λιαμς, στίχοι: Κώστας Τουρνάς, έτος παραγωγής: 2019 – σε συνδυασμό με το τραγούδι Άνθρωπε αγάπα… 4. Άγια νύχτα. Χριστουγεν- νιάτικο τραγούδι που ακούγεται στους προτεστάντικους και Λουθηρανικούς ναούς. 5. Δημοτικό τραγούδι του 1866 και άλλα.
Δηλαδή στον Βυζαντινό ιερό ναό της Παρηγορήτισσας, που παλιότερα ψάλλονταν τα υπέροχα χριστουγεννιάτικα υμνολογικά κείμενα των Αγίων Ιωάννη του Δαμασκηνού, του Αγίου Ρωμανού του μελωδού, του Αγίου Ανατολίου, του Αγίου Κοσμά Μαϊουμά, του Αγίου Ανδρέα Κρήτης, της Αγίας Κασσιανής, κλπ, σήμερα ακούγονται ευρωπαϊκά άσματα αιρετικών ομάδων καθώς και λαϊκά άσματα σύγχρονων τραγουδοποιών.
Τα περισσότερα από πενήντα χιλιάδες υμνογραφικά αριστουργήματα που κοσμούν την πολυποίκιλη λατρεία μας και είναι αναμφίβολα προϊόντα βαθιάς πίστεως και υγιούς θρησκευτικότητας, οι ιθύνοντες τα θεώρησαν ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΑ, για να ακούγονται στον συγκεκριμένο ναό. Αν αυτό δεν αποτελεί αλλοίωση της ταυτότητας του χώρου και τρανταχτή απόδειξη της πνευματικής μας παρακμής, τότε τι είναι; Δεν υπήρχαν χορωδίες βυζαντινής μουσικής που θα μπορούσαν να παρουσιάσουν στο ναό υπέροχους Χριστουγεννιάτικους βυζαντινούς ύμνους; Γιατί οι τοπικοί και εκκλησιαστικοί παράγοντες «ποιούν την νήσσαν»; Γνωρίζουν πολύ καλά, ότι η σιωπή σε τόσο σοβαρά θέματα μπορεί να θεωρηθεί και συναίνεση; Γιατί αφήνουν τους αλιβάνιστους και αλειτούργητους να βεβηλώνουν και να μολύνουν τον ιερό αυτό χώρο; Μήπως πρέπει να ξαναδιαβάσουν το σιγίλλιο του Πατριάρχη Ιερεμία, το οποίο αφορίζει καθένα που αλλοιώνει τον εκκλησιαστικό χώρο της συγκεκριμένης Μονής;
Υπενθυμίζουμε στους υπεύθυνους και τα εξής: Στη συνεδρίαση της 8ης Οκτωβρίου 1965 της Ιεραρχίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος, ο τότε Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος εισηγήθηκε το θέμα: «Τα δικαιώματα της Εκκλησίας έναντι των Ιερών Ναών, Παρεκκλησίων και Εξωκκλησίων, των κηρυσσομένων, υπό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας ως διατηρητέων Μνημείων ή Αρχαιολογικών Χώρων». Αναφερόμενος στη «μουσειο- ποίηση» των λατρευτικών οικοδομημάτων, μεταξύ άλλων, είπε χαρακτηριστικά: «Δυστυχώς όμως, αι ενέργειαι της Διευθύνσεως Αρχαιοτήτων εξέρχονται πολλάκις των επιτρεπομένων ορίων. Αναλαμβάνουσα οίκοθεν την αναστήλωσιν ή την συντήρησιν των εκκλησιαστικών μνημείων, καταλαμβάνει αυθαιρέτως αρχαίας ιε- ράς Μονάς, Ναούς, Παρεκκλήσια και Εξωκκλήσια και αποξενώνει τελείως τινά τούτων από του οικείου Επισκόπου, μεταβάλλουσα αυθαιρέτως τους καθηγιασμένους ιερούς τόπους λατρείας εις Μνημεία της νεκράς πλέον θρησκείας, εις αντικείμενα αρχαιολογικού μόνον και τουριστικού ενδιαφέροντος.
…Ιεροί και καθηγιασμένοι χώροι, εις ους επί αιώνας ολοκλήρους αντήχει η ιερά ψαλμωδία και μετά του λιβανωτού της λατρείας ανήρχοντο θερμαί αι προσευχαί προς τον Παντοκράτορα Κύριον και ετελείτο το Ιερώτατον της Θείας Ευχαριστίας Μυστήριον, μετά την κατάληψίν των υπό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, απηλλοτριώθησαν παντελώς του λατρευτικού των χαρακτήρος. Άλλοι δε πάλιν ιεροί χώροι, ως… ο Ιερός Ναός «Παρηγορίτισσα» Άρτης (Β.Δ. 26.4.1921), (κ.α) χαρακτηρισθέντες ως διατηρητέα Μνημεία, δεν έχουν μεν απωλέσει τον λατρευτικόν των χαρακτήρα, πλην εξαρτώνται από την Διεύθυνσιν Αρχαιοτήτων εις σημείον, ώστε άνευ της αδείας της να μη δύναται ουδέν να επιτελεσθή εν αυτοίς… (Αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Α. Στράγκας, Εκκλησίας Ελλάδος ιστορία εκ πηγών αψευδών (1817-1967), τόμος 7, Αθήναι 1969 – 1983, 4.505 επ).
Για το θέμα της «μουσειοποίησης» λατρευτικών οικοδομημάτων, ο Καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας Δημήτρης Πάλλας (1907-1995) έγραψε το 1989 τα εξής: «Είναι όμως επίσης αλήθεια, ότι και στους αρχαιολόγους δεν διαφεύγουν υπερβολές ή αστοχίες. Δεν νομίζω ότι πχ ήταν απαραίτητο, για τη συντήρηση του καθολικού – με τα ψηφιδωτά – της μονής του Οσίου Λουκά, καθολικού μονής εν ενεργεία, ο χαρακτηρισμός του ως Μουσείου, με απαγόρευση της άσκησης ιεροτελεστιών μέσα σε τούτο, με τοποθέτηση κοσμικών φυλάκων αρχαιοτήτων και είσπραξη εισιτηρίου… Επίσης, μετατράπηκε σε Μουσείο η εκκλησία της Παρηγορήτισσας στην Άρτα (παρομοίως με ψηφιδωτά), αλλ’ εδώ χωρίς να διαφαίνεται κάτι ως αντιεκκλησιαστικό πνεύμα (ήταν και αυτή αρχικώς μονή – μέσα στην πόλη – αλλ’ από καιρό διαλυμένη). ( Εκκλησία και Αρχαιολογική Υπηρεσία», αντί 411 (1989), 48-49). Αυτά γράφτηκαν το 1965 και 1989.
Σημειώνουμε στο σημείο αυτό, για αποφυγή παρεξηγήσεων, ότι επικροτούμε την παρουσίαση πολιτιστικών δρώμενων στην πόλη της Άρτας. Όμως, επειδή οι εκκλησιαστικοί χώροι δεν είναι κατάλληλοι για όλες τις πολιτιστικές εκδηλώσεις και προς αποφυγή παρεξηγήσεων, σκανδαλισμών και προστριβών, καλό θα ήταν να πραγματοποιούνται αυτές σε άλλους πιο κατάλληλους χώρους.
Ο σεβαστός πανεπιστημιακός διδάσκαλος πρω- τοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης, ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, γράφει: «Ακόμη και αν δεν γνωρίζει κανείς τους ιερούς κανόνες, που προβλέπουν αυστηρές ποινές για όσους μετατρέπουν τους ιερούς χώρους σε “κοσμικά κα- ταγώγια”, απλές θεολογικές γνώσεις και απλές αρχές ευσεβείας κραυγάζουν, ότι οι ιεροί ναοί είναι ιεροί τόποι και όλα όσα υπάρχουν μέσα στο ναό είναι ιερά πράγματα. Μοναδική και αποκλειστική χρήση τους είναι η λατρεία και η εξύμνηση του Θεού και η τέλεση των ιερών Μυστηρίων…
Ο ναός είναι οίκος του Θεού, είναι ο ουρανός επί της γης. Μπορεί κανείς να τον μεταβάλει σε κοινό οίκο, σε γη, σε χώρο κοσμικών και γήϊνων εκδηλώσεων; Τι νόημα τότε έχουν τα λειτουργικά “άνω σχώμεν τας καρδίας”, “τας θύρας τας θύρας εν σοφία πρόσχωμεν”, “τα άγια τοις αγίοις”;». Παρακάτω προσθέτει: «Ήδη στην Παλαιά Διαθήκη ο προφητικός λόγος είναι πολύ αυστηρός για όσους δεν διαστέλλουν μεταξύ ιερού και βεβήλου: Οι ιερείς αυτής (της Ιερουσαλήμ), ηθέτησαν τον νόμον μου και εβεβήλουν τα άγιά μου. Αναμέσον αγίου και βεβήλου ού διέστελλον και αναμέσον καθαρού και ακαθάρτου…και εβεβηλούμην εν μέσω αυτών’, (Ιεζ. 22,26)». Ο δε προφήτης Ησαΐας συμπληρώνει: «ο γαρ οίκος μου οίκος προσευχής κληθήσεται πάσι τοις έθνεσι», (56,7).