Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για την απόφαση της δημοτικής αρχής να διεκδικήσει και να πετύχει τη μεταφορά κονδυλίων ύψους περίπου 8 εκατομμυρίων ευρώ από το σχεδιασμό για κατασκευή γέφυρας στους Κεραμάτες, στην επιλογή της χρησιμοποίησής τους για την κατασκευή δεύτερης γέφυρας κοντά στην ήδη υπάρχουσα δίπλα στο περιώνυμο «γεφύρι», η οποία είναι ήδη επιβαρυμένη και από τα χρόνια και από τις αναπόφευκτες φθορές.
Η κριτική εστιάζεται κυρίως στο ότι τα χρήματα που θα χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή της νέας γέφυρας είχαν αρχικά εξασ- φαλιστεί (από την προηγούμενη δημοτική αρχή) για άλλο σκοπό. Επομένως, λένε όσοι αντιδρούν, δεν θα πρέπει να αλλάξει ο σκοπός χρήσης των εξασφαλισμένων αυτών χρημάτων, διότι κάτι τέτοιο θα σημάνει αναπόφευκτα και εγκατάλειψη του αρχικού σχεδίου, το οποίο, με τον τρόπο αυτό θα καταλήξει ανέφικτο. Αν δεχτούμε δε ότι η κατασκευή ενός τέτοιου έργου θα σήμαινε και μεγαλύτερη ανάπτυξη για την περιοχή, τότε η απόφαση μεταφοράς χρημάτων οδηγεί σε ακύρωση των αναπτυξιακών σχεδίων για την πόλη.
Δεν είναι άνευ λογικής οι θέσεις αυτές και θα ήταν απολύτως βάσιμες αν συνέτρεχαν κάποιες προϋποθέσεις. Καταρχάς θα έπρεπε να υπήρχε κάποια προοπτική χρήσης των χρημάτων αυτών, από τη στιγμή που δεσμεύτηκαν, για το σκοπό για τον οποίο δεσμεύτηκαν. Εν- νοώ ότι για να μπορούμε να μιλάμε για εγκατάλειψη ενός αναπτυξιακού σχεδίου, θα πρέπει αυτό να βρίσκεται σε κάποιο στάδιο υλοποίησης (προμελέτη, σχεδίαση, μελέτη κλπ) και τα χρήματα να κινούνται. Αν υφίσταται κάτι τέτοιο, όσοι ασκούν κριτική θα πρέπει να το επισημάνουν. Αν δεν υφίσταται, τότε δεν βλέπω για ποιο λόγο θα πρέπει να αφήνουμε αχρησιμοποίητο ένα σημαντικό ποσό που θα μπορούσε να λύσει άμεσα ένα σημαντικό πρόβλημα της πόλης μας. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, όπως επεσήμανε και ο Γερμανός πολιτικός και στρατιωτικός Ότο φον Μπίσμαρκ, «η πολιτική είναι η Τέχνη του εφικτού».
Αν αναλύσουμε τον όρο, ως «Τέχνη», όπως επισημαίνει και ο Παντελής Μπουκάλας σε άρθρο του στην «Καθημερινή», η πολιτική αναδεικνύεται ως δυνατότητα, «ανακατεύοντας απ’ την αρχή τα χαρτιά, προτείνοντας νέες ιδέες, γερά θεμελιωμένες, και αναζητώντας καινούργιες συμμαχίες, να ξανανοίξεις ένα παιχνίδι που φαίνεται οριστικά κλειστό και χαμένο». Σύμφωνα με τον ίδιο, μια από τις ερμηνείες του «εφικτού» η πιο θετική, σημαίνει πως το εφικτό είναι κακοτράχαλο δρομάκι που αν αποφασίσεις να το περάσεις, κι αν μεθοδεύσεις τις κινήσεις σου, ενδέχεται να σε βγάλει σε κάποιο ξέφωτο.
Όλα αυτά μας επιτρέπουν να αντιληφθούμε ότι, όπως τονίζει ο δημοσιογράφος Βασίλης Ψαριανός, το όποιο αποτέλεσμα από την άσκηση της πολιτικής εξαρτάται από τις διαθέσιμες δυνατότητες του πολιτικού υποκειμένου αλλά και τις αντικειμενικές συνθήκες, κάτω από τις οποίες επιδιώκεται η πραγματοποίηση του όποιου πολιτικού στόχου. Έτσι, αξιολογείται και η καλή ή η κακή επίδοση των πολιτικών που ασκούν κάποια εξουσία, ανάλογα με τις ευνοϊκές ή δυσμενείς συνθήκες, κάτω από τις οποίες επιχειρήθηκε η κατάκτηση του στόχου.
Σύμφωνα με τον Ψαριανό, οι δυνατότητες αυτών που ασκούν κάποια εξουσία και οι οποίοι επιχειρούν να λύσουν τα προβλήματα του τό- που τους, να πραγματοποιήσουν κάποιους στόχους και να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της κοινωνίας δεν είναι απεριόριστες. Η επιτυχία των επιδιωκόμενων στόχων, η μέγιστη ή η ελάχιστη ικανοποίηση των υπαρχουσών αναγκών εξαρτάται, βεβαίως, από την «τέχνη» που διαθέτει ο υπεύθυνος πολιτικός, συγχρόνως όμως, εξαρτάται και από τις κρατούσες – τοπικά και χρονικά – αντικειμενικές συνθήκες, κατά πόσον, δηλαδή, αυτές είναι ευνοϊκές ή παρουσιάζουν ορισμένες ή και ανυπέρβλητες, ανθρωπίνως, δυσκολίες. Μ’ άλλα λόγια, στην πολιτική θα πρέπει να αξιοποιεί κανείς τη δυνατότητα να επιτυγχάνει το καλύτερο αποτέλεσμα που μπορεί να επιτευχθεί, αναγνωρίζοντας τα εμπόδια και τους περιορισμούς ενός περιβάλλοντος με αυστηρές και συγκεκριμένες αλληλοσυνδεόμενες δομές και συνθήκες που δύσκολα μπορεί κάποιος πολιτικός να τις αλλάξει.
Στην προκειμένη περίπτωση, πριν καταλήξουμε σε θετική ή αρνητική στάση για τη συγκεκριμένη ενέργεια, θα πρέπει να εξετάσουμε τις παραμέτρους που αναφέρθηκαν. Υπήρχαν αντικειμενικές συνθήκες που επέτρεπαν την εκτέλεση του αρχικού έργου με το δεσμευμένο ποσόν ή υπήρχαν περιορισμοί που δύσκολα θα μπορούσαν (σε μικρό βάθος χρόνου) να αλλάξουν; Η λογική λέει ότι από τη στιγμή που το έργο πρωτοεμφανίστηκε ως σχέδιο επί δημαρχίας Πάνου Οικονομίδη, δηλαδή εδώ και μια δεκαπενταετία, και κάποια από τα αναγκαία χρή- ματα (διότι το συγκεκριμένο έργο είναι μεν έργο πνοής αλλά οπωσδήποτε μεγαλόπνοο και απαιτεί μεγάλο όγκο χρημάτων) δεσμεύτηκαν το 2019, δηλαδή εδώ και μια πενταετία τουλάχιστον, δεν μπορούμε να αποδεχτούμε ότι συντρέχουν οι αντικειμενικές συνθήκες για τη επίτευξή του, τουναντίον υπάρχουν περιορισμοί που δεν δύνανται να αλλάξουν άμεσα.
Απομένει λοιπόν η λύση είτε να χαθούν τα χρήματα είτε να διατεθούν για κάποιον άλλο σκοπό, πολύ πιο εφικτό και με άμεση επίπτωση στην καθημερινότητα των πολιτών. Κάτι ανάλογο, δηλαδή, με αυτό που έγινε και με τη χρήση του ΞΕΝΙΑ, για να μη χαθούν τα χρήματα από τη χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ. Δεν είναι σφάλμα να επιχειρούμε να αλλάζουμε τις συνθήκες και να τις εκμεταλλευόμαστε προς όφελος του τόπου, αυτό λέει η αποδοχή της ρήσης για την πολιτική ως τέχνη του εφικτού. Άλλωστε κανείς δε διαφωνεί με την άμεση αναγκαιότητα μιας επιπλέον γεφύρωσης στο ποτάμι στην είσοδο – έξοδο της πόλης.
Από εκεί και πέρα, όπως επισημαίνει ο Παντελής Μπουκάλας, δεν θα πρέπει αυτό, η επίτευξη του εφικτού δηλαδή, να αποτελέσει αφορμή για τελμάτωση των προσπαθειών για διεκδίκηση ακόμα καλύτερων στόχων και τη διασφάλιση των αντικειμενικών συνθηκών που θα επιτρέψουν την επίτευξή τους.
Μ’ άλλα λόγια, το σχέδιο των Κεραματών, δεν θα πρέπει να εγκαταλειφθεί, αλλά να τύχει επεξεργασίας τέτοιας που να επιτρέπει την κατασκευή του αφού διεκδικηθούν οι ανάλογοι πόροι.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ