Γράφει ο Αντώνης Κολιάτσος
«Ποιος να πιστέψει την ιστορία, όταν για πράγματα που έγιναν μόλις χθες λέγονται τόσα ψέματα»; Όττο Φον Μπίσμαρκ
Μέρος Β΄
Στο προηγούμενο (Μέρος Α΄) του, με τον υπερκείμενο τίτλο, άρθρου μας παραθέσαμε κάποια ιστορικά ντοκουμέντα, που αντικρούουν τους τρείς δικαιολογητικούς λόγους στους οποίους, κατά τον καθηγητή – ιστορικό κ. Διονύση Τσιριγώτη, ερείδεται η «Μεταξική» ουδετερότητα, η οποία και απετέλεσε την πεμπτουσία της «Της Ελληνικής Υψηλής Πολιτικής το 1940».
Δηλαδή όπως ειπώθηκε, ο Μεταξάς επέλεξε την ουδετερότητα απέναντι στους δύο αντιμαχόμενους σχηματισμούς, επειδή τασσόμενος υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς «θα κινδύνευε το καθεστώς του από εσωτερική ανατροπή», ή επειδή είχε την πεποίθηση ότι «τα συγγενή ιδεολογικά καθεστώτα του Χίτλερ και Μουσολίνι δεν είχαν κανένα λόγο να επιτεθούν στην Ελλάδα», ή επειδή «η Μεταξική ουδετερότητα», που εκ των πραγμάτων θα απέκλειε την προσχώρηση της Ελλάδας στον «Άξονα», «θα… ικανοποιούσε τον Αγγλόφιλο Έλληνα βασιλιά Γεώργιο Β΄ και παράλληλα τον Άγγλο ομόλογό του κατά την Βρετανική κυβέρνηση».
5. Τώρα το πόσο κινδύνευε η Μεταξική δικτατορία από εσωτερική ανατροπή εάν ο τότε κυβερνήτης εντασσόταν στο ένα ή το άλλο στρατόπεδο, ας αφήσουμε να το πει ο Λίνκολν Μακ Βη (σσ Πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ελλάδα/ 1933 – 1941): «στον ατομικιστή Έλληνα, δεν ταιριάζει η ολοκληρωτική νοοτροπία και δεν αποκαλύπτω μυστικά λέγων ότι πολλοί επέκριναν αλλά ολίγοι καταπολέμουν την δικτατορίαν Μεταξά. Όταν όμως η ξένη απειλή άρχισε να επιδεινούται, το μυαλό των Ελλήνων εστράφη από τα τοπικά ζητήματα εις τον κοινόν κίνδυνον. Και τελικώς όταν ο δικτάτωρ απήντησεν εις το ιταλικόν τελεσίγραφον με ένα γενναίον «ΟΧΙ», ουδείς Έλλην εσκέφθη έστω και δια μίαν στιγμήν ότι ωμίλει ως δικτάτωρ. Ωμίλησε μόνον όπως θα ωμίλει κάθε Έλλην αγαπών την χώραν του και με το «ΟΧΙ» του εκέρδισε την πραγματικήν ηγεσίαν ολόκληρου του λαού»(6). Αλλά εκείνο που εντυπωσιάζει περισσότερο παντός άλλου είναι τα λόγια των δύο εμβληματικών στελεχών του τότε ΚΚΕ, των αείμνηστων Μίκη Θεοδωράκη και Γρηγόρη Φαράκου, οι οποίοι, με αφορμή την κηδεία του δικτάτορα, δήλωσαν: «…Ο θάνατος του Μεταξά ήταν ένα μεγάλο σοκ… Στην Τρίπολη έγιναν μνημόσυνα σε διάφορες εκκλησίες. Κι εμείς πήγαμε σε μια εκκλησία, όχι στη μητρόπολη, σε μια άλλη, πιο μικρή. Την ώρα λοιπόν του μνημοσύνου, ο κόσμος έκλαιγε τόσο γοερά, ώστε από τη μία εκκλησία στην άλλη άκουγες τα κλάματα. Έκλαιγε όλη η πόλη για τον Μεταξά. Τόσο τυχερός ήταν δηλαδή, έτυχε η κατάλληλη στιγμή να πει το «ΟΧΙ» και μετά να πεθάνει… Και πίσω από το «ΟΧΙ» αυτό, δείχνει ότι ήταν ίσως ο μοναδικός πολιτικός στην Ευρώπη που δεν πίστευε στη νίκη του Χίτλερ. Πίστευε δηλαδή ότι θα νικήσουν οι Εγγλέζοι, κάτι που εκείνη τη στιγμή έμοιαζε παράλογο…»(7). Και ο δεύτερος: «…Και θα πω και κάτι ακόμα: Στην κηδεία του Μεταξά εγώ παρευρέθηκα. Ήμουν από εκείνους που με τίποτα δεν τον ήθελα, αλλά παρευρέθηκα. Και παρευρέθηκε πολύς τέτοιος κόσμος…»(8).
6. Σε ένα δεύτερο συμπέρασμά του ο κ. Δ. Τσιριγώτης επεσήμανε: «τα δύο σφάλματα στρατηγικής του Μεταξά». Το πρώτο ήταν, «ότι έδινε μικρές πιθανότητες να εκδηλωθεί εισβολή από την ιδεολογικά συγγενή Ιταλία». Και το δεύτερο ότι «δεν οχύρωσε επαρκώς το μέτωπο της Ηπείρου, έναντι εκείνου της Μακεδονίας, γιατί εσφαλμένα πίστευε ότι ακόμη και αν υπάρξει Ιταλική εισβολή αυτή θα γινόταν από την πλευρά της Δυτικής Μακεδονίας και από κοινού με την Βουλγαρία».
Όμως όλες σχεδόν οι ιστορικές πηγές συγκλίνουν στο ότι ο Μουσολίνι από το 1923 που επεχείρησε να καταλάβει την Κέρκυρα, έδειξε τις επιθετικές διαθέσεις του κατά της Ελλάδας. Και αργότερα, τον Νοέμβριο του 1937, μαζί τον Ιταλό ΥΠΕΞ και γαμπρό του Τσιάνο, έκαναν σκέψεις για την προσάρτηση των Τιράνων και της Κέρκυρας. Ενώ, στις 11 και 13 Αυγούστου 1939, αφότου ο Χίτλερ συνομιλώντας με τον Τσιάνο τον παρότρυνε «η Ιταλία να δώσει την χαριστική βολή στη Γιουγκοσλαβία το συντομότερο», ο Μουσολίνι είχε πάρει το μήνυμα. Και με το σκεπτικό ότι αν έχανε τις αποικίες στην Αφρική από τους Βρετανούς, θα αποκτούσε καινούργιες στα Βαλκάνια, ζήτησε από τον Μπαντόλιο να σχεδιάσει να επιτεθεί κατά της Θεσσαλονίκης (σσ όπου οι αγγλο-γάλλοι σχεδίαζαν απόβαση) και της Γιουγκοσλαβίας, στην οποία θα συμμετείχε και η καραδοκούσα Βουλγαρία(9).
Πράγματι, μετά την υπογραφή του Συμφώνου Ελληνοτουρκικής Φιλίας (1930) και του Βαλκανικού Συμφώνου του 1934, η Αλβανία ήταν εξαιρετικά αδύναμη για να αποτελεί απειλή, ενώ το Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας δεν προέβαλε σοβαρές αξιώσεις επί της Μακεδονίας. Για τους λόγους αυτούς, μόνη πραγματική απειλή για την ελληνική εθνική ασφάλεια κατά τη δεκαετία του 1930 θεωρούνταν η Βουλγαρία με τις αξιώσεις που έτρεφε, ήδη από την εποχή της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, έναντι της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης. Έτσι, όταν ο Ιωάννης Μεταξάς ανή-λθε στην εξουσία το 1936, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις έπρεπε να προπαρασκευά- ζονται για μια πιθανή βουλγαρική επίθεση κατά των κρατών του Βαλκανικού Συμφώνου συνολικώς ή και μόνο κατά της Ελλάδας. Γι’ αυτό τέθηκε σε εφαρμογή σχέδιο αναδιοργάνωσης των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων και της δημιουργίας ισχυρής αμυντικής γραμμής κατά μήκος των ελληνο-βουλγαρικών συνόρων, η γνωστή αμυντική «Γραμμή Μεταξά».(10)
Όμως όταν ο Μεταξάς πληροφορούνταν από τον τότε πρεσβευτή της Ελλάδας στα Τίρανα Γεώργιο Σεφέρη (σσ ο μετέπειτα νομπελίστας συγγραφέας) ότι οι Ιταλοί είχαν επιδοθεί σε διανοίξεις δρόμων και συγκέντρωση στρατού στα ελληνο-αλβανικά σύνορα, όταν από την Ρώμη έφθαναν στην Αθήνα διαρρεύσασες ακριτομυθίες Ιταλών ιθυνόντων για επικείμενη επίθεση κατά της Ελλάδας, και όταν στα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα Ιταλοί στρατιώτες τραγουδούσαν: «Απ’ του Αιγαίου τα νερά/ θα πάρουμε τον Πειραιά/ και αν όλα είναι φίνα/ θα πάρουμε και την Αθήνα». Ασφαλώς και ο τότε κυβερνήτης δεν είχε την αφέλεια να θεωρεί ότι η «ιδεολογικά συγγενής» φασιστική Ιταλία δεν είχε ιμπεριαλιστικές βλέψεις στην Ελλάδα. Ενώ όταν στις 7 Απριλίου 1939, ιταλικές δυνάμεις κατέλαβαν την Αλβανία, ο Μεταξάς, παρά την προσπάθειά του να κρατήσει την ουδετερότητα της Ελλάδος, τον Μάιο του 1939 άλλαξε το αμυντικό σχέδιο αμύνης της χώρας. Επρόκειτο για το ονομασθέν σχέδιο ΙΒ (Ιταλία – Βουλγαρία), που είχε δύο αμυντικές παραλλαγές. Η πρώτη προέβλεπε, επίθεση της Ιταλίας ενώ η δεύτερη επίθεση της Ιταλίας συνεπικουρούμενη από τις ένοπλες δυνάμεις της Βουλγαρίας(11).
Επομένως, κάθε ισχυρισμός περί εσφαλμένης στρατηγικής του Μεταξά προς αντιμετώπιση της ιταλικής εισβολής μάλλον υποκρύπτει προσπάθεια σκόπιμης και άδικης υποτίμησης της στρατιωτικής ιδιοφυΐας του.
Από το άλλο μέρος και μόνο το γεγονός ότι ο Μεταξάς, ήταν ο μόνος στρατιωτικός ηγέτης που διαφώνησε ανοικτά με τον τότε πρωθυπουργό Ελ. Βενιζέλο συμβάλλοντας καθοριστικά στη ματαίωση της ελληνικής συμμε- τοχής στην επιχείρηση κατάληψης των στενών των Δαρδανελίων, του Βοσπόρου και της Κωνσταντινουπόλεως από την ΑΝΤΑΝΤ (Φεβρουάριος – Απρίλιος 1915), γιατί κατά τον Έλληνα στρατιωτικό ηγέτη ήταν εκ προοιμίου καταδικασμένη να αποτύχει, που ως γνωστόν κόστισε στους αγγλο-γάλλους 247.000 νεκρούς, τραυματίες και αγνοούμενους και οδήγησε σε παραίτηση την τότε κυβέρνηση του Τσόρτσιλ, αλλά και η σφοδρή αντίθεσή του στην ελληνική εκστρατεία στη Μικρά Ασία, που είχε ως επακόλουθο την Μικρασιατική καταστροφή, καταδεικνύουν γιατί πέφτουν στο κενό οι όποιες επικρίσεις εναντίον του, ως στρατιωτικού ηγέτη στον πόλεμο του 1940(12).
7. Τέλος, στον ισχυρισμό του καθηγητή κ. Δ.Τ. ότι «μας αρέσει να ζούμε με μυθοπλασίες», με το να πιστεύουμε ότι η 8μηνη εποποιΐα του 1940 καθυστέρησε την εισβολή των Γερμανών στην Σοβιετική Ένωση», την απάντηση αφήνουμε να την δώσουν περισσότερο πιο ειδήμονες του γράφοντος πρόσωπα που άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο πρωταγωνίστησαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: «Εάν οι Ιταλοί δεν είχαν επιτεθεί στην Ελλάδα και δε χρειάζονταν τη βοήθειά μας, ο πόλεμος θα είχε πάρει διαφορετική τροπή. Θα είχαμε αποφύγει το ρωσικό χειμώνα κατά αρκετές εβδομάδες και θα είχαμε καταλάβει το Λένινγκραντ και τη Μόσχα. Δεν θα υπήρχε Μάχη του Στάλινγκραντ»(13).
«Αν το αποτυχόν χάρις εις την νικηφόρον αντίστασιν της Ελλάδος μεσογειακόν σχέδιον του Hitler επετύγχανεν, η επίθεσις της Γερμανίας εναντίον της Ρωσίας θα είχεν όλως διάφορα αποτελέσματα. Οι ήρωες που έχουν βάψει με το αίμα τους την ιεράν γην της Βορείου Ηπείρου, οι μαχηταί της Πίνδου και οι άλλοι, θα είναι οδηγοί μαζί με τους Μαραθωνομάχους, θα φωτίζουν ανάτους αιώνας την οικουμένην»(14).
«Επολεμήσατε άοπλοι εναντίον πανόπλων και ενικήσατε. Μικροί εναντίον μεγάλων και επικρατήσατε. Δεν ήτο δυνατόν να γίνει άλλως, διότι είσθε Έλληνες. Εκερδίσαμεν χρόνον διά να αμυνθώμεν. Ως Ρώσοι και ως άνθρωποι σας ευγνωμονούμε»(15).
«Η απροσδόκητη και ισχυρή αντίσταση των Ελλήνων εβράδυνε την επίθεση κατά της Ρωσίας για περισσότερο από δύο μήνες. Αν δεν υπήρχε η καθυστέρηση αυτή, η εξέλιξη του πολέμου θα ήτο διαφορετική, τόσο εις το Ανατολικό μέτωπο όσο και εις τον πόλεμο γενικά, και άλλοι σήμερα θα ήσαν εις την θέσιν του κατηγορουμένου» (16).
Τελικά τι ήταν ο Μεταξάς, ήταν Αγγλόφιλος ή Γερμανόφιλος; Αλλά πως γίνονταν να είναι Αγγλόφιλος, όταν λίγες ημέρες αφότου εκδηλώθηκε η Ιταλική επίθεση, βρέθηκε παρολίγον θύμα ανατροπής του από βρετανούς πράκτορες της περίφημης μυστικής υπηρεσίας «D» (προδρόμου της SOE); Στην οποία, σημειωτέον, από τον Ιούλιο του 1940 ο Ουίνστον Τσόρτσιλ είχε διαμηνύσει: «Βάλτε φωτιά στην Ευρώπη», υπονοώντας πρόκληση δολιοφθορών και κάθε είδους σαμποτάζ εναντίον μη αγγλόφιλων προσώπων και καταστάσεων. Μάλιστα από τα αρχεία του Φόρεϊν Όφις, προκύπτει ότι τα μηνύματα της εν λόγω μυστικής υπηρεσίας προς το Λονδίνο, ενεφάνιζαν τον Μεταξά να αλληθωρίζει προς τον Χίτλερ, κάτι που ενέτεινε τον κίνδυνο να σπάσει η ελληνική ουδετερότητα (σσ έλεγαν το καθεστώς Μεταξά πολεμά τους Ιταλούς και όχι τον φασισμό). Ενώ στο αποκορύφωμα των ανησυχιών του Τσόρτσιλ για μια τέτοια εξέλιξη, περί το Δεκέμβριο του 1940 ηγετικό στέλεχος της «D» ελάμβανε τηλεγράφημα από την βρετανική πρωτεύουσα που του τόνιζε: «Η ελληνική υποστήριξη προς εμάς θα μπορούσε να διασφαλιστεί με την επιβολή στρατιωτικής δικτατο- ρίας υπό τον Θ. Πάγκαλο, που στηρίζεται από τους Βενιζελικούς». Ωστόσο, το σχέδιο διέρρευσε και δεν προχώρησε. Από την άλλη ο Μεταξάς αν και είχε εκπαιδευτεί στη Γερμανία και έχαιρε μεγάλης εκτίμησης του Γενικού Επιτελείου στο Βερολίνο, εν τούτοις όταν ήρθε η στιγμή η Ελλάδα να επιλέξει στρατιωτική εκπαιδευτική αποστολή, εκείνος προτίμησε τη Γαλλία και όχι τη Γερμανία(17). Δηλαδή, αν και η εν λόγω επιλογή είναι ενδεικτική, εν τούτοις φάνηκε πόσο… γερμανόφιλος ήταν ο Μεταξάς. Πάντως το συμπέρασμα για το τι τελικά ήταν ο Μεταξάς, βγαίνει μόνο δια της μαθηματικής «εις άτοπον απαγωγή».
(6) Lincoln Mac-veagh: The Greek Miracle εν «Greece Fighls» New York 1942, σελ.8)»
(7) Μ. Θεοδωράκης: «Καθημερινή» 28/10/ 2006
(8) Γρηγόρης Φαράκος, τέως γενικός γραμμαέας του ΚΚΕ: «Καθημερινή» 28/10/2006)
(9) Heinz A. Ricther – επιφανής Γερμανός ιστορικός (Η Ιταλο-Γερμανική Επίθεση εναντίον της Ελλάδος, σελίδες 17,18 και 21)
(10)Heinz A. Ricther(Η Ιταλο-Γερμανική Επίθεση εναντίον της Ελλάδος, σελίδα 24)
(11)Heinz A. Ricther (σελίδες 19, 22)
(12) Προ της θυέλλης, Αννίβας Βελλιάδης(Πρέσβης ε.τ), εκδόσεις Ενάλιος, σελ.22-23)
(13) Ο Αδόλφος Χίτλερ, σε συνομιλία του με τη Λένι Ρίφενσταλ (Leni Riefenstahl).
(14) Ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών Antony Eden
(15) Η ΕΣΣΔ, διά του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Μόσχας (27 Απριλίου 1942)
(16) Από την κατάθεση του Γεμανού Στρατάρχη Κάϊτελ στη δίκη της Νυρεμβέργης
(17) « Οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες στην Ελλάδα 1940 – 1947 (Κ. Καψάσκης-διδάκτωρ παν/μίου Campridge). Πηγή: «Καθημερινή» (26/10/2024)