Ως λάτρης της παραδοσιακής μας μουσικής με ενδιέφερε πάντα σε ιστορικά τραγούδια να ξέρω και τι κρύβεται πίσω απ’ αυτά.
Έτσι πριν μερικά χρόνια έγραψα για τον Καπετάν Θανάση που μνημονεύεται στο Σαρακατσάνικο άσμα «Τα μαύρα τα κλεφτόπουλα», το Φεζοδερβέναγα κτλ. Ένα από τα αγαπημένα μου παραδοσιακά του Ζαγορίου είναι και η Μπουλονάσαινα. Στην Ήπειρο πιστεύω πως είναι ευρύτερα γνωστό. Λίγο πολύ, όσοι είμαστε Ηπειρώτες έχουμε ακούσει ή χορέψει την «Μπουλονάσαινα».
Ποια ήταν, όμως, η Μπουλονιάσαινα και η κυρά Φραγκούλαινα που μνημονεύονται στο άσμα, καθώς και ποιοι ήταν οι ληστές, θα τους δούμε όλους στην παρακάτω ιστορία, όπως την έχει διηγηθεί ο Θεόφιλος Φραγκούλης από το Σκαμνέλι Ζαγορίου.
Σκαμνέλι, Βίτσα και Τσεπέλοβο Ζαγορίου, μήνας Ιούνιος του 1882. Τα χωριά του Ζαγορίου ήταν γνωστά για τον πλούτο τους και την ευημερία τους κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Η συνθήκη του Βοΐνικου που είχαν συνάψει τα 14 χωριά του Ζαγορίου, όταν ήταν σουλτάνος ο Μουράτ Β΄, τους έδωσαν την ευκαιρία με προνόμια να πλουτίσουν. Από τους μεσαιωνικούς ακόμη χρόνους το Ζαγόρι δέχονταν επιθέσεις ληστών και δη Αλβανών και αυτός ήταν ο λόγος που τους οδήγησε σε εθελοντική υποτέλεια στους Οθωμανούς. Βέβαια, οι ληστές δεν σταμάτησαν ποτέ να παρενοχλούν το Ζαγόρι. Πότε το ένα χωριό, πότε το άλλο.
Οι ξενιτεμένοι Ζαγορίσιοι διέπρεψαν ως έμποροι, επιστήμονες και άνθρωποι των γραμμάτων. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο γιατρός Δημήτρης Φραγκούλης, που έδ-ρευε στο Σκαμνέλι. Εκεί είχε χτίσει το αρχοντικό του. Τον Ιούνιο του 1882 μια συμμορία ληστών από το Ελληνικό, πέρασε τα σύνορα και έφτασε έως το Ζαγόρι. Αρχηγός ήταν κάποιος Αποστολάκης και η συμμορία του αποτελούνταν από 25 άτομα. Είχαν πατήσει πρώτα τη Βίτσα και το Τσεοπέλοβο, το οποίο είχε και Οθωμανική χωροφυλακή, και τώρα ήρθε η σειρά στο Σκαμνέλι.
Οι ληστές εισέβαλαν τα μεσάνυχτα στο Σκαμνέλι και αφού έβαλαν καραούλια στο χωριό μην τυχόν έρθει κάποιο απόσπασμα, πολιόρκησαν τρία αρχοντικά. Το ένα από αυτά ήταν του γιατρού Δημήτρη Φραγκούλη. Ο ίδιος ο γιατρός εκείνο το βράδυ βρίσκονταν στη Λάϊστα. Στο σπίτι βρισκόταν η σύζυγος του γιατρού, η φερόμενη στο άσμα κυρά Φραγκούλαινα, η μεγαλύτερη αδερφή του Θεόφιλου Φραγκούλη, η Αγγελική Φραγκούλη.
Οι ληστές αρχικά φώναξαν να τους ανοίξουν και απείλησαν πως αν δεν άνοιγαν θα έκαιγαν το σπίτι με πετρέλαιο. Μπαίνοντας στο σπίτι οι ληστές αναζήτησαν τον μεγάλο αδερφό του Θεόφιλου, τον Πέτρο Φραγκούλη, ο οποίος για καλή του τύχη έλειπε εκείνο το βράδυ. Αφού καταλήστεψαν το αρχοντικό τους, μάζεψαν όσους βρήκαν εκεί, δηλαδή τον Θεόφιλο, την μητέρα του και την αδερφή του Αγγελική και από τα άλλα δύο αρχοντικά την Ουρανία Βολονάση και την Ελένη Τσόγια. Τους έσυραν μέσα από πέτρες, βράχους, αγκάθια και πυκνά δάση και συνεχώς βρίσκονταν σε πορεία.
Η πείνα ήταν γι’ αυτούς άγνωστη και πολλές φορές έτρωγαν μπομπότα, που ενίοτε είχε και σκουλήκια και αν δεν την έτρωγαν, οι ληστές απειλούσαν να τους κόψουν τα κεφάλια. Οι ληστές είχαν στείλει μήνυμα και ζητούσαν 360 λίρες. Όταν τους δόθηκαν τα λύτρα και δεν έλειπε ούτε μια λίρα, οι ληστές χοροπηδούσαν από την χαρά τους σαν πεινασμένα λιοντάρια, γράφει ο Θεόφιλος Φραγκούλης.
Σαραντατρείς ημέρες κράτησε η αιχμαλωσία τους. Όταν ήταν να φύγουν αποχαιρέτησαν τους ληστές. Πριν ξεκινήσουν να φύγουν, όταν τους αποχαιρετούσαν, ο καπετάνιος έδωσε στον Θεόφιλο ένα πορτοφόλι με ένα 20δράχμο, που ο Θεόφιλος το κράτησε για ενθύμιο.
Ο Θεόφιλος Φραγκούλης αναφέρει για την αιχμαλωσία πως είχε καλά και κακά. Φαίνεται ο ίδιος να έπασχε από κάποια ασθένεια και του έκανε καλό το οξυγόνο. Έμαθαν πως να προφυλάσσονται στο εξής και να γνωρίζουν τους εχθρούς τους. Ο Θεόφιλος πιστεύει ότι οι ληστές δεν ήρθαν τυχαία αλλά κάποιοι τους έστειλαν. Κακό έκανε στις γυναίκες που τις κυρίευσε ο φόβος, ενώ η μητέρα του ασθένησε για μεγάλο διάστημα.
Ο Θεόφιλος κλείνει την έκθεσή του, γράφοντας πως το φαινόμενο της ληστείας δεν θα το συναντήσουμε μόνο στο Ζαγόρι αλλά σ’ όλη την Ήπειρο, αν και ο βαλής Ηπείρου Χιβζί πασάς έχει φέρει κάποια τάξη.
Τώρα γιατί το τραγούδι ονομάζεται Μπουλονάσαινα και όχι Φραγκούλαινα ή Τσόγαινα, έχει να κάνει με απλά πράγματα. Η Ουρανία Βολονάση διηγήθηκε και αυτή κάπου την ιστορία της μέχρι που έφτασε και στους μουσικούς και στιχουργούς της περιοχής, οι οποίοι το έκαναν τραγούδι. Αν έχω ερευνήσει σωστά, η Ουρανία Βολονάση (Μπουλονάσαινα) ήταν η νύφη του κοινοτικού γιατρού στο Σκαμνέλι, Κωνσταντίνου Βολονάση (παλιά αρχοντική οικογένεια) που απεβίωσε το 1915.
Όσον αφορά τους ληστές στο τραγούδι, σε κάποιες διασκευές φαίνεται να είναι η συμμορία του Νταβέλη, ενώ ο ίδιος ο αιχμάλωτος Φραγκούλης ονοματίζει τον Αποστολάκη. Δεν αποκλείεται, όμως, να ήταν και περισσότερες συμμορίες, καθότι οι ληστές σπάνια είχαν τέτοια δύναμη. Τα βιώματα του Θεόφιλου Φραγκούλη δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Φωνή της Ηπείρου» το 1896, 23 του Φλεβάρη.
Οι φωτογραφίες προέρχονται από
το αρχείο του Θεοφάνη Φραγκούλη
και δημοσιεύθηκαν στο διαδίκτυο
από τον Βασίλη Χολέβα



