Μου δίνεται η ευκαιρία να μοιρασθώ μαζί σας μια ευχάριστη εμπειρία. Μου τη χάρισε μια δίωρη συνάντηση που είχα σε καφέ της πόλης με τον καλό πατριώτη μας, πλοίαρχο καριέρας του εμπορικού ναυτικού, Γιώργο Κωνσταντίνου.Τον κεράσαμε ένα ωραίο χορταστικό γλυκό κι αυτός μας το ανταπέδωσε με το να μας πάρει μαζί του στην… πλωτή γέφυρα του υπέρ-τάνκερ Seavision. Ένα από τα 95 καμάρια του εφοπλιστή Μαρτίνου. Στο φουλ οι μηχανές και βίρα τις άγκυρες να πάρουμε όλοι μαζί μια γεύση από την κοινωνία του πλοίου, που μυρίζει αρμύρα και προκαλεί ισχυρά συναισθήματα. Πέλαγος οι ερωτήσεις στον Captain, σαν να τα λέγαμε σε παλιά καφενεία των λιμανιών.

Τι γυρεύει ένας Ηπειρώτης στα πέλαγα και στις γειτονιές των καραβοκύρηδων; Από επιλογή ή από βιοπορισμό; Πώς άντεξε τις ανταριασμένες θάλασσες και το όνειρό του δεν έσβησε σαν κύμα σε κάποια ακτή; Πώς μπόρεσε και μέρωσε τους εφιάλτες και τη μοναξιά στο βαθύ σκοτάδι, όταν οι νύχτες ήταν ατέλειωτες; Πώς ένας ναυτικός αντέχει τόσα και τόσα κουνήματα μαντηλιών; Στην κλειστή κοινωνία του καραβιού, με τους ιδιαίτερους ρυθμούς, τη σκέψη, τους κώδικες, τις ηθικές, τις ανθρώπινες αδυναμίες, πώς ξεπερνά κανείς τη μονοτονία της επανάληψης του ίδιου κι απαράλλακτου; Κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί να αγαλλιάσει για λίγο η καρδιά του πάνω στη μεταλλική όαση της υγρής ερήμου; Έχει η Βάσω σου έναν ωκεανό σκέψεων μέσα στο κεφάλι της που την παιδεύει, όσο εσύ λείπεις; Κι όσο απομακρύνεσαι σε άλλες Ηπείρους η μοναξιά της πολλαπλασιάζεται;
Ο Γιώργος σε κοιτάζει κατάματα και με σιγουριά. Γίνεται ένας μαγευτικός συνομιλητής, δεν τσιγκουνεύεται λέξεις κι αρχίζει να ξετυλίγει το κουβάρι της πορείας του. «Ήταν δεύτερη επιλογή-πρώτη είχα την σχολή Ικάρων- η σχολή ανθυποπλοιάρχων το 1982. Με ενδιάμεσα κάποια κενά, ανέβηκα τα σκαλοπάτια της ιεραρχίας και σήμερα είμαι πρώτος καπετάνιος σε μεγάλα βαπόρια. Οι Έλληνες αξιωματικοί χαίρουν παγκόσμιας αναγνώρισης στην πρωτοπορούσα ναυτιλία μας». Κι έχουν το ανώτερο πιστοποιητικό γνησιότητας, θα πρόσθετα εγώ. «Παρ’ όλα αυτά, δεν προβάλλεται όσο θα έπρεπε στη χώρα μας ο σχετικός επαγγελματικός προσανατολισμός. Υπάρχει σήμερα μεγάλο έλλειμμα σε Έλληνες αξιωματικούς καταστρώματος και μηχανικούς».
Συνεχίζει ο Γιώργος, λέγοντας ότι από τη στιγμή που ανεβαίνεις στο καράβι, ξεχνάς τι άφησες πίσω σου και είσαι ένας επαγγελματίας κυβερνήτης. «Τιθασεύεις τα συναισθήματα-μας λέει- και ενσωματώνεσαι στην κοινωνία του καραβιού. Λειτουργείς ως οικογένεια με ρόλους και υποχρεώσεις. Η σύνθεση των ανθρώπων του πληρώματος με διαφορετικές κουλτούρες είναι κάποιο θέμα που επιβάλλει ισορροπίες. Η καλή συνεργασία, ο καλός συντονισμός, η εμπιστοσύνη, η αυστηρή τήρηση των κανόνων ασφαλείας, οι σωστές αποφάσεις κάνουν τον καλό καπετάνιο. Τα βαπόρια σήμερα είναι υπερσύγχρονα και απόλυτα ασφαλή. Έχουν απεριόριστες δυνατότητες, αλλά το ανθρώπινο λάθος πάντα καιροφυλακτεί. Ανταγωνισμός και τεχνολογία πάνε δίπλα-δίπλα, και γι’ αυτό οι καπεταναίοι αξιολογούνται συνεχώς από τις εταιρίες».
Η επίγεια και η δορυφορική κινητή τηλεφωνία άλλαξε εντελώς τη ζωή των πληρωμάτων. Αποτελούν παρελθόν όλα τα παλιά δεδομένα όπως τα γνωρίζαμε: τα συναισθήματα, οι αγωνίες, η απομόνωση, η μοναξιά, οι καημοί, η επικοινωνία. Και το πιο σημαντικό: προβλέπεται σε πρώτο χρόνο η οργή και ο θυμός της θάλασσας, με όφελος την ασφαλή ναυσιπλοΐα από πλευράς καιρού.
«Έχεις την αίσθηση», συνεχίζει ο Γιώργος, «ότι είσαι πάνω σε μια πλωτή πολιτεία που όλο κυλά στον πλανήτη γη. Προσεγγίζεις πολύβουα λιμάνια, της γης αγαπημένες χώρες, και περνάς από σταυροδρόμια πολιτισμών. Ο παρατεταμένος χρόνος έλλειψης ορίζοντα είναι επιθυμητός, γιατί τότε μπορείς και αναπαύεσαι. Ένας αόριστος φόβος με τη σχετική ανασφάλεια προέρχεται από τις σύγχρονες πειρατείες στα περάσματα της Αφρικής. Εκεί υπάρχει ο απρόβλεπτος παράγοντας και ο κίνδυνος ποτέ δε μηδενίζεται. Είναι δουλειά μας η μεταφορά του υγρού φορτίου: τα ρεζερβουάρ των αυτοκινήτων όλου του κόσμου είναι λαίμαργα… Επιδιώκουμε πάντοτε, όσο γίνεται, να έχουμε περάσματα γαλήνης».
Επειδή, καπετάνιε μου, οι ιστορίες της πλώρης -όπως λέμε- ποτέ δεν τελειώνουν, μια τελευταία ερώτηση: η θέα της ζωής από τη θέση του κυβερνήτη, ύστερα μάλιστα απ’ όσα έχεις καταφέρει μέχρι σήμερα, σε ανεβάζουν σαν άνθρωπο ψηλά στον πήχη της ζωής;
«Θα ήταν υποκρισία αν ισχυριζόμουν το αντίθετο-απαντά-και συνεχίζει: «έχει βέβαια κάποιο τίμημα αυτό που κάνω, όμως υπάρχει και το ισχυρό κίνητρο της οικονομικής ευημερίας».
Αγαπητοί αναγνώστες, εγώ από την κουβέντα αυτή κατάλαβα ότι οι βαθμοφόροι του εμπορικού ναυτικού περνούν καλά σήμερα και δεν ψάχνουν για χαμένες Ατλαντίδες του νου και της ψυχής τους. Ωστόσο, υπάρχει αφελληνισμός της ευρύτερης ναυτιλίας. Χάθηκε η παράδοση «να πάμε στα καράβια» χιλιάδων χρόνων με την Ελληνική ναυτοσύνη. Δεν είμαι σίγουρος αν αυτό είχε αιτία την παγκοσμιοποίηση ή απλά έμαθαν οι πατριώτες μας στην καλοπέραση της ξηράς. Σε κάθε περίπτωση εμείς θα μείνουμε θεατές στη ζωή τους, θα τους θαυμάζουμε και θα τους ζηλεύουμε και για έναν λόγο παραπάνω: δεν περνούν «παπορίσια»!
Καλά ταξίδια, Γιώργο, να έχεις (δε χρειάζεται πλέον να μας… γράφεις) και να μας φέρνεις μοσχοβολιές απ’ όλες τις γωνιές του κόσμου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ