Η Ρωμανιώτισα Εβραίας των Ιωαννίνων, Εσθήρ Κοέν (φωτο), με αριθμό βραχίονα 77.102 που απεβίωσε σε ηλικία 96 χρονών την Τρίτη 1η Δεκεμβρίου 2020, ήταν μία από τις γηραιότερες Ελληνίδες που επέζησε από τα κολαστήρια του Άουσβιτς-Μπιργκενάου με τον αριθμό στο αριστερό της χέρι να τη συνοδεύει ως το τέλος της ζωής της, μαρτυρώντας την σκληρή δοκιμασία που υπέστη από το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα.
Στα 17 της χρόνια, η Εσθήρ Κοέν, μαζί με όλους τους Ρωμανιώτες Εβραίους των Ιωαννίνων, έζησε την θηριωδία. Ήταν 25η Μαρτίου του 1944, όταν οι Γερμανοί μάζεψαν στην πλατεία Μαβίλη όλους τους Εβραίους της πόλης και ακολούθησε η πορεία προς την καταστροφή και τον θάνατο. Οι αφηγήσεις της ήταν πάντα συγκλονιστικές. Για τελευταία φορά είδε τους γονείς της και τα έξι αδέλφια της, στην πύλη της κολάσεως του Άουσβιτς. Όπως είχε δηλώσει η ίδια στην εφημερίδα «Καθημερινή», «με το που στάθηκε μπροστά μου σηκώθηκα και σε στάση προσοχής του συστήθηκα: “Ζιίμπεν Ζίμπτσιχ τάουζεν χουντάτ τσβάι”, του είπα στα γερμανικά, δηλαδή αριθμός 77.102. Τη στιγμή εκείνη δεν είχα εικόνα ούτε του εαυτού μου, ούτε των γύρω μου. Νόμιζα ότι βρισκόμουν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης…».
Η Εσθήρ Κοέν συστήθηκε στον Γερμανό πρόεδρο με το ανεξίτηλο νούμερο του χεριού της, με το οποίο ήταν υποχρεωμένη να αναφέρεται στα «άπελ», στα καθημερινά προσκλητήρια, πρωί-απόγευμα, στο Άουσβιτς, επί δώδεκα μήνες. Η Εσθήρ Κοέν, έχει περιγράψει πολλές φορές με σπαρακτικό τρόπο την πορεία θανάτου από την πατρογονική της πόλη, τα Ιωάννινα, μέχρι την Πολωνία και το στρατόπεδο εξόντωσης του Άουσβιτς, φωτίζοντας άγνωστες πτυχές μίας κάποτε πολυπληθούς και ακμάζουσας κοινότητας Εβραίων στα Ιωάννινα.
Την άνοιξη του 1943, η Εσθήρ Κοέν ήταν ένα 17άχρονο κορίτσι. Θα εκτοπιστεί με όλη την οικογένειά της -γονείς, αδέλφια, γαμπρούς, νύφες, θείους, θείες- και όλοι μαζί θα επιβιβαστούν στα τρένα του θανάτου και της σιωπής. Έπειτα από μία σύντομη παραμονή στο γκέτο της Λάρισας, τα βαγόνια της βροχής θα αρχίσουν την κάθοδό τους στην κόλαση.
Η Εσθήρ θα δει για τελευταία φορά τους δικούς της ανθρώπους στο προαύλιο του Άουσβιτς. «Από τότε δεν έχω κανέναν. Ούτε τη μάνα μου, ούτε τα αδέρφια μου, ούτε κανέναν». Οι υπόλοιποι, μαζί και οι γονείς της 17χρονης τότε Εσθήρ και τα έξι αδέρφια της, πήραν τον δρόμο δίχως επιστροφή, με προορισμό το Άουσβιτς. Από το κρεματόριο θα επιστρέψουν λιγότεροι από 50. «Είδα τελευταία φορά τους γονείς μου στη ράμπα στο Άουσβιτς, όπου μας χώρισαν. Θυμάμαι ότι καθώς απομακρύνονταν στην καρότσα ενός φορτηγού, φώναξε σε εμένα και την αδερφή μου: «Κορίτσια να διαφυλάξετε την τιμή σας».
Μία μέρα που μας κούρευε μια αιχμάλωτη, με ρώτησε τι απέγιναν οι γονείς μου. Της απάντησα πως δεν γνωρίζω και εκείνη μου είπε δείχνοντας τις φλόγες που έβγαιναν από τα κρεματόρια: «Να, εκεί καίγονται…». Η Εσθήρ γλίτωσε από καθαρή τύχη, καθώς μια Εβραϊκής καταγωγής Γερμανίδα γιατρός και κάποιες νοσηλεύτριες την έκρυψαν στο αναρρωτήριο όταν τα Ες-Ες πήραν όλους τους υπόλοιπους από τον θάλαμό της και τους οδήγησαν στους φούρνους. Γύρισε στα Γιάννενα μετά την απελευθέρωση και στο οικογενειακό προσκλητήριο δήλωσε παρούσα μόνο η αδελφή της. Οι άλλοι είχαν εξοντωθεί όλοι.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ