Μέρος Β΄

Εβαλαν, λοιπόν, την Άννα Στακτοπούλου και υπέγραψε στην «κατάσταση» παραλαβής από την ασφάλεια κάποιων κινητών πραγμάτων της γράφοντας και μερικές λέξεις που ήθελαν να συγκρίνουν με τις αντίστοιχες του φακέλου, όπως «Περιφέρεια 11 αστυνομικού Τμήματος».
Ακολούθησε αντιπαραβολή με τον φάκελο και διαπιστώθηκε ότι οι δύο γραφές δεν ήταν εντελώς άσχετες μεταξύ τους. Υπήρχε κάποια μακροσκοπική ομοιότητα ορισμένων γραμμάτων. Αυτό αρκούσε στον Μουσχουντή να διατάξει τη σύλληψή του Γρηγόριου Στακτόπου- λου κι από κει και πέρα ήξερε αυτός τι θα κά- νει. Τον εξόντωσε κυριολεκτικά με ψυχολογικά και σωματικά βασανιστήρια και τον ανάγκασε να «ομολογήσει» τόσο τη συμμετοχή του στο έγκλημα ως αναγκαίος συνεργός όσο και ότι τον φάκελο έγραψε η μητέρα του Άννα, πλην του αριθμητικού «3ον» που έγραψε αυτός!
Με τον Γρηγόρη Στακτόπουλο συναντήθηκα στο επί της οδού Σόλωνος 52 γραφείο μου τον Απρίλιο του 1977 έπειτα από σύσταση του κα-λού μου φίλου Στέλιου Παπαθεμελή. Μου παρέδωσε δείγματα γραφής ενός παντοπώλη κον- τά στο Λευκό Πύργο της Θεσσαλονίκης, του Σάββα Καραμιχάλη, και μου ζήτησε να τα εξετάσω συγκριτικά με τη γραφή του φακέλου και να αποφανθώ αν προέρχονται ή όχι από το ίδιο πρόσωπο. Μου αποκάλυψε ότι παράλληλα είχε απευθυνθεί και σε άλλον συνάδελφο με τα ίδια στοιχεία και το ίδιο ερώτημα και μου είπε ότι αν ομοφωνήσουμε θα μας φέρει σε επαφή.
Έπειτα από ένα 10ήμερο τηλεφώνησα στο Στακτόπουλο να έρθει στο γραφείο μου να του πω το συμπέρασμά μου, το οποίο ήταν θετικό και αυτός μού αποκάλυψε ότι στο ίδιο θετικό συμπέρασμα είχε καταλήξει και ο συν- άδελφός μου Δημήτριος Θωμάς. Συζητήσαμε το γραφολογικό θέμα με τον συνάδελφο και συντάξαμε δωρεάν κοινή γνωμοδότηση, στην οποία εκθέσαμε με ακρίβεια όλα τα γενικά και ειδικά ευρήματα που προέκυψαν, από την ποσοτική και ποιοτική πληρότητα των οποίων οδηγηθήκαμε στο βέβαιο συμπέρασμα, ότι ο Σάββας Καραμιχάλης ήταν το πρόσωπο που έγραψε τον φάκελο προς το 3ο Αστυνομικό Τμήμα Θεσσαλονίκης.
Η εντολή του Στακτόπουλου στο Θωμά και σε μένα μαζί με τα έγγραφα που μας παράδωσε και το ερώτημα που μας έθεσε, περιέχονται στις σελίδες 366 έως 368 του βιβλίου του «ΥΠΟΘΕΣΗ ΠΟΛΚ – Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΟΥ ΜΑΡΤΥΡΙΑ» Αθήνα 1984 εκδόσεις «ΓΝΩΣΗ». Με τον Θωμά συζητήσαμε και το νομικό μέρος της υπόθεσης και το συμπέρασμά μας ήταν σύννομο, αφού η γνωμοδότησή μας παρείχε νέα στοιχεία, τα οποία ήταν άγνωστα στους δικάσαντες την υπόθεση δικαστές, δηλαδή νομικά συνέτρεχε λόγος επανάληψης της δια- δικασίας (αναψηλάφηση). Δεν είπαμε δηλαδή ότι δεν είναι η Άννα Στακτοπούλου που έγραψε τον φάκελο, κάτι που καλύπτεται από το δεδικασμένο της απόφασης του Κακουργιοδικείου Θεσσαλονίκης, αλλά ότι τον φάκελο έγραψε συγκεκριμένο πρόσωπο, ο παντοπώλης κοντά στο Λευκό Πύργο, Σάββας Καραμιχάλης.
Για την ιστορία αναφέρω ότι από τότε που δώσαμε στον Στακτόπουλο τη γνωμοδότησή μας πέρασαν 47 χρόνια χωρίς αυτή να αμφισβητηθεί από κανένα. Μόνο ο επιζών τότε Αριστείδης Πουλαντζάς, που μαζί με τον Κουγέα είχαν αποφανθεί το 1948 σαν πραγματογνώμονες ότι τον φάκελο έγραψε η Άννα Στακτοπούλου, μας κατηγόρησε ότι ενεργήσαμε δήθεν παράνομα ενώ ως δικηγόρος έπρεπε να γνωρίζει τις περί νέων στοιχείων δικονομικές διατάξεις. Όταν, όμως, τον καλέσαμε να συζητήσουμε τα νέα στοιχεία δημόσια ενώπιον δημοσιογράφων, αρνήθηκε. Ούτε η απόρριψη της πρώτης αίτησης αναψηλάφησης του Στακτόπουλου από το Δ΄ Τμήμα του Αρείου Πά- γου ανέτρεψε την άποψή μας, αφού περί των στοιχείων που χρησιμοποιήσαμε και της ορθότητας και επιστημονικότητας του συμπεράσματός μας ουδεμία απόδειξη διατάχθηκε, όπως είχαν ζητήσει οι δυο μειοψηφίσαντες αρεοπαγίτες, δηλαδή να διαταχθεί νέα πραγματογνωμοσύνη από τρεις πραγματογνώμονες στους οποίους να δοθούν τα νέα στοιχεία και να αποφανθούν αν το πρόσωπο που έγ- ραψε τον φάκελο ήταν ο Σάββας Καραμιχάλης. Σπουδαία νομική αξία έχει η άποψη των μειοψηφούντων αρεοπαγιτών ότι «Το συμπέρασμα της πραγματογνωμοσύνης ταύτης εί- ναι αναγκαίον δια να κριθεί και αν η εφ’ ής εστηρίχθη η καταδίκη του Στακτόπουλου, ομο- λογία του απέδιδε τα συμβάντα ή ήτο αναληθής, καθ’ ο μέρος αναφέρεται εις την παρ’ αυτού προς Γ΄ Αστυνομικό Τμήμα Θεσσαλονίκης αποστολήν του περιέχοντος την ταυτότητα του Πόλκ ως άνω φακέλου».
Όταν ήρθε στο γραφείο μου ο Στακτόπουλος για να του ανακοινώσω το αποτέλεσμα της έρευνας, του είπα ότι εγώ δεν έχω καμία αμφιβολία ότι τον φάκελο έγραψε ο Καραμιχάλης, πλην όμως αμφιβάλλω αν υπάρξουν αρεο- παγίτες να διατάξουν την επανάληψη της διαδικασίας. Θα σταθούν στην ομολογία σου. Τότε άρχισε να κλαίει και να μου απαριθμεί τα βασανιστήρια που υπέστη στην ασφάλεια από την παρέα του Μουσχουντή (ορθοστασία ατέλειωτες ώρες, αϋπνία, δίψα, ξυλοδαρμούς με δεμένα χέρια και πόδια, κρέμασμα ανάποδα, ηλεκτροσόκ και ακατανόμαστες ύβρεις ιδιαίτερα εναντίον της μητέρας του). Αν δεν μιλήσεις δεν θα βγεις ζωντανός από δω μέσα του έλεγαν. Δεν χρειάστηκε να μου ιστορήσει τίποτε άλλο ο Στακτόπουλος. Κατάλαβα τη συνέχεια. Κάθε άνθρωπος έχει τα όριά του και ο αείμνηστος φίλος μου είχε φθάσει σ’ αυτά ή τα είχε υπερβεί. Έτσι, ήρθε φυσιολογικά η «ομολογία» του σε ό,τι του υπέβαλαν ο Μουσχουντής και η παρέα του. Από λεπτότητα δεν τον ρώτησα ποτέ αν είχε κάνει συμφωνία με τον Μουσχουντή να αθωωθεί η μητέρα του και αυτός να γλυτώσει τη θανατική ποινή.
Τα γεγονότα που θα εκθέσω στη συνέχεια ισοδυναμούν με θετική απάντηση στο ερώτημα που δεν του υπέβαλα. Ειδικότερα:
1) Ο Στακτόπουλος αγαπούσε υπερβολικά τη μητέρα του και αυτό το είχε αντιληφθεί ο Μουσχουντής. Ίσως του έλεγε ότι θα καταδικαστούν αμ- φότεροι σε θάνατο και θα εκτελεστούν και ο Στακτόπουλος τρομοκρατήθηκε και υπέκυψε.
2) Μετά την καταδίκη του από το Κακουργιοδικείο και την αθώωση της μητέρας του, έμ- εινε επί τέσσερα και πλέον χρόνια στην Ασφάλεια Θεσσαλονίκης σε ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο, στο οποίο μπορούσε να δεχτεί επισκέψεις είτε των αδελφών του, είτε άλλων, χωρίς να μεταχθεί σε Δικαστικές Φυλακές.
3) Στο διάστημα αυτό άνθρωποι της Ασφάλειας τον έβγαζαν περίπατο με διαφορετικά ρούχα μέσα σ’ ένα τζίπ. Μάλιστα μια φορά τον πήγαν στο κέντρο «Χαβάη» της Αρετσούς. Η μεταχείρισή του ήταν ανθρώπινη, δίπλα του είχε το καφενείο της Ασφάλειας και όλοι του συμπεριφέρονταν κόσμια χωρίς να τον προκαλούν. Απεναντίας τον καλούσαν να παίξει μαζί τους τάβλι ή να παρακολουθήσει κάποιους άλλους που έπαιζαν.
4) Όταν πέθανε η μητέρα του, με διαταγή του Μουσχουντή άνθρωποι της ασφάλειας τον πήγαν το βράδυ με τζίπ στο σπίτι του προκειμένου να την αποχαιρετίσει. Δεν τον πήγαν στην κηδεία της, παρά την επιθυμία του, για ευνόητους λόγους.
5) Τρεις μέρες μετά την κηδεία της μητέρας του, τον πήγαν πάλι με το τζίπ στο τάφο της να προσκυνήσει και να ανάψει ένα κερί.
6) Δέχτηκε να πει ψέματα στο ακροατήριο του Κακουργιοδικείου όταν ο Πρόεδρος τον ρώτησε: «Πές μας τώρα Στακτόπουλε ποιός το έγραψε αυτό»; Και ο ερωτηθείς απάντησε: «Μάλιστα, εγώ το έγραψα το 3ον», δηλαδή το αριθμητικό στον επίμαχο φάκελο, όπως το είχαν διαχωρίσει αναιτιολόγητα οι πραγματογνωμοσύνες Πουλαντζά και Κουγέα για να δέσει έτσι ο Μουσχουντής και την άμεση συνέργεια του Στακτόπουλου. Αυτές οι «διευκολύνσεις» δεν γίνονται σε καταδικασθέντες σε ισόβια κάθειρξη από Κακουργιοδικείο αν δεν υπάρχει κάποια συμφωνία.
Στο επόμενο φύλλο του «Τ» η παντοδύναμη ασφάλεια Θεσσαλονίκης υπεράνω τακτικών δικαστών και εισαγγελικών λειτουργών.

*Ο Γιώργος Χαλκιάς είναι επίτιμος δικηγόρος

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ