Η Δημοκρατία μας δοκιμάζεται αυτή τη φορά με το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής. Άλλοι υποστηρίζουν πως η κάλπη επιφυλάσσει εκπλήξεις σαν το πουλί απ’ το καπέλο του ταχυδακτυλουργού, άλλοι αγωνιούν για το επακόλουθο μιας νέας πολιτικής αστάθειας, κι άλλοι ότι ωριμάσαμε και είναι ώρα να σχηματιστούν κυβερνήσεις συνεργασίας. Οψόμεθα.
Η αλήθεια είναι ότι στο τέλος(;) μιας δωδεκαετούς μεγάλης περιπέτειας, ένα μεγάλο μέρος του λαού μας παρουσιάζεται πτωχευμένο και απογοητευμένο, λόγω των προβλημάτων επιβίωσης που αντιμετωπίζει στην καθημερινότητά του. Αυτό το κομ- μάτι, παράλληλα με τη στάση των νέων, θα καθορίσουν το ποσοστό της αποχής, το οποίο θα κρίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα αποτελέσματα των εκλογών τη νύχτα της 21ης Μαΐου.
Είναι αλήθεια, επίσης, πως αυτές οι εκλογές διεξάγονται σε μια ιδιαίτερα δύσκολη παγκόσμια συγκυρία, κατά την οποία ο κόσμος κλονίζεται συθέμελα. Τα φαινόμενα της κλιματικής κρίσης είναι πλέον ορατά, ο πόλεμος στην Ουκρανία όχι μόνο συνεχίζεται για πάνω από ένα χρόνο αλλά παγκοσμιοποιείται με πυρηνικές απειλές, οι οικονομίες πολλών χωρών δοκιμάζονται, τράπεζες καταρρέουν, εμφύλιοι μαίνονται, η Τουρκία ακολουθεί σταθερά την αναθεωρητική και επεκτατική εξωτερική πολιτική της, και μέσα σε όλα αυτά οι κάθε είδους ανισότητες μεγαλώνουν και θεριεύουν.
Παρ’ όλα αυτά τα σοβαρά θέματα, ο προεκλογικός διάλογος στην Ελλάδα παραμένει ρηχός και ανούσιος με κύριο χαρακτηριστικό την αντιπαλότητα, τη στοίβα των ψηφοδελτίων, και το διαχρονικό νείκος από όλους και για όλα. Είναι φυσικό τα κόμματα να έχουν διαφορετικές απόψεις και θέσεις, όμως αυτή η εγγενής αδυναμία που έχουμε ως Έλληνες να μη συμφωνούμε σε τίποτα ο ένας με τον άλλον, είτε σε πολιτικό επίπεδο, είτε σε κοινωνικό, και στις φιλικές παρέες μας ακόμη, είναι κάτι που αγγίζει τα όρια του αδιανόητου και συχνά το πληρώνουμε με διχασμούς και παραλογισμούς.
Θα ήθελα να γίνω πιο σαφής με ένα παράδειγμα σκοπίμως από το παρελθόν, για ευνόητους λόγους. Τις περιόδους που οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ προωθούσαν τις πιο προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που άλλαξαν ριζικά την Ελλάδα, θυμάμαι πως ακόμη και τότε αντιμετώπιζαν τη λυσσαλέα αντίδραση όλων, και εκ δεξιών και εξ ευωνύμων, ακόμη και εκείνων που σήμερα προσπαθούν να κλέψουν ιδεολογίες και πολιτικές συμπεριφορές από εκείνη τη μεγάλη δεξαμενή πολιτικής σκέψης. Και με θλίβει το γεγονός ότι ενώ οι μεταρρυθμίσεις εκείνες αποτελούν ακόμη και σήμερα τη σπονδυλική στήλη της κοινωνίας μας, ξεχάστηκαν κι έμειναν μόνο τα σκάνδαλα.
Πρέπει να κρίνουμε βλέποντας τη μεγάλη εικόνα. Έχουμε ως λαός την τάση να εστιάζουμε στις μικρές εικόνες με τρόπο αρνητικό και μίζερο. Και πολλές φορές να λασπολογούμε. Με ενοχλεί, πλέον, πάρα πολύ εδώ και πολλά χρόνια η μονίμως αρνητική κριτική του τύπου «όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι και διεφθαρμένοι» από ανθρώπους που έχουν ευνοηθεί από αυτή τη Δημοκρατία με παχυλούς μισθούς και εξοργιστικές συντάξεις δυσανάλογες της προσφοράς τους, οι οποίοι μάλιστα αν και αυτοχαρακτηρίζονται δημοκράτες και προοδευτικοί, δεν καταλαβαίνουν πως απαξιώνουν έτσι την πολιτική προσφέροντας γη και ύδωρ στους επίδοξους σωτήρες, αφενός, και αφετέρου παραδίδουν το χειρότερο παράδειγμα στους νέους αποθαρρύνοντάς τους από την ενασχόλησή τους στα κοινά.
Δεν έχει άλλες δυνατότητες ανανέωσης η Δημοκρατία μας παρά μόνο με τη συμμετοχή των νέων, με την προϋπόθεση όμως ότι δεν φέρουν μόνο ηλικιακά αυτόν τον χαρακτηρισμό. Με την προϋπόθεση, επίσης, ότι συναισθάνονται πως δεν υπάρχει πρόοδος χωρίς συντήρηση και πως όλα τα παλιά δεν είναι για να τα τρώει ο σκώρος στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Οι πολιτικές απόψεις απαιτούν ιστορικό βάθος. Η Γ’ Ελληνική Δημοκρατία της Μεταπολίτευσης είναι η καλύτερη Δημοκρατία των διακοσίων χρόνων του νεότερου ελληνικού κράτους. Κι ας μην τα κατάφερε όσο θα έπρεπε στην Παιδεία, στη φοροδιαφυγή και στο «βαθύ κράτος», που μας κάνει, εκεί που πάμε να πιστέψουμε πως αλλάξαμε σελίδα, να έρχεται μια «μετωπική» και να μας γεμίζει πόνο και δάκρυα. Αυτός ο πόνος πρέπει να μας κάνει πιο διαλεκτικούς, συνεργάσιμους και δίκαιους. Γιατί την πρόοδο που συντελέστηκε στα πενήντα χρόνια της Μεταπολίτευσης δεν μας τη χάρισε κανείς. Την κερδίσαμε με τον αγώνα της κοινωνίας μας και εκείνων των αθόρυβων και δημιουργικών πολιτικών που είχαν και έχουν ως μότο «λιγότερα συνθήματα και πιο πολλή δουλειά».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ