Γράφει ο Ευάγγελος Νάνος, χειρουργός

Η Σπορά, η διαδικασία της οποίας στα μέρη μας τελείωσε πριν λίγες μέρες, έχει ηλικία μερικών χιλιάδων χρόνων. Αρχικά γινόταν χειρονακτικά και με πολύ μεγάλο κόπο ενώ, η σοδειά επηρεαζόταν από τις καιρικές και τις περιβαλλοντικές συνθήκες, φαινόμενα εν πολλοίς δυσερμήνευτα, μυστηριώδη και απρόβλεπτα που αποδίδονταν σε υπερφυσικές και θεϊκές δυνάμεις.
Σύμφωνα με τον Ησίοδο, η Γαία (γη) υπήρξε η αρχική θεότητα των Ελλήνων που ήταν προικισμένη με έντονη γεννητική ικανότητα και δύναμη και γέννησε τον Ουρανό, τα Μεγάλα Βουνά, την Άβυσσο των Θαλασσών και τον Πόντο. Η Γαία προϋπήρχε με το Χάος και τον Έρωτα στοιχεία που συνέβαλαν στη δημιουργία του κόσμου. Η Δήμητρα ήταν η θεότητα της προστασίας της γεωργίας αλλά και της ελεύθερης βλάστησης, του εδάφους και της γονιμότητας.
Η δημιουργία θεότητας για την προστασία της σποράς δείχνει αφ’ενός μεν την πίστη των αρχαίων στο ότι η σπορά ήταν θείο δώρο αφ’ ετέρου δε ότι είχε ανάγκη από την προστασία των θεών για να ευδοκιμήσει. Η πρώτη εμφάνιση της σποράς έγινε στην περιοχή της Μεσοποταμίας (σημερινό Ιράκ) και της Αιγύπτου κατά την αρχή της λίθινης εποχής περί το 10.000 π.Χ. Τα πρώτα φυτά που καλλιεργήθηκαν ήταν σιτάρι, κριθάρι, φακές, λινάρι και μπιζέλια. Αρχικά η σπορά γινόταν με τα χέρια και πρωτόγονα σκαλιστήρια . Η σπορά καθ’ εαυτή έφερε επανάσταση στην ιστορική εξέλιξη του ανθρώπου σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο.

Σύμβολο της σποράς το άροτρο
Η εισαγωγή του αρότρου που εισήχθη στα ίδια μέρη της Μεσοποταμίας περί το 4000 π.Χ. αποτέλεσε επανάσταση μέσα στην επανάσταση καθώς αύξησε εντυπωσιακά την παραγωγικότητα της γης ενώ λιγόστεψε τον απαιτούμενο κόπο. Με αυτό τον τρόπο η γη έγινε ικανή να παράγει περισσότερα πλεονάσματα τροφής τα οποία αποτέλεσαν τη βάση για πιο περίπλοκες κοινωνίες που βασίζονται στην καταμερισμό εργασίας.
Κατ’ αρχάς το άροτρο ήταν κατασκευασμένο από ξύλο και το έσερναν άνθρωποι. Μετά από πολλά χρόνια εξέλιξης και μετατροπών το έσερναν βόδια ή άλογα και έγινε μεταλλικό κυρίως από σίδερο. Το μεταλλικό άροτρο εμφανίσθηκε κατ’ αρχάς στην περιοχή του Καυκάσου περί τον 15ο αιώνα π.Χ. Από εκεί διαδόθηκε στη Μέση Ανατολή και την Ελλάδα περί τον 12ο αιώνα πΧ και στην Ιταλία από τους Ετρούσκους περί τον 9ο αιώνα π.Χ. Η αρχαιότερη απεικόνιση αρότρου στον κόσμο έχει βρεθεί στην Αίγυπτο σε μια τοιχογραφία που χρονολογείται περί το 1250 π.Χ.
Το άροτρο εδώ και χιλιάδες χρόνια θεωρείται το σύμβολο, το πιο απαραίτητο εργαλείο της σποράς και της καλλιέργειας, ακόμη και σήμερα που κινείται μηχανικά, το εργαλείο απ’ το οποίο εξαρτάται το όργωμα και η σπορά της γης και το οποίο συνιστά το πενήντα τοις εκατό του κόστους καλλιέργειας έστω και αν αυτή γίνεται σήμερα με πολύ μικρότερο κόπο.

Το άροτρο στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα σύμφωνα με τη μυθολογία το άροτρο κατασκευάσθηκε και διαδόθηκε από τον Τριπτόλεμο με τη βοήθεια και την καθοδήγηση της θεάς Δήμητρας. Οι πρώτες καλλιέργειες φαίνεται ότι έγιναν στην περιοχή της Ελευσίνας. Στις παραδόσεις πολλών από τις χώρες που ξεκίνησε η καλλιέργεια και η σπορά αυτή αποδόθηκε στη δράση κάποιων θεών ή θεόπνευστων αρχηγών πιθανόν επειδή η όλη διαδικασία θεωρήθηκε ζωτικής σημασίας για την επιβίωση του ανθρώπου. Η ίδια η Γη θεωρήθηκε ως η μήτρα της ζωής.
Το ίδιο συνέβη αργότερα και στην Ελλάδα με τη θεά Δήμητρα όπως είπαμε να αναλαμβάνει αυτό το ρόλο. Το όνομα εξ άλλου Δήμητρα σημαίνει μητέρα γη (Δη που στη Δωρική διάλεκτο σημαίνει Γη και Μήτηρ).

Η γη ως θεότητα
Η πρώτη φορά που εμφανίζεται σε γραπτό κείμενο η γη ως θεότητα είναι στο «Έπος του Γκιλγκαμές». Το έπος του Γκιλγκαμές είναι ένα επικό ποίημα, το αρχαιότερο γραπτό λογοτεχνικό κείμενο στον κόσμο που ανάγεται στον Άσσυρο-Βαβυλωνιακό πολιτισμό.
Συντάχθηκε στις αρχές της τρίτης χιλιετίας π.Χ. και περιγράφει τον τρόπο ζωής καθώς και γεγονότα που συνέβησαν πολλούς αιώνες πριν τη συγγραφή του. Σύμφωνα με τους ιστορικούς ο Γκιλ- γκαμές είναι υπαρκτό ιστορικά πρόσωπο που βασίλεψε στην πόλη Ουρούκ της Μεσοποταμίας περί το 2700 έως 2650 π.Χ. Σύμφωνα με το μύθο ο Γκιλγκαμές ήταν κατά τα δύο τρίτα Θεός και κατά το ένα τρίτο άνθρωπος. Είχε υπερφυσικές ικανότητες, πολλές αρετές και ομορφιά, είχε όμως και περισσή αλαζονεία.
Αφού περιπλανήθηκε στην επικράτεια της γης, αφού διέσχισε τον ωκεανό αντιμετωπίζοντας πολλούς κινδύνους, προϊστορικά τέρατα και επικίνδυνα φυσικά φαινόμενα επέστρεψε στην πατρίδα του Ουρούκ. Οι περιπέτειες του Γκιλγκαμές εμφανίζουν ομοιότητες και κοινά σημεία με τους άθ- λους του Ηρακλή, με την Οδύσσεια και την Ιλιάδα του Ομήρου αν και προϋπήρξαν κατά αιώνες από αυτά. Επίσης έχουν ομοιότητες με την μεταγενέστερη Παλαιά Διαθήκη πράγμα που δείχνει ότι το έπος του Γκιλγκαμές επηρέασε τα επόμενα της κείμενα της Παλαιάς διαθήκης και Αρχαίας Ελληνικής γραμματείας.

Ο Γκιλγκαμές
Ο Γκιλγκαμές με την πάροδο των χρόνων εμφάνισε μια μεταστροφή συμπεριφοράς και από σο- φός και δίκαιος έγινε σκληρός, άδικος και καταπιεστικός. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να βιάζει και να διακορεύει όλες τις γυναίκες του βασιλείου του πριν αυτές παντρευτούν. Ο υπαινιγμός ότι η μονοπρόσωπη και χωρίς έλεγχο εξουσία φθείρει και διαφθείρει, εδώ είναι σαφής.
Η συμπεριφορά αυτή του Γκιλγκαμές ώθησε τους υπηκόους του να επικαλεσθούν τη βοήθεια των θεών οι οποίοι ανέθεσαν στη θεά Αρούρου να πλάσει έναν άνθρωπο ίσο με τον Γκιλγκαμές ο οποίος θα του έβαζε φραγμό στις αυθαιρεσίες και την καταπίεση. Η Αρούρου ήταν θεά της γης, της βλάστησης και της σποράς αλλά και της δημιουργίας του κόσμου. Η θεά πλάθοντας αμάλαγο πηλό δημιούργησε έναν άνθρωπο τον Εκιντού.
Ο Εκιντού είχε ζωώδη χαρακτηριστικά, συμβιούσε με ζώα και έπινε νερό από λασπόνερα. Ένας κυνηγός ο Σανγκασού εντοπίζει τον Εκιντού ο οποίος όμως του ξεριζώνει τις παγίδες που είχε για τα ζώα και του καταστρέφει τα πηγάδια. Ο κυνηγός μιλάει στο θεό του Ήλιου Σαμάς και μετά συναντά τον Γκιλγκαμές με τον οποίο κανονίζουν ώστε ο Εκιντού να παρασυρθεί από μια πόρνη , ιέρεια του ναού, τη Σαμχάτ ως πρώτο βήμα για να ενημερωθεί και να εκπολιτισθεί.
Μετά από έξι μερόνυχτα έρωτα και διδασκαλίας στον Εκιντού από την Σαμχάτ, αυτή τον φέρνει σε ένα καταυλισμό βοσκών όπου μυείται σε μια ανθρώπινη διατροφή και γίνεται ο νυχτοφύλακας. Μαθαίνοντας από ένα άγνωστο οδυρώμενο ότι ο Γκιλγκαμές ετοιμάζεται να διακορεύσει μια μέλλουσα νύφη ο Εκιντού εξοργίζεται, πηγαίνει στην Ουρούκ και τον συναντά. Έρχονται σε μεγάλη αντιπαράθεση και σκληρή και αμφίρροπη πάλη. Τελικά ο ένας αναγνωρίζει τη δύναμη του άλλου και γίνονται φίλοι και αδελφοποιητοί. Και οι δύο μαζί αναλαμβάνουν επικίνδυνες αποστολές, ταξιδεύ- ουν σε απάτητα δάση, έρχονται αντιμέτωποι με τρομακτικά τέρατα και δαίμονες, αντιμετωπίζουν δυσμενείς καιρικές συνθήκες, πραγματοποιούν υπερφυσικά κατορθώματα και εκτελούν επίπονους άθλους.
Τελικά ο Εκιντού πεθαίνει και ο Γκιλγκαμές εν μέσω άφατης θλίψης προσπαθεί να τον επαναφέρει στη ζωή ζητώντας και τη βοήθεια ενός ζεύγους που επέζησε από τον μεγάλο κατακλυσμό. Όμως η προσπάθεια αποδεικνύεται μάταιη και το όνειρο των ανθρώπων για αθανασία απατηλό.

Το έπος του Γκιλγκαμές
Το έπος του Γκιλγκαμές δίνει μαθήματα ηθικής, θάρρους, φιλίας, αγωνιστικότητας και μαχητικότητας για την επίτευξη υψηλών στόχων. Αναγορεύει την κοινωνική ζωή και τον έρωτα ως απα- ραίτητες προϋποθέσεις για ένα πολιτισμένο και εξευγενισμένο τρόπο ζωής. Πάνω απ’ όλα όμως μέσα από τις γραμμές του εξιστορεί την βασανιστική και μακροχρόνια πορεία μετάβασης του ανθρώπου από την ημιάγρια, νομαδική κατάσταση του τροφοσυλλέκτη και κυνηγού σε εκείνη του ανθρώπου της σποράς και της καλλιέργειας της γης. Μία διαδικασία που είχε ξεκινήσει αιώνες πριν και συνεχίσθηκε για αιώνες μετά.
Πριν τη σπορά οι άνθρωποι ζούσαν συλλέγοντας ρίζες φυτών, σπόρους, καρπούς, βολβούς και λαχανικά ενώ ενίοτε κυνηγούσαν και, μικρά συνήθως, ζώα. Ζούσαν νομαδικά και συχνά μετακινούν- ταν σε μεγάλες αποστάσεις με δύσκολες συνθήκες και αβέβαια αποτελέσματα για ανεύρεση τροφής καθώς αυτή ήταν εποχιακή, διασπαρμένη, αραιή, σπάνια και με συνήθως βραχεία διάρκεια ζωής. Οι λιμοί (δηλαδή οι μεγάλες χρονικές περίοδοι με απόλυτη έλλειψη τροφής) ήταν συχνοί και απειλητικοί για τη ζωή. Ήταν ο φόβος και ο τρόμος των ανθρώπων της εποχής εκείνης. Η φράση των χριστιανικών δεήσεων «υπέρ του διαφυλαχθήναι από λοιμού, λιμού, σεισμού, καταποντισμού, πυρός…» δείχνει ότι ακόμη και την εποχή του χριστιανισμού οι άνθρωποι ένιωθαν να απειλούνται από το φάσμα της πείνας και κατέφευγαν στον Θεό για προστασία.

Άλλαξε ριζικά την εξέλιξη του ανθρώπου
Η σπορά θεωρείται ως μια από τις πιο επαναστατικές ανακαλύψεις στον ανθρώπινο βίο η οποία άλλαξε ριζικά την εξέλιξη και πρόοδο του ανθρώπινου γένους.
Κατ’ αρχάς μείωσε δραματικά τις πιθανότητες λιμού καθώς οι άνθρωποι με τη σπορά, τη συγκομιδή και την αποθήκευση μπορούσαν να έχουν τροφή για μεγάλα χρονικά διαστήματα ακόμη σε εποχές όπου υπήρχαν ελλείψεις, ανυπέρβλητες δυσκολίες και εμπόδια για τη συλλογή τροφίμων.
Ως εκ τούτου η σπορά και η καλλιέργεια της γης θεωρήθηκαν απαραίτητα στοιχεία για την επιβίωση του ανθρώπου. Η καλλιεργήσιμη γη θεωρήθηκε ότι ήταν το υλικό από το οποίο δημιουρ- γήθηκε ο άνθρωπος. Η θεώρηση αυτή υιοθετήθηκε από την αρχαία Εβραϊκή και στη συνέχεια πέρασε και στην Χριστιανική θρησκεία. Η σπορά λίγο αργότερα βοήθησε στην εκτροφή ζώων για κατανάλωση κρέατος και των προϊόντων που αυτά παράγουν. Με τη σπορά ο άνθρωπος ωθήθηκε προς την κατεύθυνση της περαιτέρω κοινωνικοποίησης.
Προκειμένου να γίνει καθαρισμός της γης, όργωμα, σπορά, περιποίηση των φυτών και συγκομιδή απαιτούνταν συλλογικές προσπάθειες και συνεργασίες εντός συγκεκριμένων χρονικών ορίων και όχι μεμονωμένες προσπάθειες όπως απαιτεί η απλή συλλογή σπόρων.
Έτσι οι άνθρωποι απομακρύνθηκαν από την νομαδική ζωή, εγκαταστάθηκαν σε κάποια μέρη με καλλιεργήσιμη γη, σταμάτησαν τις πολλές μετακινήσεις, συγκεντρώθηκαν σε κοινότητες, ίδρυσαν χωριά και πόλεις, συνεργάσθηκαν στενά, ανέπ- τυξαν κοινωνική ζωή και κοινωνικές σχέσεις. Σιγά σιγά ήρθαν σε στενότερες επαφές, οι μεταξύ τους εντάσεις, έριδες και συγκρούσεις, για το ποιος θα φτάσει πρώτος και ποιος θ’ αρπάξει την τροφή, μειώθηκαν. Οι άνθρωποι ανέπτυξαν πολιτισμό. Η σπορά υπήρξε ο ακρογωνιαίος λίθος στην ανάδυση των οργανωμένων κοινωνιών, καθώς διαμόρφωσε με διαφορετικό τρόπο την οικονομία και οικοδόμησε μια εντελώς νέα πολιτική οργάνωση.

Η γονιμότητα της γης
Η γονιμότητα της γης απέκτησε κομβικό νόημα για τις πρωτόγονες κοινωνίες η ίδια δε η Γη αναγορεύθηκε σε θεότητα που απελευθέρωνε μαγικές δυνάμεις, ικανές να θρέψουν τον άνθρωπο. Επειδή η όλη διαδικασία της σποράς είχε δυσκολίες, κόπο, αβέβαια αποτελέσματα, πολλές απογοητεύσεις και απαιτούσε πολλούς αγώνες δη- μιουργήθηκαν επιπλέον ειδικές θεότητες για να βοηθήσουν ή να επιβάλουν αυτούς τους αγώνες στους ανθρώπους.
Αυτές οι θεότητες και κάποια ανάλογα πνεύματα λατρεύτηκαν από τους ανθρώπους οι οποίοι προσέφευγαν σε αυτά ικετεύοντας και παρακαλώντας να τους γλυτώσουν από τους λιμούς βοηθώντας στην ευόδωση της παραγωγής ή ευχαριστώντας με εορτές και πανηγύρεις όταν η σοδειά ήταν ικανοποιητική. Οι λαοί της Μεσοποταμίας όπου ξεκίνησε η σπορά ξεκίνησαν και τη διαδικασία εμπ- λοκής της γης με τη θρησκεία. Μία τέτοια θεά της καλλιεργήσιμης γης και της σποράς ήταν, όπως προαναφέραμε, η θεά της Μεσοποταμίας Αρούρου. Η θεά Αρούρου απεικονιζόταν πολλές φορές ως βίαιη και οξύθυμη προκειμένου να επιβάλλει την καλλιέργεια της γης. Η Αρούρου ήταν η θεότητα που έπλασε τον άνθρωπο από πηλό, από τη γη.

Ανοιχτό πνεύμα οι Έλληνες
Οι αρχαίοι Έλληνες που είχαν ανοιχτό πνεύμα και υψηλό πολιτιστικό επίπεδο πολύ πριν την ακμή τους, δεν δίσταζαν να υιοθετήσουν και να αφομοιώσουν ιδέες και σκέψεις άλλων λαών, άλλων πολιτισμών ακόμη και άλλων θρησκειών.
Στη συνέχεια βέβαια κατόρθωναν να διευρύνουν και να αναπτύξουν περαιτέρω αυτές τις ιδέες. Έτσι αντέγραψαν και τη θεά Αρούρου της έδωσαν όμως το όνομα Δήμητρα η οποία όπως προείπαμε εισήγαγε στην Αρχαία Ελλάδα την καλ- λιέργεια της γης και τη γεωργία της οποίας ήταν και προστάτης. Προς τιμήν της Δήμητρας ανεγέρθηκαν δεκάδες ναοί πλησίον ή εντός καλλιεργούμενων εκτάσεων όπου λάμβαναν χώρα πολλές εορτές με τη μεγαλύτερη εξ αυτών τα Θεσμοφόρια , να τελούνται σε όλη την Ελλάδα περί τα μέσα Σεπτεμβρίου δηλαδή λίγο πριν αρχίσει η σπορά και που είχαν σαν αντικείμενο τις παρακλήσεις προς τη θεά Δήμητρα να βοηθήσει προκειμένου να ευδοκιμήσει η σπορά.

Το όνομα θεάς στα δημητριακά
Αργότερα κατά την Ελληνιστική περίοδο έδωσαν το όνομα της θεάς σε μια ομάδα σπόρων, τα “δημητριακά”, τα οποία τα θεωρούσαν, και σωστά, υψηλής διατροφικής αξίας. Οι αρχαίοι Έλληνες βλέποντας τον κόσμο πιο ανοιχτά, δηλαδή ολιστικά, επέκτειναν τη λατρεία πέραν της καλλιεργήσιμης γης, σε όλη τη φύση αλλά και σε υλικές, άϋλες και πνευματικές αξίες τις οποίες δόξαζαν και προστάτευαν. Έτσι όρισαν θεούς, για τη θάλασσα (Ποσειδώνας), τα άγρια ζώα (Άρτεμις), την άγρια βλάστηση (Διόνυσος), ενώ κάποιους ποταμούς τους θεωρούσαν τους ίδιους θεούς (Αχελώος).
Είχαν επίσης θεούς των βουνών, της άγριας φύσης, των νερών, των δασών, των πηγών, της γονιμότητας και του χορού (Πάνας), της μουσικής (Απόλλων ), του θεάτρου και του γλεντιού (Διόνυσος) και του Έρωτα (Αφροδίτη). Είχαν θεούς για οποιαδήποτε αξία πίστευαν ότι βοηθάει τον άνθρωπο να ζει καλά, να προοδεύει και να ευτυχεί. Πέραν του ορισμού της Δήμητρας ως θεάς οι αρχαίοι Έλληνες υιοθέτησαν από τον Ασσυρο-Βαβυλωνιακό πολιτισμό αυτούσιο σχεδόν και το όνομα της θεάς Αρούρου το οποίο το έδωσαν στη γη ονομάζοντάς την Άρουρα (γενική Αρούρης).
Η πρώτη φορά που εμφανίζεται σε ελληνικό γραπτό κείμενο η λέξη Άρουρα με την έννοια “Γη” , είναι στην Ιλιάδα του Ομήρου. Εκεί σε κάποια σκηνή όπου ο Αχιλλέας θρηνεί για τον χαμό του επιστήθιου φίλου του, Πάτροκλου, εμφανίζεται η μητέρα του Θέτις η οποία προσπαθεί να τον παρηγορήσει. Ο Αχιλλέας της εκμυστηρεύεται ότι πέραν της απέραντης θλίψης που τον διακατέχει αισθάνεται «άχθος αρούρης» δηλαδή, βάρος της γης, άχρηστος, βαθειά απογοητευμένος από τον εαυτό του και με πολύ χαμηλή αυτοεκτίμηση.
«…Ουδέ Πατρόκλω γενόμην φάος/ ουδ’ ετάροισι/ τοις άλλοις, οι δη πολλές δάμων./ Εκτορι- δίω/ αλλ’ είμαι παρά ναυσίν/ άχθος αρούρης».
Δηλαδή «…Ούτε έσωσα τον Πάτροκλο κι εκείνους τους συντρόφους που απ’ του Έκτορος απέθαναν τη λόγχη αλλά κάθομαι στα πλοία ” βάρος της γης«.

«Άχθος αρούρης»
Η φράση «άχθος αρούρης» χρησιμοποιείται στα αρχαία ελληνικά με την έννοια του άχρηστου αντικειμένου που απλώς βαραίνει τη γη χωρίς να χρησιμεύει σε τίποτε.
Ο λόγος για τον οποίο ο Αχιλλέας εδώ μέμφεται τον εαυτό του, οφείλεται στο ότι εγκατέλειψε τη μάχη σε ένα κρίσιμο σημείο του Τρωικού Πολέμου εξοργισμένος με τον Αγαμέμνονα ο οποίος του είχε αρπάξει δύο παλλακίδες, τη Χρυσηίδα και τη Βρησηίδα, τη μία μετά την άλλη. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του σε διάφορες μάχες σκοτώθηκαν πολλοί σύντροφοί του, μεταξύ τους και ο φίλος του Πάτροκλος, δημιουργώντας στον Αχιλλέα τύψεις συνειδήσεως για το λάθος του να απέχει από αυτές. Οι δύο λέξεις άχθος και Άρουρα δεν χρησιμοποιούνται σήμερα, μας έχουν όμως αφήσει κάποια παράγωγα εν χρήσει στη νεοελληνική γλώσσα.
Από τη λέξη άχθος (βάρος) παράγεται η λέξη αχθοφόρος, δηλαδή αυτός που φέρει, μεταφέρει βάρος. Από τη λέξη Άρουρα προέρχονται πιο πολλές λέξεις όπως: «άροτρο» (αλέτρι), «αρουραίος» (ποντικός της γης), «αράδα», που σημαίνει τη σειρά της γραμμής των αυλακιών που παράγονται από το άροτρο και γενικότερα τη σειρά ( κι αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πας) και «ούρο» που σημαίνει τη γραμμή που παράγεται στο χώμα από το ούρο που τρέχει αλλά και το ίδιο το υγρό ούρο.

Μετά ήρθαν τα τρακτέρ…
Η σπορά μετά την αρχική και επί πολλούς αιώνες διενέργειά της με τα σκαλιστήρια και στη συνέχεια με το άροτρο που έσερναν βόδια ή άλογα, πέρασε περί τα τέλη του 19ου αιώνα στη μηχανική καλλιέργεια (τρακτέρ, φρέζες, αυτόματα μηχανήματα σποράς και συγκομιδής).
Λίγο αργότερα άρχισε η ευρεία χρήση των χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων. Η ανάπτυξη της καλλιέργειας από την εισαγωγή της και επί πολλούς αιώνες εξελισσόταν, προόδευε και επεκτεινόταν αργά και σταθερά καταλαμβάνοντας περισσότερες εκτάσεις, χρησιμοποιώντας φυσικά λιπάσματα, αφήνοντας ενίοτε κάποιες εκτάσεις για αγρανάπαυση ή εναλλάσσοντας κάποιες καλλιέργειες (αμειψισπορά).
Έτσι τρέφονταν όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού παρ’ όλο που αυτός τα πολλά τελευταία χρόνια συνεχώς αυξάνεται, ενώ μειώθηκαν όπως προείπαμε, οι επιδημίες λι- μού. Παράλληλα διατηρούνταν ακμαία και υγιής η πανίδα, η χλωρίδα και η φυσική ισορροπία της γης και του περιβάλλοντος.

Σπορά… με παρενέργειες
Η σπορά όμως έχει συνδεθεί και με κάποιες παρενέργειες και δυσμενείς επιπτώσεις για τον άνθρωπο αλλά και την ίδια τη γη. Η πρώτη συμπίπτει με την έναρξη της σποράς και της καλλιέργειας οπότε εμφανίσθηκε και η ιδιοκτησία καλλιεργήσιμης γης. Κατ’ αρχάς η καλλιεργήσιμη γη ανήκε στην κοινότητα που την καλλιεργούσε.
Σύντομα όμως πέρασε στην ατομική ή οικογενειακή ιδιοκτησία. Με την μία ή την άλλη μορφή της, η ιδιοκτησία έγινε αιτία διαφορών, ανταγωνισμών, πολέμων, διακρίσεων και καταπίεσης από τους έχοντες προς τους μη έχοντες. Από τα πρώτα θύματα των διακρίσεων ήταν οι γυναίκες οι οποίες βρέθηκαν χωρίς ιδιοκτησία υφιστάμενες μια άνευ προηγουμένου καταπίεση, η οποία εξελίχθηκε στην πατριαρχία και την ανδροκρατία. Θύματα ανάλογης ίσως και σκληρότερης καταπίεσης ήταν και όσοι δούλευαν τη γη χωρίς να την κατέχουν. Αυτοί κατά καιρούς ήταν οι δούλοι, οι σκλάβοι, οι είλωτες, οι δουλοπάροικοι και οι κολίγοι.
Όλοι σχεδόν οι παραπάνω δούλευαν με εξαντλητικά ωράρια, μέσα σε απάνθρωπες συνθήκες, με ελάχιστες απολαβές που απλώς κάλυπταν μία λειψή διατροφή και άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Αποσπούσαν ψίχουλα από τη σπορά την οποία αυτοί διενεργούσαν από την έναρξή της έως τη συγκομιδή των προϊόντων που παρήγαγε.
Οι αγώνες των ακτημόνων εργατών γης αλλά και η πολύ χαμηλή παραγωγικότητα των μεγάλων γαιών και κτημάτων είχαν σαν αποτέλεσμα κάποια στιγμή, μεγάλες εκτάσεις που ανήκαν στο κράτος ή σε μεγαλοϊδιοκτήτες να διανεμηθούν ή να πωληθούν σε αυτούς που την καλλιεργούσαν καθόσον μάλιστα με τη βιομηχανική επανάσταση τον 19ο αιώνα ο αγροτικός τομέας υποχώρησε ως δύναμη παραγωγής έναντι του βιομηχανικού τομέα ο οποίος εξελισσόταν με γοργούς ρυθμούς και η κατοχή μεγάλων εκτάσεων έπαψε να είναι πηγή εξουσίας και πλούτου για την άρχουσα τάξη.
Έτσι οι μεγάλες ιδιοκτησίες κατατμήθηκαν σε μικρές ή μεσαίες οι οποίες μπορούσαν να δανειστούν χρήματα από τις κερδοσκοπικές πλέον τράπεζες και να προχωρήσουν σε εκβιομηχάνιση της παραγωγής.

Η είσοδος της βιομηχανίας στη γεωργία
Λίγο αργότερα η διείσδυση της βιομηχανίας στη γεωργία ευνόησε την εκ νέου ανάπτυξη μεγάλων καλλιεργούμενων εκτάσεων, ενώ διατηρήθηκε σημαντική μικρή και μεσαία ιδιοκτησία επειδή αφ’ ενός μεν η μηχανική καλλιέργεια αύξησε την παραγωγικότητα της γης αφ’ ετέρου δε η παγκοσμιοποίηση ανέδειξε νέες αγορές σε όλο τον κόσμο.
Επιπλέον αναδύθηκαν και αναπτύχθηκαν πέραν των ομίλων μηχανοκίνητων γεωργικών εργαλείων και τεράστιες εταιρίες παραγωγής σπόρων, λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων με δυνατότητες ελέγχου της παγκόσμιας γεωργικής παραγωγής. Επί- σης η μηχανική καλλιέργεια και τα λιπάσματα άρχισαν να επεκτείνουν την καλλιεργήσιμη γη σε εδάφη που μέχρι πριν λίγα χρόνια παρέμειναν ακαλλιέργητα επειδή θεωρούνταν δυσπρόσιτα, άγονα ή κοστοβόρα για καλλιέργεια.

Άναρχα και χωρίς σεβασμό
Στη συνέχεια η καλλιέργεια επεκτάθηκε άναρχα, χωρίς σεβασμό προς τη φύση, χωρίς μελέτη και χωρίς σύνεση. Πολύ μεγάλες εκτάσεις με δάση ή θαμνώδη βλάστηση που αποτελούσαν πνεύμονες της γης όσον αφορά την συγκράτηση διοξειδίου του άνθρακα και την παραγωγή οξυγόνου, αποψιλώθηκαν προς χάριν της αύξησης της γεωργικής παραγωγής συμβάλλοντας στην υπερθέρμανση της γης και την κλιματική αλλαγή.
Προκειμένου να μειωθεί το κόστος παραγωγής εφαρμόσθηκαν μονοκαλλιέργειες σε μεγάλες εκ- τάσεις με δραματικές συνέπειες για τη βιοποικιλότητα ενώ ευνοήθηκε και η ανάπτυξη ανθεκτικών μορφών ζιζανίων και παρασίτων, διαταράσσοντας την ισορροπία της φύσης και στερώντας από τους ανθρώπους ένα πλήθος μικροθρεπτικών ουσιών όπως τα φωτοχημικά (στερόλες, φλαβονοειδή, ρεσ- βεραστρόλη, ανθοκυανίνες, καροτενοειδή κα) τα οποία παράγονται από άγρια φυτά και δρουν ως αντιοξειδωτικά, αντιφλεγμονώδη, αντιμικροβιακά, αντιικά, αντιμυκητιασικά και προστατευτικά της ανθρώπινης υγείας αλλά και του εδάφους και των καλλιεργειών.
Τέλος, για την αύξηση της παραγωγής δημιουργήθηκαν υβριδικά φυτά τα οποία απαιτούν μεγάλες ποσότητες νερού το οποίο κατασπαταλάται ανεξέλεγκτα στερώντας το από άλλες σοβαρές χρήσεις και συμβάλλοντας στη διάβρωση και υποβάθμιση του εδάφους.
Η ανεξέλεγκτη επέκταση της καλλιεργήσιμης γης και η υπέρβαση των δυνατοτήτων της εις βάρος των δασών και των θαμνωδών εκτάσεων έχει δυσμενείς επιπτώσεις και στην άγρια ζωή (ζώα, πουλιά, έντομα) πολλά είδη της οποίας έχουν ήδη εξαφανιστεί ή απειλούνται με εξαφάνιση λόγω έλλειψης ζωτικού χώρου.

Άγρια εκμετάλλευση της γης
Μετά τον 19ο και κυρίως μετά τον 20ο αιώνα και με την έλευση της βιομηχανικής επανάστασης στην εκμετάλλευση των εργαζομένων προστέθηκε και η άγρια εκμετάλλευση της γης και μάλιστα με εντατικούς ρυθμούς καθώς η γη δεν μπο- ρεί να αρθρώσει φωνή διαμαρτυρίας.
Απλώς νοσεί κινδυνεύοντας μάλιστα να νοσήσει πολύ βαριά. Η βιομηχανική επανάσταση και ο σύμφυτος με αυτή καπιταλισμός αύξησε τις πολλαπλές καλλιέργειες, μείωσε την αγρανάπαυση και την αμεψεισπορά (δηλαδή την εναλλαγή καλλιεργειών στο ίδιο χωράφι) και επεκτάθηκε και στα οικόσιτα ζώα και τα προϊόντα που παράγονται από αυτά (κρέας, γαλακτοκομικά, αυγά).
Η υπερκατανάλωση που ευνοείται από τον καπιταλισμό έχει επεκταθεί και στα δημητριακά, κρεα-τικά και ζωικά προϊόντα και έχει γίνει πλέον συν- ήθεια και τρόπος ζωής στα οικονομικά ισχυρά κράτη ή άτομα έχει οδηγήσει σε μεγάλες αυξήσεις των μεταβολικών και εκφυλιστικών νοσημάτων όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπέρταση, η παχυσαρκία, τα καρδιαγγειακά και εγκεφαλικά επεισόδια. Η εκτατική και άνευ ορίων καλλιέργεια ευνοεί την εξάντληση των αποθεμάτων του εδάφους και την μείωση της αποδοτικότητάς του. Παρά ταύτα η γη εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως μία αστείρευ- τη πηγή κέρδους, σαν λάφυρο με ατελείωτες δυνατότητες και αντοχές.

Τα λιπάσματα που χρησιμοποιήθηκαν

Κατ ‘ αρχάς για τη βελτίωση του εδάφους σε περιεκτικότητα ορισμένων στοιχείων τα οποία αποτελούν τροφή για τα φυτά ή για την αναπλήρωση στοιχείων που είχαν εξαντληθεί από τα φυτά των προηγούμενων γενεών. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται όλο και σε μεγαλύτερες δοσολογίες προκειμένου να ανατρέψουν την ποιοτική και ποσοτική υποβάθμιση της παραγωγικότητας της γης.
Από παλιά χρησιμοποιούνταν κάποιες ουσίες ως φυσικά λιπάσματα όπως κοπριές, φύλλα σε αποσύνθεση ή εναλλαγή σποράς με ψυχανθή φυτά (μπιζέλια, κουκιά, λούπινα, βίκος κα) τα οποία δεσμεύουν το Άζωτο της ατμόσφαιρας και το μετατρέπουν σε αφομοιώσιμο Άζωτο για τα ίδια τα φυτά. Αυτή την πρακτική την γνώριζαν οι παλιοί αγρότες και την εφάρμοσαν συχνά εμπειρικά.
Η χρήση όμως αυτής της μορφής λιπασμάτων ήταν περιορισμένη και αρκετά φιλική με το περιβάλλον αλλά και την υγεία των ανθρώπων. Από τον 17ο αιώνα άρχισε η ραγδαία αύξηση των χημικών λιπασμάτων η οποία έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις από τον 19ο αιώνα και εντεύθεν. Η χρήση των λιπασμάτων κατ’ αρχάς αύξησε εντυπωσιακά την φυτική παραγωγή και κατ’ επέκταση τους ανθρώπους που βρήκαν τροφή. Η συνεχής όμως επέκταση της γεωργικής παραγωγής οδηγεί στην υποβάθμιση έως και εξάντληση των φυσικών πόρων της γης. Οι μεγάλοι παίκτες και θιασώτες της συνεχώς επεκτεινόμενης γεωργικής παραγωγής ισχυρίζονται ότι ωθούνται σ ‘ αυτή την εκτατική πολιτική ακολουθώντας τις αυξημένες ανάγκες τροφίμων λόγω της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού.
Σύμφωνα όμως με μια πρόσφατη μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων τα τρόφιμα που παράγονται σε όλο τον κόσμο είναι περισσότερα κατά 1,5 φορές από τις ανάγκες του. Άρα, για τις ελλείψεις τροφίμων ευθύνονται οι ακραίες ανισότητες στην κατανομή του πλούτου και η μεγάλη συγκέντρωση της παραγωγής και του εφοδιασμού των τροφίμων στα χέρια λίγων, παγκόσμιας εμβέλειας ομίλων, οι οποίοι ελέγχουν τις ποσότητες και τη διάθεση γεωργικών προϊόντων προσβλέποντας μόνο στο κέρδος και αδιαφορώντας για τους ανθρώπους που λιμοκτονούν αλλά και για τις επιπτώσεις της πολιτικής αυτής επί του εδάφους, της γης και του περιβάλλοντος.
Φθάνουν μάλιστα στο σημείο να καταστρέφουν τρομακτικές ποσότητες τροφίμων για να επιτύχουν αύξηση ή συγκράτηση τιμών τις οποίες τιμές βέβαια καθορίζουν οι ίδιοι ανεξέλεγκτα. Οι άνθρωποι πάντως σε όλο τον κόσ- μο που ζουν με μειωμένη ποσότητα της απαραίτητης τροφής ή σε πλήρη ένδεια τροφής πλησιάζουν το 1,2 δισεκατομμύρια.
Η χρήση και ιδιαίτερα η αλόγιστη και ανεξέλεγκτη χρήση των έχει λιπασμάτων και άλλες δυσμενείς περιβαλλοντικές παρενέργειες όπως: Τον ευτροφισμό δηλαδή την υπερανάπτυξη ορισμένων φυτών και μικροσκοπικών οργανισμών που καταναλώνουν υπερβολικές ποσότητες οξυγόνου στερώντας το από άλλες χρήσι- μες μορφές ζωής. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στους υδρόβιους οργανισμούς των θαλασσών , των λιμνών και των ποταμών λόγω της περίσσειας των λιπασμάτων που εισχωρούν στον υδροφόρο ορίζοντα και μεταφέρονται παντού. Τα όξινα αζωτούχα λιπάσματα προκαλούν οξίνιση του εδάφους που επηρεάζει αρνητικά τα αυτόχθονο φυτά, την αποδοτικότητα της καλλιεργήσιμης γης και την άγρια ζωή.
Τα αυξημένα νιτρικά άλατα που περιέχονται στα λιπάσματα εισχωρούν και στο πόσιμο νερό προκαλώντας βλάβες στο ανθρώπινο αίμα και κυρίως στα βρέφη καθώς εμποδίζουν την αιμοσφαιρίνη να μεταφέρει το οξυγόνο στους ιστούς οδηγώντας σε αναπτυξιακά και αναπνευστικά προβλήματα. Τα χημικά λιπάσματα πολλές φο- ρές αυξάνουν τον πολλαπλασιασμό και την ανάπτυξη κάποιων παρασίτων όπως οι αφίδες (μελίγκρα) και διαταράσσουν τα τοπικά οικοσυστήματα. Κάποια λιπάσματα περιέχουν καρκινογόνες προσμίξεις όπως μόλυβδο, υδράργυρο, κάδμιο και νικέλιο. Τα αμμωνιακά λιπάσματα παράγουν κατά τη διάσπασή τους μεθάνιο που αυξάνει την ατμοσφαιρική ρύπανση και τα αζωτούχα λιπάσματα παράγουν υποξείδιο του Αζώτου που συμβάλλει στην καταστροφή της σφαίρας του όζοντος.
Τα φυτοφάρμακα αρχικά σχεδιάστηκαν για την εξουδετέρωση κάποιων παρασίτων, δηλαδή μικροοργανισμών που ασκούν βλαπτική επίδρα- ση σε κάποια φυτά εν όλω ή εν μέρει καθώς και εναντίον ζιζανίων και εντόμων. Τέτοια παράσιτα είναι οι αφίδες, θρίπες, κάμπιες, ακάρεα μύκητες κα. Από το 1950 και εντεύθεν οπότε η χρή- ση των φυτοφαρμάκων άρχισε να αυξάνεται με φρενήρεις ρυθμούς, έχουν παρατηρηθεί πολλές συνέπειες τόσο για τον άνθρωπο όσο και τη γη και το περιβάλλον. Στον άνθρωπο μπορεί να προκαλέσουν οξείες δηλητηριάσεις από κατάποση, εισπνοή ή άμεση επαφή. Σε παγκόσμιο επίπεδο περί τα 380 εκατομμύρια άνθρωποι δηλητηριάζονται ετησίως από τους οποίους 11 χιλιάδες πεθαίνουν.
Οι άνθρωποι που εκτίθενται σε μακροχρόνια επαφή με φυτοφάρμακα όπως οι καλλιεργητές και οι κάτοικοι επιβαρυμένων περιοχών έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες από τον υπόλοιπο πληθυσμό να αναπτύξουν σοβαρά νοσήματα όπως: Χρονία Αναπνευστική Ανεπάρκεια, Λέμφωμα (καρκίνος των λεμφαδένων), Καρκίνος Ουροδόχου Κύστεως, Λευχαιμία και άλλα. Μεγαλύτερες βλαπτικές συνέπειες παρατηρούνται στις έγκυες και τα παιδιά. Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί αύξηση της γενικής θνησιμότητας του πληθυσμού που κατοικεί κοντά σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
Το φάρμακο DDT χρησιμοποιήθηκε από το 1945 με πολύ καλά αποτελέσματα ως εντομοκτόνο για την αντιμετώπιση των κουνουπιών άρα και της ελονοσίας σε μέρη όπου υπήρχαν πολλά κρούσματα. Στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε και ως ζιζανιοκτόνο. Μετά από πολλές μελέτες και έρευνες τη δεκαετία του 1970 διαπιστώθηκε ότι το DDT είναι επιβλαβές τόσο για το περιβάλλον όσο και για τον άνθρωπο στον οποίο μπορεί να προκαλέσει καρκίνο παγκρέατος και ήπατος, πρόωρους τοκετούς, αποβολές εμβρύων, ενδοκρινικές και νευρολογικές διαταραχές κα. Η βλαπτική του δράση παρατείνεται επί μακρόν καθώς παραμένει στη φύση αδιάσπαστο για πολλά χρόνια. Το 2001 με τη σύμβαση της Στοκχόλμης το DDT απαγορεύτηκε να χρησιμοποιείται ως φυτοφάρμακο, σε διεθνές επίπεδο. Παρά ταύτα σε πολλές χώρες κυκλοφορεί ακόμη και σήμερα με την άδεια ή την ανοχή των αρχών ή και παράνομα λόγω αδυναμίας ελέγχου και από εκεί εξάγεται λαθραία και σε χώρες όπου έχει απαγορευτεί. Μία από αυτές τις χώρες είναι και η Ελλάδα.
Το ζιζανιοκτόνο Γλυφοσάτη που κυκλοφορεί με την εμπορική ονομασία Roundup μετά από πολλές επιστημονικές έρευνες έχει ενοχοποιηθεί ότι προκαλεί γενετικές ανωμαλίες και αυξημένο κίνδυνο νόσησης από Λέμφωμα non Hodgkin (μια μορφή καρκίνου των λεμφαδένων) από το 2015. Εν τούτοις η εταιρεία παραγωγής καταφέρνει να το κυκλοφορεί μέχρι και σήμερα με συνεχείς παρατάσεις.
Οι βλαπτικές επιπτώσεις των φυτοφαρμάκων στο έδαφος και το φυσικό περιβάλλον είναι πολλές και διαρκούν επί μακρόν. Εκατοντάδες μελέτες έχουν δείξει ότι πολλά παρασιτοκτόνα, εντομοκτόνα και ζιζανιοκτόνα δρουν εχθρικά, και χωρίς διάκριση μεταξύ ωφέλιμων και βλαπτικών μικροοργανισμών και φυτών, παραβλάπτοντας γενικώς την χλωρίδα και την πανίδα των περιοχών όπου χρησιμοποιούνται.
Τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα αντιπαρασιτικά φάρμακα τα νεονικοτινοειδή εκτός από τα βλαβερά για τις καλλιέργειες έντομα – στόχους δηλητηριάζουν και πολλά ωφέλιμα έντομα όπως μέλισσες, σφήκες, πεταλούδες, βομβίνες και άλλα τα οποία λειτουργούν ως επικονιαστές δηλαδή προάγουν την παραγωγή των φυτών και παράγουν το μέλι.
Στη Μέση Ανατολή λόγω του φαινομένου αυ- τού οι μέλισσες έχουν μειωθεί κατά 70% ενώ, στην Αμερική κατά 30%. Μειώσεις μελισσών παρατηρούνται και στη χώρα μας αν και δεν είναι γνωστός ο ακριβής αριθμός. Πολλά από τα έντομα που σκοτώνονται αποτελούν τροφή για άλλους οργανισμούς οι οποίοι πεθαίνουν τρώγον- τας τα δηλητηριασμένα πλέον έντομα από το χώμα, τη βλάστηση ή τα νερά που πέφτουν. Τέτοιοι οργανισμοί είναι σκουλήκια, πουλιά, χελώνες, σκαντζόχοιροι, λαγοί, υδρόβιοι και αμφίβιοι οργανισμοί. Η δηλητηρίαση φτάνει μέχρι τους θαλάσσιους οργανισμούς όπου μεταφέρονται τα φυτοφάρμακα μέσω επίγειων ή υπόγειων υδάτων.
Είναι γνωστό ότι ελάχιστες πολυεθνικές εταιρείες παράγουν και διανέμουν τα φυτοφάρμακα σε όλο τον κόσμο τα οποία αύξησαν την παγκόσμια μεν τη φυτική παραγωγή, αύξησαν όμως και την παγκόσμια νοσηρότητα, θνησιμότητα και υπογονιμότητα καθώς και την ανάπτυξη παρασίτων και εντόμων ανθεκτικών σε όλα τα φάρμακα. Οι εταιρείες αυτές παρασκευά- ζουν σπόρους και φυτά μεταλλαγμένα τα οποία έχουν αυξημένη παραγωγική ικανότητα εκτοπίζουν όμως όλα τα ντόπια είδη από το φυσικό τους χώρο όπου παράγονταν επί πάρα πολλά χρόνια και ήταν συνδεδεμένα με το περιβάλλον, όσον αφορά την βέλτιστη παραγωγικότητα και την ανθεκτικότητα.
Πέραν όμως από τις πολυεθνικές εταιρείες και τα αγροτοβομηχανικά συμπλέγματα που έχουν αποκλειστικό σκοπό το κέρδος αδιαφορώντας για τις συνέπειες στο έδαφος και το περιβάλλον, και μικροί παραγωγοί ακόμα και με οικογενειακές καλλιέργειες έχουν μπει σε αυτό τον κύκλο της αυξανόμενης χρήσης φαρμάκων προφανώς λόγω άγνοιας ή μειωμένου βαθμού περιβαλλοντικής ευαισθησίας και με τη διάθεση να επιτύχουν αυξημένη παραγωγή. Έτσι συμβάλλουν στην επίταση του προβλήματος χρησιμοποιώντας τα φυτοφάρμακα πέραν οποιονδήποτε μέτρου, κανόνων και προδιαγραφών δεδομένης και της απουσίας ελέγχων.
Η άκρατη εμπορευματοποίηση της γης, του εδάφους, του υπεδάφους, των δασών, των νε- ρών και των θαλασσών έχει υποβαθμίσει την ποιότητα της ίδιας της γης, του περιβάλλοντος και ολόκληρου του πλανήτη. Ο τρόπος για να ανασταλεί αυτή η καταστροφική πορεία είναι κατ’ αρχάς η Βιολογική Καλλιέργεια. Η βιολογική καλλιέργεια η οποία θα πρέπει να συνδεθεί με ανεξάρτητους ελεγκτικούς μηχανισμούς για την ορθή εφαρμογή της (μερικοί υπάρχουν ήδη) αλλά και τον έλεγχο του εμπορίου τροφίμων, απόρων και φυτοφαρμάκων καθώς και με τον έλεγχο της άνευ όρων κερδοσκοπίας.
Βιολογική καλλιέργεια είναι η καλλιέργεια που γίνεται χωρίς προσθήκη χημικών λιπασμάτων, εντομοκτόνων και ζιζανιοκτόνων για τη βελτίωση της παραγωγής καθώς και χωρίς χορήγηση φαρμάκων, ορμονών ή άλλων ουσιών στις τροφές των ζώων για την υπέρμετρη ανάπτυξή τους. Ως λίπασμα μπορεί να χρησιμοποιηθούν υπολείμματα τροφών, κοπριά και σπορά με ψυχανθή φυτά. Η βιολογική γεωργία σέβεται τη γη, σέβεται τον πλανήτη ολόκληρο, το περιβάλλον, την όποια μορφή ζωής και την αρμονική συμβίωση φύσης και ανθρώπου. Φροντίζει για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Η βιολογική γεωργία επαναφέρει τη γεύ- ση, τη μυρωδιά και την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων. Η βιολογική γεωργία συμβαδίζει με μια γενικευμένη οικολογική συνείδηση που ενδιαφέρεται για τη συνέχιση της παραγωγής και από τις επόμενες γενιές , φροντίζει για τη λεγόμενη αειφόρο ανάπτυξη.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ