ΜΕΡΟΣ Β’
Η αξία της προσευχής. Στις διδαχές του για την προσευχή, ο Γέροντας Μητροφάνης Μιτσιλής ακολουθεί την διδασκαλία του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη και άλλων ασκητικών Πατέρων της Εκκλησίας.
Μεταξύ των άλλων έλεγε: «Οι Πατέρες ονομάζουν την προσευχή όπλο πνευματικό και δεν είναι δυνατόν χωρίς αυτό να βγούμε στον πόλεμο, για να μην οδηγηθούμε αιχμάλωτοι στη χώρα των εχθρών. Και προσευχή καθαρή δεν μπορεί κανείς να αποκτήσει, αν δεν έχει σταθερά προσηλωμένη και ειλικρινή την καρδιά του στον Θεό, γιατί αυτός δίνει την προσευχή στον προσευχόμενο. Από την προσευχή, δεν ξέρετε πόσα αγαθά μπορούν να προκύψουν.
Η προσευχή σε τακτές ώρες μοιάζει με τη γεννήτρια, που δίνει φως. Μπορεί να δώσει το φως της πάντα ή όταν χρειάζεται. Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση, για να δώσει φως, είναι να φορτίζεται ή να τροφοδοτείται με καύσιμη ύλη. Αυτό το ρόλο παίζει η προσευχή στην όλη πνευματική ζωή. Φορτίζει τη γεννήτρια και της δίνει τη δύναμη, για να μας παρέχει φως, όταν πάει να σκοτεινιάσει… Η προσευχή απομακρύνει τη λύπη και την αθυμία. …Ο Θείος Απόστολος διδάσκει να προσευχόμαστε αδιαλείπτως “Πάντοτε χαίρετε, αδιαλείπτως προσεύχεσθε” και να επιμένουμε στην προσευχή. Η προσευχή μας πρέπει να πηγάζει από τα βάθη της καρδιάς μας. Τότε η ψυχή κινεί το σώμα και το θερμαίνει. Γίνεται ιερή μυσταγωγία και θεία έξαρση και βυθισμός σε χώρους θείους και πνευματικούς.
Υπάρχουν, όμως, και στιγμές ακηδίας, η οποία προκαλείται από την αδιαφορία, την αμέλεια, τη λήθη, την οκνηρία και άλλους παράγοντες, όπως η εκτροπή των λογισμών, ακαταστασία του νου και λοιπά τεχνάσματα κακίας. Τότε, η ψυχή γίνεται βαρύτερη από το σώμα και δεν έχει καμία διάθεση προσευχής. Η προσευχή είναι η αναγκαιότερη και υψηλότερη αρετή από όλες τις αρετές, όπως η νηστεία, η άσκηση, η ελεημοσύνη, η αγρυπνία, η παρθενία και οι λοιπές θεοειδείς αρετές. Η ιερή προσευχή από μόνη της ενώνει και συνάπτει τον άνθρωπο με τον Θεό και αντιστρόφως, τον Θεό με τον άνθρωπο και ενώνει τα δύο σε ένα Πνεύμα».
Τρόπος και χρόνος προσευχής
Στην προσευχή πρέπει να διατηρούνται ενωμένα η εξομολόγηση της αμαρτωλότητας, τα αιτήματα που σχετίζονται με τη σωτηρία, καθώς και η ευχαριστία για τις ευεργεσίες και η δοξολογία του Θεού.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι προσευχής. Ο ένας είναι προς τον επουράνιο Πατέρα, ως ευχαριστία, δοξολογία και αναφορά των αιτημάτων. Ο άλλος είναι η προσφυγή στους αγγέλους και τους αγίους, γιατί επιθυμούν τη σωτηρία των ανθρώπων και εφόσον είναι πλουτισμένοι με υπερφυσικά χαρίσματα, μπορούν να βοηθήσουν τους πιστούς. Γι’ αυτό στην άσκηση της προσευχής η Εκκλησία έχει αφιερώσει κάθε μέρα της εβδομάδας στην τιμή των επουρανίων δυνάμεων και αγίων, η οποία διευκολύνει την προσευχή των πιστών. Οπωσδήποτε, όμως, καθημερινά και σε εξέχουσα θέση είναι η Υπεραγία Θεοτόκος, που είναι πάνω από όλα τα κτίσματα και προσφέρει αναρίθμητες ευεργεσίες στους πιστούς.
Διευκολύνοντας τον πιστό για την κατανόηση της προσευχής, διδάσκει ότι υπάρχουν δύο μέθοδοι, που μπορεί να προσεύχεται ο καθένας, ο εσωτερικός και ο εξωτερικός. Η εσωτερική προσευχή συναλλάσσεται με τον εξωτερικό τρόπο, τις ακολουθίες δηλαδή της Εκκλησίας. Οι διατεταγμένες ακολουθίες, ο εσπερινός, το απόδειπνο, το μεσονυκτικό, ο όρθρος και η λειτουργία ορίζουν τον «χρόνο» της προσευχής της Εκκλησίας, η οποία είναι και ο τόπος της διατεταγμένης προσευχής. Ο εσωτερικός τρόπος, όμως, είναι η απερίσπαστη συγκέντρωση του νου στα λόγια της προσευχής, η οποία υποστηρίζεται από την αίσθηση ότι βρίσκεται κανείς ενώπιον της παρουσίας του Θεού με κατάνυξη, συντριβή και δάκρυα ταπείνωσης. Αυτή είναι η εσωτερική προσευχή του νου και της καρδιάς. Κάθε ώρα και στιγμή, όχι μόνο την ώρα της προσευχής, οφείλει ο πιστός να ελέγχει το νου του, να τον στρέφει προς τον ουράνιο Πατέρα, ώστε να μην σκορπίζεται στα γήινα και πρόσκαιρα πράγματα.
Τρόποι προσευχής
Λέγει ο γέροντας Μητροφάνης: «Αφού ξυπνήσουμε και ρίξουμε λίγο νερό στο πρόσωπο και αφού πάρουμε ένα καφέ ή κάτι άλλο για τόνωση, λέγουμε το Τρισάγιο, απαγγέλουμε το Σύμβολο της Πίστεως και το Άξιον εστιν της Υπεραγίας Θεοτόκου. Κάθισε σε ένα σκαμνάκι και άρχισε την προσευχή με το όπλο κατά του διαβόλου, το κομποσκοίνι. Μην ζητάς να λέγεις πολλά στην προσευχή σου, για να μην διασκορπιστεί ο νους σου, αναζητώντας λόγια.
Ένας λόγος τελωνικός εξιλέωσε τον Θεό και ένας λόγος πίστεως έσωσε τον ληστή.
Η πολυλογία στην προσευχή πολλές φορές δημιούργησε στο νου φαντασίες και διάχυση, ενώ η μονολογία συγκεντρώνει το νου… Όταν αισθάνεσαι γλυκύτητα σε κάποιο λόγο της προσευχής σου, σταμάτησε σε αυτόν, διότι τότε συμπροσεύχεται μαζί μας ο φύλαξ Άγγελός μας. Συλλογίσου ότι αυτή είναι η τελευταία ημέρα της ζωής σου. Συλλογίσου, πως φεύγοντας, σε λίγο, θα έρθουν να διεκδικήσουν τη ψυχή σου οι Άγγελοι ή οι δαίμονες κατά τα πεπραγμένα σου. Πικροί κατήγοροι οι δαίμονες την ώρα του θανάτου, παρουσιάζουν στη μνήμη όλα τα έργα της ζωής σου και ωθούν σε απόγνωση. Οι Άγγελοι αντιπροβάλλουν τα κατά Θεόν ειργασμένα. Και από εκείνο το πρόχειρο Πρωτοδικείο προσδιορίζεται η πορεία της ψυχής. Έπειτα τα εναέρια τελώνια, έπειτα το φοβερό βήμα του Κριτού, έπειτα η απόφαση… Με αυτές τις σκέψεις ο άνθρωπος κατανύσσεται».
Ο Γέροντας Μητροφάνης έλεγε, επίσης, πολλές φορές στα πνευματικά του παιδιά τα εξής: «Ο πλέον συνηθισμένος τρόπος είναι να λέμε την Ευχή είτε προφορικά, είτε ψιθυριστά, είτε από μέσα μας με τον ενδιάθετο λόγο, παντού και πάντοτε. Έτσι, στη δουλειά, στο σπίτι, στο δρόμο, λέμε: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Όταν τρώμε, όταν περπατάμε και ειδικότερα όταν βρισκόμαστε μέσα στην Εκκλησία: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”».
Η αξία της προσευχής
Και παρακάτω: «Ανάμεσα στις προσευχές η νοερά προσευχή είναι το δυνατότερο και το πιο εύχρηστο όπλο, επειδή περιέχει το άγιο όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Είναι μια προσευχή με ιδιαίτερη χάρη και αυτενέργεια. Να ζητάμε στην προσευχή μόνο τη σωτηρία της ψυχής μας. Δεν είπε ο Κύριος “Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και ταύτα πάντα προστεθήσεται ύμίν”; (Ματθαίος 6,33). Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε. Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το μυστικό είναι, να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, “δωσ’ μου τούτο, εκείνο …”. Είναι αρκετό να λέμε, “Κύριε Ιησού, ελέησόν με”. Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση από μας για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μάς παρέχει την αγάπη Του.
Η ευχή είναι το μόνο που μπορεί να γεμίσει την ώρα μας, τις στιγμές μας, τη νύκτα μας, την ημέρα μας, τη ζωή μας. Η ευχή περιέχει ολόκληρο τον Θεόν, την Αγία Τριάδα με όλον τον ουρανό και τη γη, και μας καθιστά χωρούντας τα αχώρητα, ολόκληρη την αιωνιότητα. Η ευχή είναι το απλούστερο, το αμεσότερο, το παρά τους πόδας μας μέσον, δια του οποίου και εμείς γινόμεθα συγκοινωνοί και μέτοχοι των ιδιωμάτων του Κυρίου Ιησού Χριστού και ταυτόχρονα ζούμε ο καθένας τόσο απλά και όμορφα την προσωπική μας ζωή».
Συμβουλές στα τέκνα του
Ακολουθώντας τους λόγους του Οσίου Πορφυρίου συμβούλευε τα πνευματικά του τέκνα ως εξής: «Εμείς δεν χρειάζεται να κάνομε καμία προσπάθεια. Να απευθυνόμαστε στον Θεό με ύφος ταπεινού δούλου, με φωνή παρακλητική και ικετευτική. Τότε η προσευχή μας είναι ευάρεστη στον Θεό. Να στεκόμαστε με ευλάβεια ενώπιον του Εσταυρωμένου και να λέμε: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Αυτό τα λέει όλα. Όταν κινηθεί για προσευχή ο νους του ανθρώπου, στο δευτερόλεπτο του δευτερολέπτου, έρχεται η θεία χάρις. Τον πρώτο καιρό πρέπει να λέμε την Ευχή προφορικά, με το στόμα ψιθυριστά, σεμνά και ταπεινά και μάλιστα, όσο μπορούμε συχνότερα: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με… Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Γιατί η φωνή που βγαίνει από το στόμα, συγκεντρώνει το νου πάνω στις λέξεις και έτσι ο νους με τη σειρά του αρχίζει σιγά – σιγά να τις προσέχει.
Όπως, λοιπόν, δεν είμαστε αφηρημένοι μπροστά στον Πνευματικό ή σ’ ένα επίσημο πρόσωπο, έτσι και πολύ περισσότερο δεν πρέπει να είμαστε αφηρημένοι, όταν κάνουμε Ευχή, για ν’ αρχίσει ο τρόπος αυτός ν’ αποδίδει καρπούς. Γιατί, όσο πιο θερμή και πιο δυνατή είναι η Ευχή τόσο και τα αποτελέσματά της είναι πιο θεάρεστα και πιο ωφέλιμα για τη ψυχή μας.
Όταν επιμείνουμε πολύ στην προφορική Ευχή καθ’ όλη την ημέρα, ανεξάρτητα από τη δουλειά που κάνουμε, όσο θα περνάει ο καιρός τόσο και πιο απαραίτητη θα την αισθανόμαστε, καθώς δημιουργείται μέσα μας ένα παράδοξο κλίμα γλυκύτητας και ειρήνης, τόσο που ακόμα και το στόμα γλυκαίνεται σαν να έχει μέσα του μια γλυκιά καραμέλα που την πιπιλίζει διαρκώς: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με…”.
Έτσι, αυθόρμητα πλέον, επιθυμούμε και ζητούμε να λέμε την Ευχή, γιατί έχουμε γλύκα στο στόμα και στα χείλη γεύση μελιού. Και τότε, βέβαια, για κανένα λόγο δεν θέλουμε να σταματήσουμε το Όνομα του Χριστού. Όταν μας διακόπτουν για τον άλφα ή βήτα λόγο, αισθανόμαστε σαν να μας λείπει κάτι το πολύτιμο, γιατί η ψυχή αισθάνεται την έλλειψη της Ευχής και την αναζητεί. Μόλις, όμως, ξαναβρεί την ευκαιρία, αμέσως αρχίζει και πάλι: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με…”. Η προφορική Ευχή είναι μεν στάδιο αρχαρίων, αλλά είναι και στάδιο εισαγωγικό για όλους εκείνους που επιθυμούν “εν Πνεύματι Αγίω” να εργάζονται την Ευχή, όσο μπορούν, ώστε να δουν καλύτερες ημέρες στη ζωή τους, στην οικογένειά τους και στο περιβάλλον τους γενικότερα. Είναι δε επίμονος και απαραίτητη αρχή, για την επιτυχία του τελικού σκοπού, δηλαδή του Αγιασμού του Ορθοδόξου Χριστιανού, που πετυχαίνεται με την κατάκτηση της καρδιάς από το παντοδύναμο Όνομα του Ιησού Χριστού.
Ο Χριστιανός, που λέει την Ευχή, πλουτίζει πνευματικά! Πλουτίζει, όντως, από τις Θείες Τριαδικές δωρεές, αλλά όχι χωρίς κόπους, πειρασμούς και σκληρούς πνευματικούς αγώνες, που χρειάζονται, για να απαλλαγεί από τα μύρια πάθη που έχει μέσα του και κυρίως την ψωροπερηφάνια».
Ο μετεωρισμός στην προσευχή
Έλεγε ο Γέροντας: «Καθώς προσεύχεσαι, προσπάθησε να κρατάς το νου και την προσοχή σου μέσα στην καρδιά, πουθενά αλλού. Το ότι ο νους, ύστερ’ από λίγη ώρα προσευχής φεύγει από την καρδιά, χάνει τη μνήμη του Θεού και μετεωρίζεται, δηλαδή περιπλανιέται και ρεμβάζει, φανερώνει αδυναμία αυτοσυγκεντρώσεως και υποσυνείδητη αδιαφορία για την προσευχή. Η ψυχή κατά βάθος δεν εκτιμά την αξία της προσευχής και δεν την αισθάνεται τόσο ως ανάγκη, όσο ως καθήκον. Βιάζεται, λοιπόν, ν’ απαλλαγεί απ’ αυτή το συντομότερο, κάνοντας την όπως – όπως.
Να προσεύχεσαι με φόβο Θεού, επικεντρώνοντας την προσοχή σου στις έννοιες των λέξεων. Η ευχή του Ιησού και άλλες σύντομες προσευχές γεννούν στην καρδιά αισθήματα θεία, με τα οποία δεσμεύεται η προσοχή, παραμένοντας στη μνήμη του Κυρίου.
Να θυμάσαι, πάντως, ότι στην τελείωση και τη σωτηρία δεν φτάνει κανείς μόνο με την προσευχή, αλλά και με την παράλληλη καλλιέργεια όλων των αρετών. Όσο προοδεύουμε στην πνευματική ζωή, όσο δηλαδή μειώνονται τα πάθη μας και αυξάνονται οι αρετές μας τόσο προοδεύουμε και στην προσευχή. Οι βασικότερες αρετές είναι: ο φόβος του Θεού, η αγνεία, η ταπείνωση, η μετάνοια, η υπομονή, η αγάπη. Όταν αυτές εμφανιστούν, ακολουθούν όλες οι άλλες και μαζί τους η προσευχή.
Η προσευχή δίχως προσοχή δεν είναι προσευχή. Γι’ αυτήν, επομένως, πρέπει να φροντίζεις περισσότερο. Συνάμα, όμως, να είσαι συνεπής και στην εκτέλεση του καθημερινού σου κανόνα. Να συμμετέχεις, επίσης, και στη λατρεία της Εκκλησίας μας. Να πηγαίνεις στο ναό συχνά, σε κάθε ακολουθία, αν τούτο είναι δυνατό, και να συμπροσεύχεσαι ευλαβικά με τους άλλους πιστούς».
«Ας σταθούμε», λέγει ο Γέροντας, «με ζωντάνια στη ψαλμωδία και την προσευχή, διώχνοντας τις επιθέσεις των λογισμών και των βιοτικών φροντίδων. Γιατί συνηθίζουν οι δαίμονες, όταν δουν κάποιο να ψάλλει ή να προσεύχεται με ζήλο, τότε ακριβώς να του υποβάλλουν σκέψεις για διάφορες υποθέσεις, αναγκαίες τάχα, στρέφοντας το νου στην αναζήτηση λύσεων γι΄ αυτές, έτσι που να μπλεχθεί ο νους με την ενθύμησή τους και να χάσει τη γλυκύτητα της ψαλμωδίας. Για να μπορέσουμε να προσευχόμαστε με προσοχή, θείο φόβο, ευλάβεια και κατάνυξη, να ζητήσουμε από τον Κύριο να μάς φωτίσει με το Πνεύμα το Άγιο, για να αποκτήσουμε επίγνωση της άπειρης μεγαλοσύνης Του, να νιώσουμε σε ποιο φοβερό Θεό μπροστά στεκόμαστε.
Και ακόμα, ας Τον παρακαλέσουμε θερμά, όχι για μάταια και πρόσκαιρα πράγματα, αλλά για την κάθαρσή μας από τα πάθη και προπαντός την απόκτηση ταπεινού φρονήματος… Ο Χριστός βλέποντας την πίστη σου, τη μετάνοιά σου και τη ζέση της ικεσίας σου θα σε ευσπλαχνιστεί και θα σε θεραπεύσει, χαρίζοντας στη ψυχή σου το φως. Όταν, όμως, δεν προσευχόμαστε με πόνο, με όλη τη δύναμη της ψυχής μας και με αληθινή μετάνοια, δεν θα μας ακούσει ο Χριστός, δεν θα μας συγχωρέσει, δεν θα μας φωτίσει. Η εσωτερική προσευχή γίνεται, όταν το πνεύμα του ανθρώπου, απαλλαγμένο από τις κινήσεις της ψυχής, επικοινωνεί και ενώνεται με τον Θεόν.
Άνθρωπος ταραγμένος, απασχολημένος, διακλαδιζόμενος με τις ενέργειες του νου του, δεν είναι δυνατόν να κάνει αληθινή προσευχή. Η προσευχή του θα είναι κάτι το ανθρώπινο, κάτι το εντελώς σωματικό. Πρόσεχε, λοιπόν, το νου σου, ώστε να φέρεις εις πέρας τον σκοπό για τον οποίο ξεκίνησες, με το να δημιουργήσεις στον εαυτό σου την αρμόζουσα σε σένα ηρεμία. Επομένως, η φυλακή του προσευχομένου είναι και η οικεία ηρεμία, είναι δηλαδή και τόπος και τρόπος.
Πολλές φορές, μού ζητάτε να σας μιλήσω για την προσευχή. Αλλά, τι να σας πω για την προσευχή, όταν αργολογείτε όλη την ημέρα, όταν κατακρεουργείτε άνθρωπο, όταν παραπονείστε, γκρινιάζετε, φωνάζετε»;
Τα λόγια αυτά του Γέροντα έρχονται σε απόλυτη ταύτιση με την διδασκαλία του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη για τη ΝΗΨΗ, ο οποίος τονίζει τα εξής: «Κάθε πιστός πρέπει να φυλάττει την καρδιά από κακούς λογισμούς, συγχρόνως δε τις αισθήσεις από τις βλαβερές προκλήσεις. Η καρδιά είναι ο θάλαμος του νου και της ψυχής, ο μυστικός και απόκρυφος, γι’ αυτό χρειάζεται να προσέχει ο άνθρωπος και να φυλάει τις αισθήσεις του και την καρδιά του από πονηρούς λογισμούς και πάθη, γιατί, όταν αυτά αμελούνται, παρασύρουν τους ανθρώπους σε κακές πράξεις και στην απώλεια. Θεωρεί, επίσης, χρήσιμο, να φυλάγεται ο νους από την πολυπραγμοσύνη και περιέργεια, γιατί γεμίζει ο νους με μάταιους και βλαπτικούς λογισμούς που δεν βοηθάνε στη νέκρωση των παθών και την τελειότητα. Γι’ αυτό πρέπει να συστέλλεται ο νους μέσα στον εαυτό του, προσποιούμενος ακόμα και τον αμαθή για τα πράγματα του κόσμου…
Επίλογος
Ο Γέροντας Μητροφάνης υπήρξε κατεξοχήν εκκλησιαστικός πατέρας κληρικών, μοναχών και λαϊκών, διδάσκοντας ακούραστα τις πρακτικές του Ορθόδοξου ησυχασμού. Εργάστηκε με περισσό ζήλο για την πνευματική οικοδομή και τη σωτηρία των ψυχών, που του εμπιστεύτηκε ο Θεός. Οι διδασκαλίες του διακρίνονται για την απλότητα, τη χάρη, τη ζωντάνια και την πειστικότητα, με σεβασμό στην ανθρώπινη προσωπικότητα, έχοντας ως θεμέλιο την πατερική νηπτική σοφία. Δίκαια χαρακτηρίστηκε «ως πρύτανις» των πνευματικών και εξομολόγων. «Είη η μνήμη του αιωνία και άληστος».
ΤΕΛΟΣ
 
            