Του Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου, Χημικού
Εισαγωγικά: Οι Παρακλητικοί Κανόνες της Παναγίας έχουν μια ιδιαίτερη ξεχωριστή θέση στην προσευχητική ορθόδοξη πρακτική.
«Είναι μια ακένωτη ικεσία ευλαβών ψυχών, που εκφράζουν το κοινό αίσθημα των προσκυνητών της Θεοτόκου, χωρίς φτιασιδώματα και επιτηδεύσεις, αλλά με συγκλονιστική αμεσότη- τα και γνήσια ευαγγελική αγαθοσύνη, όπου πόνος, θλίψη, πειρασμός, στενοχώρια, διωγμός, κίνδυνοι, περιστάσεις του βίου και ανάγκες και νοσημάτων παντοίων καταπονήσεις, βρίσκουν διέξοδο στην παρηγοριά της προσευχητικής κοινωνίας με το επικαλούμενο και παρακαλούμενο θείο και άγιο πρόσωπο της Θεοτόκου».
Και μας καλούν να βγούμε έξω από τον στενό χώρο, όπου βρισκόμαστε καθημερινά και θλιβόμαστε και στενοχωρούμαστε από τα χιλιόμορφα ανθρώπινα βάσανα και να προσεγ- γίσουμε τον άνετο χώρο της Χάριτος. Εκεί, όπου μπορεί κανείς ν’ αναπνέει άνετα και ελεύθερα. Στον πλατυσμό της Πλατυτέρας των Ουρανών. Στην άνεση και την ευρυχωρία της Χώρας των Ζώντων.
Ιστορικό σύνθεσης του Κανόνα
Ο παρακλητικός κανόνας της Παναγίας της Παρηγορήτισσας του πατέρα Αντωνίου Μάρκου αποτελεί άλλο ένα αξιόλογο πνευματικό δημιούργημα, απόσταγμα της ιδιαίτερης θεομητορικής ευλάβειας του υμνογράφου.Είναι η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗΤΙΚΗ ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΣΥΝ ΘΕΣΗ για την συγκεκριμένη θαυματουργή εικόνα.
Στα προλεγόμενα του Κανόνα γράφονται από τον υμνογράφο τα εξής: «Ο παρών Παρακλητικός Κανόνας προς την Παρηγορήτισσα Παναγία της Άρτης, συντέθηκε βάσει προγενεσ- τέρων υμνογραφικών μας έργων, αφ’ ενός μεν ως εκφορά δεήσεως και τιμής προς την Υπεραγία Θεοτόκο, αφ’ ετέρου δε ως προσφορά αγάπης προς τους εν Άρτη ιδιατέρως αγαπητούς Αιδεσιμολογιώτατο Πρωτοπρεσβύτερο π. Δημήτριο Αθανασίου (Καθηγητή Χημικό) και την Ευλαβεστάτη Πρεσβυτέρα του Χαρούλα Τσουλιάη (Καθηγήτρια Φιλόλογο), σε ανάμνη- ση της υπ’ αυτών αναθέσεως στην ταπεινότητά μου, της ανασυνθέσεως στην υμνογραφική γλώσσα της ελληνόφωνης Ορθοδοξίας, του Παρακλητικού Κανόνα προς το Πανάγιο Πνεύ- μα, του εν Αγίοις Πατρός ημών Μαξίμου του Γραικού (2014)».
…Θέλουμε να υπομνήσουμε στους ευσεβείς αναγνώστες αυτού του πονήματος, ότι η Παναγία μας είναι η μόνη «ψυχής παρηγορία», ως κατέχουσα στην πνευματική ζωή των Ορθοδόξων Χριστιανών, την αμέσως επόμενη από την Αγία Τριάδα θέση. Έτσι, σε μία εποχή μεγάλης αναστατώσεως, όπως η δική μας, σε μία εποχή πνευματικού πόνου, θλίψεως και ανασφάλειας, αλλά και διωγμού της Πίστεως σε πολλές περιπτώσεις, η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η μόνη που μπορεί να παρηγορήσει (ως Παρηγορήτρια/ Παρηγορήτισσα), να παραμυθίσει (ως Παραμυθία) και να οδηγήσει προς τον Υιό της (ως Οδηγήτρια).
Χαρακτηριστικά του Κανόνα
Το έργο είναι λυρικό ποίημα, μνημείο Θεοτοκοφιλίας και Θεοτοκοσεβείας. Με το έργο αυτό ο σεβαστός π. Αντώνιος Μάρκου αναδεικνύεται πέραν του Υμνογράφου και ποιητής με δεινότατη γραφίδα. Το έργο αυτό είναι ένα εξαίρετο ποιητικό έργο, στο οποίο η ιστορία της Παρηγορήτισσας διατυπώνεται με ποιητικές εικόνες ιδιαιτέρου κάλλους και λογοτεχνικές εκφράσεις μεγάλης ακριβείας.
Εν τω εν Άρτη της Θεοτόκου τεμένει, *οι εν κινδύνοις, αλγηδόσι και πόνοις* υπάρχοντες, προσφεύγομεν εν πίστει πολλή·* Δέσποινα, βοήθησον* εκβοώντες εν τάχει,* τον ζυγόν της θλίψεως* αφ’ ημών αραμένη·* Σε γαρ μητέρα ομολογούμεν, Αγαθή,* και τη Ση σκέπη,* Παρηγορήτισσα, σπεύδομεν.
Η ποίηση του Κανόνα έχει μια επιβλητική και υποβλητική επισημότητα. Διακρίνεται για την κομψότητα του ποιητικού λόγου, την πυκνότητα των νοημάτων, την ευρηματικότητα των ιδεών, άποψη την οποία υποστηρίζει και ο καθηγητής Βλάσιος Σαββίδης, αξιολογώντας το υμνογραφικό έργο του π. Αντωνίου Μάρκου.
Στον Κανόνα δεν χρησιμοποιούνται ανανεωτικές μορφές έκφρασης της ποιητικής τέχνης, επειδή γνωρίζει πολύ καλά ο ποιητής πως «τα δοκιμασμένα επί τόσους αιώνες από την παράδοση και ζωή της Εκκλησίας σχήματα και μορφές τέχνης, με λειτουργικό, μυσταγωγικό και αναγωγικό – λυτρωτικό χαρακτήρα, αντέχουν και για τις σύγχρονες λειτουργικές ανάγκες της Εκκλησίας και των πιστών της».
Το έργο από πλευράς φιλολογικής είναι πλούσιο στα επιμέρους στοιχεία. Τα φιλολογικά στοιχεία στο όλο έργο (προσφωνήσεις ευλαβείας, μεταφορικά σχήματα, παρομοιώσεις, ποιητικά επίθετα, εικόνες, αντιθέσεις κλπ), είναι εμφανέστατα και πυκνά.
Ο χαρακτήρας και το ύφος των τροπαρίων δεν ξεφεύγουν από τα επιτρεπτά όρια. Με χαρακτηριστικό τρόπο ο υμνογράφος συμπλέκει την εξομολόγηση, την ικεσία, την δέηση και την παράκληση προς το θείο πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου με τον εγκωμιασμό, την εξύμ- νηση, τη δοξολογία και την ευχαριστία των ευεργετουμένων και θεραπευομένων πιστών.
Ημίν μετανοίας και επιστροφής* οδόν, Θεοτόκε* Παρηγορήτισσα, Σαις λιταίς* εύθυνον και προς τον Υιόν Σου,* Συ ημάς οδήγησον, ως Οδηγήτρια. Οφθαλμούς Σου τους θείους* εφ’ ημάς νυν εστίασον,* τοις πάνυ καταθλιβομένοις* θλίψεσι του βίου και πράγμασι·* Σε γαρ κεκτήμεθα* ψυχής παρηγορίαν* και ζωής διόρθωσιν,* Παρηγορήτισσα.
Η ψυχική ευαισθησία, η εξομολογητική ταπεινότητα των ικεσιών, η ακράδαντη πίστη στην κατάθεση των παρακλήσεων, χαρακτηρίζουν, επίσης, τον προσευχητικό τρόπο του συγκεκριμένου Κανόνα και ζωγραφίζουν την αγωνιστική άρση του σταυρού των δεινών και πειρασμών, του πολέμου των παθών και των καταθλιπτικών ποικίλων ψυχοσωματικών ασθενειών.
Οφθαλμούς Σου τους θείους* εφ’ ημάς νυν εστίασον,* τοις πάνυ καταθλιβομένοις* θλίψεσι του βίου και πράγμασι·* Σε γαρ κεκτήμεθα* ψυχής παρηγορίαν* και ζωής διόρθωσιν,* Παρηγορήτισσα.
Την ίδια όμως στιγμή υψώνουν την ψυχή από την απόγνωση στην ελπίδα της θεραπείας, ευγνωμονώντας δοξολογικά τον Κύριο.
Σπεύσον, Μήτερ, πρεσβείαις* ταις Σαις ημάς περιφρούρησον* από των Βελίαρ παγίδων,* ας εφηπλώνει αεί* προ των ποδών ημών,* ζητών ημάς παγιδεύσαι·* πλην Συ, Κόρη, πρόφθασον,* Παρηγορήτισσα. Διάσωσον,* Παρηγορήτισσα Κόρη, τους Σους ικέτας,* τεμένει Σου γαρ τω ιερώ,* επισκιάζει αφθόνως η Ση χάρις.
Επίλογος
Εκ «μέσης καρδίας» εύχομαι σε όλους όσοι συνετέλεσαν στην έκδοση του Κανόνα, αλλά και σε όσους θα τον χρησιμοποιήσουν προσευχητικά, να έχουν την αδιάκοπη Θεομητορική προστασία, ώστε να έχουμε πλουσιότερη την Χάρη της Μητέρας του Θεού στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς κατά τους οποίους ο ίδιος εχθρός, ο ίδιος πολέμιος, ο Παπισμός, προσπαθεί να μας αφανίσει. Και δια των πρεσβειών της να μας διατηρεί άτρωτους από τα «πεπυρωμένα» βέλη των ορατών και αοράτων εχθρών.
«Κεχαριτωμένη, Δεδοξασμένη, Παντάνασσα, από την άφθονον εκείνην ηλιοβολίαν του θείου φωτός οπού χαίρεσαι, παρισταμένη εκ δεξιών του μονογενούς σου Υιού, πέμψον εδώ κάτω και εις ημάς τους ευλαβείς δούλους σου μίαν μακαρίαν ακτίνα, οπού να είναι και φως εις τον εσκοτισμένον μας νουν και φλόγα εις την ψυχραμένην μας θέλησιν, διά να βλέπωμεν να περιπατούμεν σπουδαίοι εις την οδόν των θείων δικαιωμάτων… και αξίωσόν μας, καθώς εδώ εις την Εκκλησίαν ευλαβώς ασπαζόμεθα την αγίαν και θαυματουργόν ταύτην εικόνα, έτσι και εκεί εις τον Παράδεισον να ιδούμεν αυτό το μακάριόν σου πρόσωπον, το οποίον να προσκυνούμεν συν τω Πατρί και τω Υιώ και τω αγίω Πνεύ- ματι, εις τους απεράντους αιώνας. Αμήν» (Ηλ. Μηνιάτης).