Το αίτημα των Ελληνοκυπρίων για την αποτίναξη της Βρετανικής κατοχής και τη Ένωση με την Μητέρα Ελλάδα, εκδηλώθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1950 με το δημοψήφισμα, το οποίο διοργάνωσε η Κυπριακή Εκκλησία.
Στο δημοψήφισμα εκείνο το 95,7% των Ελληνοκυπρίων, ψήφισε την Ένωση με την Ελλάδα. Ήταν η περίοδος που η Μεγάλη Βρετανία άρχισε να αντιμετωπίζει τη δυναμική αντίδραση των χωρών, οι οποίες βρίσκονταν υπό την κατοχή της και η αποι- κιοκρατία γενικά βρισκόταν μπροστά σε μεγάλη κρίση.
Καταρχάς, η ελληνοκυπριακή ηγεσία με πρωτοπόρο τον Αρχιεπίσκοπο της Κύπρου Μακάριο τον Γ΄ προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα ειρηνικά, απευθυνόμενη προς τους εκάστοτε Άγγλους κυβερνήτες της Μεγαλονήσου. Δυστυχώς, όμως, αντιμετώπιζε πάντοτε τη σθεναρή άρνηση των Βρετανών αξιωματούχων, για να ανταποκριθούν στο δίκαιο αίτημα των Ελληνοκυπρίων. Ακόμη, οι κυβερνήσεις των Αθηνών κατόπιν συνεννόησης με την ηγεσία της Κύπρου, προσπαθούσαν να διεθνοποιήσουν το ζήτημα με διά- φορες προσφυγές στον ΟΗΕ, δίχως και πάλι αποτέλεσμα. Δυστυχώς, η Κύπρος αποτελούσε σημαντικό παράγοντα για τα συμφέροντα της Βρετανίας, για να την εγκατα- λείψει τόσο απλά και εύκολα. Οπότε τελικά η Ελληνοκυπριακή πλευρά, αποφάσισε να καταφύγει σε ένοπλο αγώνα.
Στις 10 Νοεμβρίου 1954, έφθασε κρυφά στη Μεγαλόνησο από την Ελλάδα ο Κύπριος στην καταγωγή απόστρατος συνταγματάρχης Γεώργιος Γρίβας «Διγενής», με στόχο την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα και την Ένωση με την Ελλάδα. Ο Γρίβας ίδρυσε την ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών), η οποία έδρ- ασε στο νησί από το 1955 έως το 1959.
Από το 1954 ξεκίνησαν να καταφθάνουν στην Κύπρο από την Ελλάδα πολεμοφόδια, υπό άκρα μυστικότητα. Τα δύο πρώτα πλοιάρια προσάραξαν με επιτυχία στην Πάφο, αλλά το τρίτο κατασχέθηκε από τους κατακτητές, κατόπιν προδοσίας. Η έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ ξεκίνησε τα ξημερώματα της 1ης Απριλίου 1955 με επιθέσεις σε κυβερνητικά κτίρια, αστυνομικούς σταθμούς, στο ραδιοσταθμό και στο βρετανικό στρατόπεδο της Αμμοχώστου. Η δράση της ΕΟΚΑ έγινε δεκτή με ενθουσιασμό και με μεγάλη ανακούφιση από όλους τους Ελληνοκύπριους. Τα μέλη της οργάνωσης αυξάνονταν διαρκώς και η δίψα για Ελευθερία όλο και φούντωνε στις καρδιές των σκλαβωμένων.
Εδώ πρέπει να αναφέρουμε ότι η μαθητιώσα νεολαία έπαιξε έναν από τους σημαντικότερους ρόλους στην αντίσταση. Στελεχωμένη στην ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ), πετούσε προκηρύξεις και εφοδίαζε με οπλισμό και εφόδια τους αντάρτες, οι οποίοι κρύβονταν σε κρησφύγετα στα βουνά. Δεν ήταν λίγοι οι μαθητές γυμνασίων που φυλακίστηκαν και βασα- νίστηκαν μέχρι θανάτου στα κρατητήρια της Κοκκινοτρεμυθιάς, της Πύλου, των Πλατρών, των Κεντρικών φυλακών Λευκωσίας. Δεν ήταν λίγες οι δωδεκάχρονες και δεκατριάχρονες μαθήτριες που συνελήφθησαν εν ώρα δράσεως, οδηγήθηκαν στα κρατητήρια και κακοποιήθηκαν μέχρι εσχάτων για να ομολογήσουν τα μεγαλύτερα μέλη και στελέχη της ΑΝΕ.
Εν το μεταξύ οι Άγγλοι, με την τακτική του «διαίρει και βασίλευε» που τους διακρίνει, στρατολόγησαν άξεστα ακραία Τουρκικά στοιχεία και τα διόρισαν αστυνομικούς, δίχως καμία ιδιαίτερη εκπαίδευση. Οι Ελληνοκύπριοι τους ονόμασαν «Επικουρικούς» αστυνομικούς. Ο κύριος ρόλος των Τούρκων Επικουρικών ήταν να παρακολουθούν και να συλλαμβάνουν μαθητές και μαθήτριες σε διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες ή συνέδρια και να τους οδηγούν στα κρατητή- ρια. Τα στοιχεία αυτά έπαιζαν τον σπουδαιότερο ρόλο στα κρατητήρια και τις φυλακές, βασανίζοντας, φονεύοντας και στέλ- νοντας στην αγχόνη αμούστακα παλληκάρια, όπως τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη.
Ο απελευθερωτικός αγώνας των Ελληνοκυπρίων διήρκεσε από το 1955 έως το 1959 και έληξε με τις «Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου» στις 19 Φεβρουαρίου 1959, με τις οποίες η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος, με την επωνυμία Κυπριακή Δημοκρατία.
Οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ δέχτηκαν τις συμφωνίες εκείνες με σκεπτικισμό και απογοήτευση. Ο στόχος της Ένωσης για τον οποίο αγωνίστηκαν δεν πραγματοποιήθηκε. Πολλοί αγωνιστές θυσίασαν την ίδια τη ζωή τους για να χαθεί στο τέλος η Ένωση για πάντα. Αντ’ αυτού, η μισή Κύπρος βρίσκεται σήμερα υπό την κατοχή της Τουρκίας – με τις ευλογίες βέβαια της Αγγλίας – η οποία ρυθμίζει τα εκάστοτε τεκταινόμενα στο νησί, εκδικούμενη μια χούφτα Έλληνες, οι οποίοι τόλμησαν να σηκώσουν κεφάλι σε μια αποικιοκρατική Μεγάλη Βρετανία της εποχής εκείνης.
Και θέτουμε το ερώτημα: Άδικα άραγε πικραίνονται και προβληματίζονται οι ελάχιστοι απομείναντες εν ζωή αγωνιστές της ΕΟΚΑ του 1955 – 1959, με την σημερινή κατάσταση στη Μεγαλόνησο;
* Η Τέρψα Αγαθοκλέους – Παπακώστα είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας