Το γεφύρι της Άρτας σήμα κατατεθέν της πόλης αλλά και του αγώνα του τεχνικού κόσμου. Μικρή συνέχεια σχετικής διάλεξης του καθηγητή Θ. Τάσιου
Διάβασα στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ για την εκδήλωση του Δήμου Αρταίων, όπου ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ Θεοδόσης Τάσιος ανακηρύχθηκε σε επίτιμο δημότη και του απονεμήθηκε «το κλειδί της πόλης».
Η τιμή στον καθηγητή έγινε για την γενικότερη συνεισφορά του στην επιστήμη και ως ο μελετητής της υφιστάμενης οδογέφυρας λίγο κατάντη της ιστορικής γέφυρας Άρτας. Σπουδαίος επιστήμονας και πνευματικός άνθρωπος, καλεσμένος του «Αστρολάβου» έδωσε διάλεξη «Οι γέφυρες των αρχαίων Ελλήνων». Επιτυχία του «Τ», που σε συνεχή φύλλα κάλυψε το θέμα, η συνέντευξη του Θ. Τάσιου, όπου με γλαφυρό τρόπο που το γνωρίζουμε πολύ καλά οι χιλιάδες μαθητές του, αναφέρθηκε σε πλήθος όχι μόνο τεχνικών θεμάτων.
Η Ήπειρος, γεφυρομάνα, και η Άρτα με το ξακουστό ιστορικό πέτρινο γεφύρι, η πρωτεύουσα της. Υπήρξε πρόταση το παλιό νεοκ- λασικό κτίριο (Τσίλερ) που λειτουργεί σήμερα ως Λαογραφικό Μουσείο στη δεξιά όχθη να μετατραπεί σε ένα Μουσείο Γεφυριών. Το Γεφύρι της Άρτας είναι σήμα κατατεθέν της πόλης, αλλά και του αγώνα του τεχνικού κόσμου, θαύ- μα τεχνικής και χιλιοτραγουδισμένο από την λογοτεχνία και την παράδοση.
Το πέτρινο γεφύρι και ο Ηπειρώτης
Σ’ αυτό το κλίμα θυμηθήκαμε τα πέτρινα γεφύρια της Ηπείρου και τη σχέση μαζί τους που έχει ο Ηπειρώτης.
Η περιοχή που η ιδιόμορφη κατασκευή του πέτρινου γεφυριού βρήκε το σωστό μέτρο, με αποτέλεσμα να μετουσιωθεί σε αληθινό έργο τέχνης, είναι αναμφισβήτητα η Ήπειρος. Όπως γράφεται στο εξαιρετικό λεύκωμα του Σπύρου Μαντά «Τα Ηπειρώτικα Γεφύρια», ίσως επειδή στην Ήπειρο δεν προϋπήρξαν ξένα πρότυπα – πειρασμός για μίμηση – αλλά ούτε και τεχνικά μέσα ικανά να επιβάλλουν οποιαδήποτε εγκεφαλική έμπνευση, ό,τι δημιουργήθηκε ήταν αποτέλεσμα διαλόγου και αξιοπρεπούς σεβασμού με το περιβάλλον. Αρκεί να σταθείς πέντε λεπτά μπροστά στο γεφύρι της Πλάκας, να περπατήσεις την καλντεριμωτή ταλάντευση του θρυλικού γεφυριού της Άρτας για να συνειδητοποιήσεις τον φόβο του ελιγμού, την προσπάθεια και το κέφι του ανθρώπου μπροστά στη φύση. Όπλα που του επέτρεψαν να την προεκτείνει και γιατί όχι να την συμπληρώσει.
Από τα πολλά κτίσματα που δημιούργησε και χρησιμοποίησε ο Ηπειρώτης, εκείνο που έδεσε περισσότερο μαζί του, που εξέφρασε το πείσμα και εξυπηρέτησε τον αγώνα του ήταν το πέτρινο γεφύρι. Σήμερα οι ερευνητές και οι μελετητές του ηπειρώτικου πετρογέφυρου θαυμά- ζουν και απορούν μπροστά σε μια τέχνη, που ενώ έπαψε από καιρό να θεραπεύει καθημερινές πρακτικές ανάγκες, εξακολουθεί ακόμα να ευαισθητοποιεί και να ανακουφίζει αισθητικά.
Πολλά από τα άγρια ποτάμια της Ηπείρου, σε συνδυασμό με τα πρωτόγονα μέσα διάβασής τους, δίκαια θεωρήθηκαν ως ο αχόρταγος τοπικός Μινώταυρος. Ένας Μινώταυρος για την Άρτα για αιώνες υπήρξε ο Άραχθος. Το πέρασμα στην απέναντι όχθη, η ανάγκη για καλλιέργεια των χωραφιών του κάμπου είχε ακρι- βό τίμημα σε ζωές και διαχρονικός καημός ήταν η ανάγκη ενός γεφυριού.
Μικρό ιστορικό της κατασκευής του Γεφυριού της Άρτας
Ενώ η λογοτεχνία και η λαογραφία πρόσεξαν το μοναδικό μνημείο, η αρχαιολογία και ιστορική επιστήμη περιορίστηκαν σε ελάχιστες σημειώσεις.
Σύμφωνα με τον Αρτινό μελετητή Γιάννη Τσού- τσινο, ο οποίος έλαβε υπόψη πολλά μελετήματα, η Γέφυρα της Άρτας χτίστηκε κατά την πιθανότερη εκδοχή επί Πύρρου (3ος πΧ αιώνας) ή στα χρόνια της Αμβρακίας (5ος – 4ος πΧ αιώνας) κατά τη λιγότερο πιθανή εκδοχή. Η σημερινή Γέφυρα δεν είναι ίδια με την αρχαία, στηρίζεται όμως στα βάθρα της αρχαίας. Ίσως οι αψίδες της Γέφυρας να γκρεμί- στηκαν όχι μια αλλά πολλές φορές. Και το τελευταίο γκρέμισμα και ξαναχτίσιμο να είναι αυτό που αναφέρουν οι ενθυμήσεις, δηλαδή να έγινε μεταξύ 1609 – 1615.
Κατά τον Σεραφείμ Ξενόπουλο το πρώτο χτίσιμο έγινε επί της Δεσποτοκρατίας και η επισκευή έγινε το 1606 από τον παντοπώλη Γιάννη Θειακογιάννη ή Γατοφάγο. Ο μύθος αναφέρεται σε χρυσά νομίσματα που βρέθηκαν σε πιθάρια με λάδια.
Η Γέφυρα στην λαογραφία και λογοτεχνία
Όπως γράφει ο ιστορικός της Άρτας Γιάννης Τσούτσινος, η Ελλάδα μας είναι κατάσπαρτη από μνημεία όλων των εποχών.
Κανένα τους, όμως, δεν τραγουδήθηκε, όσο το θρυλικό Γεφύρι της Άρτας. Πρώτος και καλύτερος ο λαός το τραγούδησε σ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας, στα Βαλκάνια, στην Ευρώπη, στην Ανατολή. Κάπου τριακόσιες παραλλαγές του γνωστού δημοτικού τραγου– διού μέτρησε και καταχώρισε ο λαογράφος Γ. Μέγας. Κι από τους λογοτέχνες μας, οι πιο πολλοί, κάτι έγραψαν για το Γεφύρι, ποίημα, διήγημα ή δοκίμιο.
Αξίζει να σημειωθεί, πως γράφηκαν έξι θεατρικά έργα με θέμα το Γεφύρι και τον θρύλο του (Ν. Καζαντζάκης, Παντελής Χορν, Ηλίας Βουτιερίδης, Γ. Θεοτοκάς, Νικηφ. Βρεττάκος, Σπ. Λάμπρος – του τελευταίου ανέκδοτο) και δύο όπερες (Καλομοίρης – Σαμοήλης). Χώρια οι λαογραφικές μελέτες Ελλήνων και ξένων γύρω από τον θρύλο του στεργιώματος του Γεφυριού. Ακόμα και εικονογραφημένο κείμενο κυκλοφόρησε για τα μικρά παιδιά, προκειμένου να μάθουν κι αυτά πως τα μεγάλα έργα γίνονται με θυσίες.
Ο μύθος του στοιχειωμένου γεφυριού και το τραγούδι του
Οι κόποι, το άγχος, η σκληρή δουλειά και οι άσχημες καιρικές συνθήκες εκφράστηκαν κα- τά τον καλύτερο τρόπο με τον τραγουδιστό θρύλο με αναφορά στο γεφύρι της Άρτας.
Βασικό στοιχείο, πάνω στο οποίο πλέχθηκε όλος ο μύθος, είναι η παμπάλαιη δοξασία πως για να τελειώσει ένα κτίσμα απαιτείται η θυσία «ζώου εκλεκτού». Δεν είναι, όμως, σπάνιο τη θέση του ζώου να παίρνει κάποτε ο άνθρωπος, να έχουμε δηλαδή πραγματική ανθρωποθυσία.
Την εξήγηση αυτής της παράλογης για τον καιρό μας θυσίας πρέπει να αναζητήσουμε σε δοξασίες και στη λογική της εποχής. Ο άνθρωπος θυσιάζεται όχι μόνο για να στεριώσει το κτίσμα αλλά και στη συνέχεια η ψυχή του σαν στοιχειό πλέον να κρατήσει μακριά κάθε εχθρό αλλά και να εξιλεωθούν οι «δαιμονικές» δυνάμεις της φύσης, οι θεοί των ποταμών στη συγκεκριμένη περίπτωση, επιτρέποντας έτσι την παρέμβαση στην περιοχή που εξουσιάζουν.
Ο τραγουδιστός θρύλος με αναφορά στο γεφύρι της Άρτας είχε απήχηση όχι μόνο στον ελληνικό χώρο – όπου υπάρχουν 333 παραλλαγές – αλλά σ’ ολόκληρη την νοτιοανατολική Ευρώπη, δείχνοντας έτσι το δέος που αισθανόταν ο απλός άνθρωπος μπροστά στη δύσκολη για την εποχή κατασκευή.
Ολημερίς το χτίζανε το βράδυ γκρεμιζόταν
Ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του Νίκου Ρίγγα ότι η μαυρίλα του «ολημερίς το χτίζανε το βράδυ γκρεμιζόταν» δεν εκφράζει την απελπισία, την καταστροφή, την ηττοπάθεια, την απο- γοήτευση.
Αντίθετα συμβολίζει την πίστη, τη θέληση, τον ακατάπαυστο αγώνα, την ελπίδα για την δημιουργία, την εξέλιξη, την ανύψωση του ανθρώπου, την αιώνια προς τα μπροστά πορεία. Όταν ο πρωτομάστορας «σπέρνει» την ζωντανή γυναίκα του το κάνει για να ριζοβολήσουν από εκεί οι ιδέες της κατάργησης των συνόρων, της αδερφοσύνης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης ανάμεσα σ’ αυτούς που κατοικούσαν στις δύο μεριές που τους χώριζε το ποτάμι που δημιουργούσε και την αμεσότητα των αγαθών. Αυτές τις ιδέες συμβολίζει το γιοφύρι και γι’ αυτές τις ιδέες διδάσκει την πίστη και τη θέληση για το χάσμα της ψηλής καμάρας απ’ όπου θα περάσει ο «παντοτεινός άνθρωπος».
Ο πρωτομάστορας εκφράζει τον αγώνα και την αγωνία των τεχνικών
Για να στεριώσει το γεφύρι έγινε θυσία όχι από κάποιον που είχε κάποιο συμφέρον, που θα ωφελούνταν από τη λειτουργία του.
Ο πρωτομάστορας που έχτισε την γυναίκα του για να στεριώσει το γεφύρι μπορεί να μην ήταν καν χρήστης του έργου. Έκανε αυτή την υπέρτατη θυσία με μόνο κίνητρο τον αγώνα και το μεράκι για το έργο του. Μόνος και δυστυχισμένος όταν θα τελείωνε το γεφύρι, μό- νη παρηγοριά του ότι θα είχε τελειώσει το έργο που θα ήταν χρήσιμο για τους ανθρώπους και θα διευκόλυνε τη ζωή τους.
Σπάνια στη ζωή μας τυχαίνει να βρεθούμε σε δίλημμα να κάνουμε μια θυσία για ένα υψηλό ιδανικό. Οι καθημερινές προκλήσεις για μικρότερες είτε μεγαλύτερες θυσίες είναι για τη δουλειά μας και τα έργα μας. Γι’ αυτό η πρόκληση του πρωτομάστορα να θυσιάσει για το έργο του δεν μας είναι εντελώς άγνωστη, κά- που κάτι μας θυμίζει.
Ο τεχνικός κόσμος – όχι σπάνια – βρίσκεται μπροστά σε τέτοια διλήμματα. Η χαρά και το μεράκι για το έργο του πάνω από άλλα συμφέροντα, από την προσωπική του ζωή. Πολλές φορές χωρίς κάποιο προσωπικό όφελος, καμιά αναγνώριση. Μόνιμο παράπονο των μηχανικών ότι τους θυμούνται μόνο όταν γίνεται κάποιο λάθος. Βέβαιος πρόγονος του συναφιού μας ο ταπεινός πρωτομάστορας του Γεφυριού της Άρτας.
Παλαιότερα στο ΤΕΕ (Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας) οργανώθηκε ένα συνέδριο με θέμα την διαχρονική Προσφορά του Μηχανικού. Στις συζητήσεις για την αφίσα έπεσε η ιδέα να έχει φόντο το γεφύρι της Άρτας και τους στίχους του τραγουδιού «Αν δε στοιχειώσετε άνθρωπο γεφύρι δε στεριώνει/ και μη στοιχειώσετε ορφανό μη ξένο μη διαβάτη/ παρά του πρωτομάστορα την όμορφη γυναίκα…».