ΜΕΡΟΣ Α’
Ο Ιερός Ναός του Αγίου Λουκά είναι ένα μνημείο υστεροβυζαντινής περιόδου στην πόλη της Άρτας.
Είναι μονόχωρος δρομικός και σήμερα σώζονται μόνο οι τρίπλευρες αψίδες των Ιερών Βημάτων και τα περιγράμματα των κτισμάτων στα θεμέλια. Η τοιχοποιία ακολουθεί το πλινθοπερίβλητο σύστημα. Βρίσκεται στη γωνία των οδών Βασιλέως Πύρρου και Φιλίππου Μανωλάκη σε μικρή απόσταση από το ναό της Αγίας Θεοδώρας και του Αγίου Βασιλείου.
Μετά το τέλος της Δυναστείας των Κομνηνών Δουκάδων Αγγέλων, στο Δεσποτάτο της Ηπείρου σημειώνεται μία σημαντική πτώση της ναοδομικής δραστηριότητας με αποτέλεσμα κατά τον 14ο και το πρώτο μισό του 15ου αιώνα να κατασκευαστούν ελάχιστα θρησκευτικά μνημεία και ένα από αυτά ήταν ο μικρός ναός του Αγίου Λουκά, ο οποίος χρονολογείται στα τέλη του 14ου- αρχές 15ου αιώνα.
Ο μητροπολίτης Άρτας Σεραφείμ Ξενόπουλος στο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης» (έκδοση 1884) μας πληροφορεί ότι στα τέλη του 19ου αιώνα στην Άρτα υπήρχαν 11 ενορίες και 10 θέσεις (συνοικίες). Ο ναΐσκος του Αγίου Λουκά μαζί με το ναό της Μεταμορφώσεως και του Αγίου Ανδρέα, ήταν ένα από τα παρεκκλήσια του ναού της Αγίας Θεοδώρας και βρισκόταν στη θέση Λούκενας ή Καραπάνου. Το 1977 με υπουργική απόφαση ο ναός ανακηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο.
Σύμφωνα με τον συναξαριστή, ο Άγιος Λουκάς καταγόταν από την Αντιόχεια της Συρίας και εξασκούσε το επάγγελμα του ιατρού. Ήταν γνώστης της Εβραϊκής, της Συριακής και της Ελληνικής γλώσσας και όπως φαίνεται από τα συγγράμματά του είχε αξιόλογη φιλοσοφική και φιλολογική κατάρτιση. Στον πρόλογο ενός αρχαίου Ευαγγελίου του (Aντιμαρκιω-νιτικός πρόλογος, 160-180 μΧ) καταγράφεται: «ὁ Λουκᾶς Ἀντιοχεὺς Σύρος, ἰατρὸς τῇ τέχνῃ, μαθητὴς ἀποστόλων γενόμενος καὶ ὕστερον Παύλῳ παρακολουθήσας μέχρις τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ, δουλεύσας τῷ Κυρίῳ ἀπερισπάστως, ἀγύναιος, ἄτεκνος, ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων ἐκοιμήθη ἐν τῇ Βοιωτία». Στην Καινή Διαθήκη δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τον ίδιο τον Απόστολο Λουκά. Καταγράφεται το όνομά του μόνο τρεις φορές, ενώ ο ίδιος στις Πράξεις των Αποστόλων αναφέρεται σε κάποιες περιπτώσεις στον πληθυντικό, περιλαμβάνοντας και τον εαυτό του στη συνοδεία του Αποστόλου Παύλου. Σύμφωνα με τις επιστολές του Παύλου, ο Λουκάς τον ακολουθούσε στις περιοδείες του, ήταν συνοδός του μέχρι το τέλος της πρώτης φυλακίσεώς του (Κολ. 4,14. Φιλήμ. εδ. 24), καθώς και κατά τη δεύτερη, λίγο πριν το τέλος του Παύλου (Β’ Τιμ. 4,11). Ο Παύλος τον χαρακτηρίζει «αγαπητό» (Κολ. 4,14) και ως τον «μόνο πιστό συνεργάτη του» (Β’ Τιμ. 4,11). Πράγματι, ο Λουκάς παρέμεινε πιστός και αφοσιωμένος στον Παύλο μέχρι το τέλος της ζωής του Αποστόλου.
Έγραψε το Ευαγγέλιό του γύρω στο 55 με 60 μΧ και τις Πράξεις των Αποστόλων γύρω στο 61 με 63 μΧ, αντλώντας τις περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή του Χριστού από άλλους Αποστόλους και από την Παναγία. Σκοπός του ήταν να γνωστοποιήσει την έλευση του Ιησού Χριστού και την πορεία της Εκκλησίας σε κάποιο επίσημο πρόσωπο, το οποίο μάλλον ήταν κατηχούμενο στον Χριστιανισμό και ονομάζει «κράτιστον Θεόφιλον».
Η συνέχεια στο επόμενο
*Η Μαρία Τζαχρίστα είναι νοσηλεύτρια, φοιτήτρια στο ΕΑΠ (Ελεύθερο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο) το τμήμα Δημόσιας Διοίκησης, αντιπρόεδρος Εκκλησιαστικού Συμβουλίου Ελεούσας