Στης πικροδάφνης τον ανθό/ έγειρα ν’ αποκοιμηθώ,/ λίγο ύπνο για να πάρω,/ κι είδα όνειρο μεγάλο./Παντρεύεται η αγάπη μου, /για πείσμα, για γινάτι μου,/ και παίρνει τον εχθρό μου, /για το πείσμα το δικό μου./ Περνώ τα στέφανα χρυσά,/ βάστα καημένη μου καρδιά,/με λαμπάδες απ’ ασήμι,/ δεν υπάρχει εμπιστοσύνη.
Τραγούδι της Πωγωνίσιας παράδοσης. Τραγουδιέται σε πολλές περιοχές σε κάθε κοινωνική εκδήλωση. Αναφέρεται στο όνειρο που είδε ο ερωτευμένος νέος. Είδε λέει, πως παντρευόταν η αγαπημένη του και έπαιρνε τον εχθρό του, ενώ αυτός τους στεφάνωνε. Ο έρωτας από τα ωραιότερα αγαθά του ανθρώπου, εκτός από τα θετικά του έχει και τα αρνητικά του. Όταν είναι ανυπόφορος και πιεστικός γίνεται εφιάλτης ακόμα και στα όνειρα, όπως αναφέρει και το σχετικό τραγούδι.
Πολλές φορές συμβαίνει όχι μόνο στα όνειρα αλλά και στην πραγματικότητα και γίνεται τότε εφιάλτης ή γι’ αυτόν που παντρεύεται ή και γι’ αυτόν που παντρεύει.