Του Μανώλη Κοττάκη*
Με την τεχνολογία δεν τα πάω καλά. Εσκεμμένα… Δεν έχω μέχρι στιγμής προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (twitter, facebook, Instagram) γιατί αποστρέφομαι την τοξικότητα και… το μίσος.
Αλλά και γιατί δεν ενθουσιάζομαι με την ιδέα να μου φτιάχνουν προφίλ με προσωπικά δεδομένα που ο ίδιος αποδεσμεύω και, στο τέλος, να γίνομαι αυτοβούλως στόχος αλγορίθμων Τεχνητής Νοημοσύνης. Δεν μου αρέσουν, επίσης, οι μακρόθεν ηλεκτρονικές πληρωμές! Προτιμώ να πληρώνω στα διόδια με κέρματα παρά με e-PASS. Να περιμένω στα γκισέ των τραπεζών και δευτερευόντως των ATM. Και, βεβαίως, μου αρέσει να εξοφλώ τους λογαριασμούς της ΔΕΗ, του ΟΤΕ και της ΕΥΔΑΠ αυτοπροσώπως.
Γνωρίζω τι σκέφτεστε! Ότι έχω μείνει στον προηγούμενο αιώνα! Και ότι σε λίγο ο νέος δεν θα με «χωράει». Ναι, αλλά ο αιώνας αυτός, ο 20ός, μ’ αρέσει. Θέλω να πάμε πίσω σ’ αυτόν. Γιατί στον προηγούμενο αιώνα δεν καταργούσαμε τους ανθρώπους. Τους αγαπούσαμε. Στον προηγούμενο αιώνα δεν μισούσαμε την προσωπική επικοινωνία, την επιδιώκαμε. Δεν καθόμασταν σκυφτοί γύρω από ένα κινητό για να ανταλλάσσουμε μηνύματα στο messenger. Κοιτούσαμε ο ένας τον άλλο στα μάτια και κρεμόμασταν από τα χείλη του. Δεν συνομιλούσαμε με τα ρομπότ, αλλάζαμε τον κόσμο γύρω από το τραπεζάκι ενός παραδοσιακού καφενείου! Και, βεβαίως, υπήρχε και κάτι άλλο: Η διοίκηση στον προηγούμενο αιώνα είχε ταυ- τότητα. Όνομα και επώνυμο. Της ζητούσαμε τα «ρέστα». Από μία μηχανή τι πολιτικά «ρέστα» να ζητήσεις;
Οι λόγοι της αυτοπρόσωπης παρουσίας μου σε δημόσιες υπηρεσίες. επιχειρήσεις και τράπεζες είναι, λοιπόν, δύο: Να καθυστερήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο την κατάργηση των ανθρώπων. Την αντικατάστασή τους από τις μηχανές. Την απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας εις βάρος πενηντάρηδων που, σε αντίθεση με το άσμα του Γιώργου Ζαμπέτα, το σύστημα δεν τους θεωρεί τους νέους της εποχής. Τους κλοτσάει και τους πετάει στον κουβά της εθελουσίας, που στην πραγματικότητα είναι ηθελημένη.
Η ακύρωση των ανθρώπων
Δεν μου αρέσει να ακυρώνουμε τους ανθρώπους, λοιπόν. Και δεν είμαι ο μόνος. Είμαστε πολλοί. Αλλά η ακύρωση και η απώλεια της επικοινωνίας του πολίτη με το πρόσωπο της διοίκησης συνεχίζονται. Αφορμή για το σημερινό σημείωμα είναι η (μετεκλογική, βεβαίως) κατάργηση δεκάδων υποκαταστημάτων των Ελληνικών Ταχυδρομείων μέσα στον αστικό ιστό.
Ο κ. Γιώργος, γνωστότατος νεοδημοκράτης των βορείων προαστίων, έτρεμε από οργή όταν μου περιέγραφε χθες στο τηλέφωνο το συναίσθημα που ένιωσε όταν αντίκρισε το λουκέτο του υποκαταστήματος των Ελληνικών Ταχυδρομείων στο κέντρο της Κηφισιάς. Όταν έμαθε ότι εφεξής μπορεί να αιτείται τις υπηρεσίες του στο νέο υποκατάστημα, που βρίσκεται πολλά χιλιόμετρα πιο κάτω, σε έναν… παράδρομο της εθνικής οδού. Ότι ενώ δεκαετίες πολλές το κράτος «ερχόταν» να τον συναντήσει μέσα στο κέντρο της πόλης, τώρα αίφνης του ζητεί να κάνει αυτός τον κόπο να πάει να το βρει έξω από την πόλη.
Το ίδιο συναίσθημα με τον κ. Γιώργο ένιωσα και εγώ όταν πήγα προχθές στα ΕΛ.ΤΑ. της γειτονιάς μου και διάβασα το λουκέτο στα τζάμια τους. Για να εξυπηρετηθώ καλούμαι να πάω 10 χιλιόμετρα πιο πάνω, έξω από τον αστικό ιστό, επίσης.
Με τα ταχυδρομεία αισθάνομαι έναν ιδιαίτερο συναισθηματικό δεσμό. Ήταν πρότυπο δημόσιας υπηρεσίας. Όταν μπήκα στο επάγγελμα, ήταν από τις πρώτες ΔΕΚΟ την πορεία των οποίων παρακολούθησα από κοντά. Τιμούσαν την έννοια της καθολικής δημόσιας υπηρεσίας. Κάθε χρόνο με φώναζε στην Αιόλου η υπεύθυνη Δημοσίων Σχέσεων των ΕΛ.ΤΑ. Βούλα Θεοτοκάτου για να επιλέξουμε ποια γράμματα με τις επιθυμίες παιδιών στον Αϊ-Βασίλη θα δημοσιεύσουμε. Ή σε ποια νέα σειρά γραμματοσήμων θα κάνουμε αφιέρωμα. Ή ποιον διανομέα που μοίραζε τις συντάξεις στα χωριά θα προβάλουμε!
Αυτός ο συναισθηματικός δεσμός ενισχύθηκε την τελευταία δεκαετία. Κάθε φορά που ανοίγω ένα γράμμα αναγνώστη μας θυμάμαι ότι οι άνθρωποι έχουν ακόμη τον δικό τους ιδιόχειρο γραφικό χαρακτήρα. Κάθε φορά που πήγαινα για ένα δέμα ή για να πληρώσω έναν λογαριασμό της ΔΕΗ αντίκριζα στο γκισέ ευάλωτους ανθρώπους, αόρατους, να εισπράττουν με την ντροπή στο πρόσωπό τους ζωγ- ραφισμένη το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Ή τα επιδόματα της Πρόνοιας. Για να τα φέρνουν βόλτα με 300 ευρώ έως 500 ευρώ τον μήνα. Στον 21ο αιώνα. Κάθε φορά που πήγαινα έβλεπα γέροντες που πήγαιναν από το σπίτι τους με τα πόδια στα ΕΛ.ΤΑ. γιατί αυτά είχαν μετατραπεί σε ένα παράλληλο χρηστικό ΚΕΠ για τους αδυνάμους και τους πρεσβυτέρους.
Έβλεπα ανθρώπους που είχαν ακούσει τις φήμες για το λουκέτο και ανησυχούσαν, αλλά προεκλογικώς είχαν καθησυχαστεί από τους βουλευτές τους. Και μετά την κάλπη είδαν το ίδιο τους το κόμμα να κάνει αμέσως εχθρική κίνηση ανατροπής της καθημερινότητάς τους. Και, βεβαίως, κάθε φορά που πήγαινα συναντούσα χαμογελαστούς ευγενείς υπαλλήλους. Ανθρώπους με άλφα κεφαλαίο. Με τους οποίους αντάλλασσες και μια κουβέντα. Εχασα τους φίλους μου. Έτσι τους ένιωθα.
Την ίδια μελαγχολία ένιωσα όταν μπήκα στην τράπεζα προσφάτως, και στη θέση των τριών από τους τέσσερις υπαλλήλους στο γκισέ αντίκρισα τρεις μηχανές και έναν υπάλληλο. Έπιασα κουβέντα με έναν παππού, ο οποίος -τι περίεργο, οι άνθρωποι νιώθουν τόσο μόνοι, ώστε σου λένε την ιστορία της ζωής τους σε ένα λεπτό- μου αποκάλυψε δακρυσμένος ότι μεγάλωσε στις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης, αλλά έγινε αριστερός και ανησυχούσε για την τύχη του Τσίπρα (δικαίως, όπως απεδείχθη).
Κοινωνία της σιωπής
Δεν ξέρω τι καταλαβαίνουν όλοι αυτοί που καταργούν το κράτος, τους ανθρώπους και τα έργα της διανοίας των ανθρώπων, αλλά τους διαβεβαιώ ότι συνειδητά ή ασυνείδητα προωθούν ως μοντέλο την κοινωνία της σιωπής. Αγνοώντας ότι μια κοινωνία σιωπής που δεν επικοινωνεί μεταξύ της και δεν μοιράζεται τα συναισθήματά της δύναται να εκραγεί ανά πάσα στιγμή και να μετατραπεί σε κοινωνία οργής. Τους ενημερώνω, επίσης, ότι καταργούν τις μικροκοινωνίες. Τη μικρή κλίμακα. Εκεί που αναπτυσσόταν η γραφή, η αφή, η επικοινωνία, το χαμόγελο, οι λέξεις, η έγνοια για τον αδύναμο και τον μεγαλύτερο. Μέγα λάθος η συντριβή του κοινωνικού κεφαλαίου. Διότι με ένα λουκέτο δεν κλείνεις ένα ντουβάρι, αλλά ένα σημείο συγκέντρωσης ψυχών. Τους διαβεβαιώ, επίσης, και κάτι άλλο, καθώς και οι θέσεις στα δημόσια ΜΜΕ απειλούνται από τις μηχανές συγγραφής άρθρων: Η τεχνολογία μπορεί να κάνει πολλά, αλλά όχι να αισθάνεται και να μεταδίδει την κοινωνική ατμόσφαιρα. Μια μηχανή μπορεί να αντιγράψει έναν άνθρωπο και τις κινήσεις του, αλλά δεν θα καταφέρει ποτέ να «διαβάσει» έναν άνθρωπο.
Αλλά γιατί διαμαρτύρομαι; Με αποφάσεις όπως αυτή για την κατάργηση των υποκαταστημάτων των ΕΛ.ΤΑ. αποδεικνύεται ότι άνθρωποι που λαμβάνουν τέτοιες ανάλγητες αποφάσεις δεν μπορούν να «διαβάσουν» έναν άνθρωπο. Και πως με μια κίνηση ανατρέπουν τη σταθερά μιας ζωής. Κάποιοι άνθρωποι, λοιπόν, ήδη έγιναν μηχανές. Μετα-άνθρωποι. Αλλά εμείς δεν πρέπει να μείνουμε με τα χέρια σταυρωμένα. Ποτέ άλλοτε οι άνθρωποι δεν ήταν τόσο «κοντά» και ποτέ άλλοτε τόσο μακριά. Κάτι πρέπει να κάνουμε.
*Ο Μανώλης Κοττάκης είναι δημοσιογράφος
Πηγή: exapsalmos.gr