Σαββάτο μέρα κίνησε η Παναγιώτα,/ για να πάει στα γονικά της,/ τη μαλώνει η πεθερά της./ Στο δρόμο όπου πήγαινε η Παναγιωτούλα,/ Αρβανίτες απανταίνει/ η Παναγιώτα η παινεμένη./ Ένας την πιάνει απ’ τα μαλλιά, αχ! η Παναγιώτα!/ βρε κι άλλος απ’ το χέρι,/ τρίτος βγάζει το μαχαίρι./ – Δώσε, Πανάγιω, το φιλί, αχ! βρε Παναγιώτα!/ με τα δυο σου μαύρα μάτια,/ μη σε κάνουμε κομμάτια./ – Κάλλιο να δω το αίμα μου, αχ! μώρ’ Παναγιώτα!/ μες στη γης να κοκκινίσει,/ παρ’ ο αγάς να με φιλήσει./ Παναγιώτα μου! Παναγιωτούλα μου!
Τραγούδι σε 2σημο ρυθμό, που τραγουδούσαν πολύ παλιά, ενώ σήμερα ακούγεται σπάνια. Αναφέρεται σε βίαιο γεγονός στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ένα συνηθισμένο φαινόμενο της εποχής εκείνης, με το νόμο του ισχυρού (κατακτητή) να επικρατεί.