Να αναστενάξω δε μ’ ακούς, να κλάψω δεν με βλέπεις,/ να στείλω γράμμα για να ’ρθεις, τα έξοδα δεν έχω,/ κλάψε με μάνα μ’ κλάψε με, τη νύχτα με φεγγάρι/ και την αυγούλα με δροσιά./ Μάνα μ’! μανούλα μου!
Τραγούδι που εκφράζει πόνο, παράπονο, επιθυμία, ικεσία. Αναφέρεται στον ταλαιπωρημένο από τη ζωή άνθρωπο, ο οποίος επικαλείται τη μάνα του για να εκφράσει τον πόνο του. Ο άνθρωπος σε όποια ηλικία και να βρίσκεται, σε κάθε φάση της ζωής, νιώθοντας οποιοδήποτε συναίσθημα, αναφωνεί τη λέξη «μάνα», ακόμα και αν αυτή δεν βρίσκεται στη ζωή.
Είναι μια λέξη γλυκιά και τρυφερή, που κλείνει μέσα της περίτρανα, θαλπωρή και γαλήνη, με άπειρα συναισθήματα, έτσι όπως αναφέρει και ο ποιητής: Μάνα, κράζει το παιδάκι,/ μάνα, ο νιος και μάνα ο γέρος,/ μάνα, ακούς σε κάθε μέρος./ Ω! Τι όνομα γλυκό!