Ερωτήσεις προς Κώστα Νικάκη, επιμελητή της έκθεσης «Ιστορίες Ανεμελιάς» από την Κατερίνα Σχισμένου.
Η ανεμελιά είναι μια λέξη που μοιάζει απλή, σχεδόν παιδική. Κι όμως, πίσω της κρύβεται ένα βάθος που αγγίζει την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη. Είναι άραγε ένα στιγμιαίο ξέσπασμα ελευθερίας ή μια πιο βαθιά ποιότητα ζωής;
Η έκθεση στη Δημοτική Πινακοθήκη Αθηνών, σε επιμέλεια του Κώστα Νικάκη, «Ιστορίες Ανεμελιάς» δεν προσεγγίζει την ανεμελιά ως επιφανειακή διάθεση, αλλά ως ένα βλέμμα που μπορεί να σταθεί απέναντι στο άγχος, τη φθορά και την κοινωνική πίεση. Οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν καλούνται να αποδώσουν αυτή τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στο φως και το βάρος, στο τυχαίο και το αναγκαίο σε μια γόνιμη συνομιλία με το χώρο και το χρόνο μιας και υπάρχουν καλλιτέχνες που την αποτύπωσαν από τις αρχές του αιώνα, έως φοιτητές της Σχολής Καλών Τεχνών. Ποια είναι η διαχρονικότητα της ανεμελιάς τελικά; Πιστεύετε ότι η «ανεμελιά» μπορεί να υπάρξει γνήσια στη σύγχρονη κοινωνία της αβεβαιότητας ή είναι περισσότερο μια νοσταλγική φαντασίωση; Με την ευκαιρία της έκθεσης συνομιλήσαμε με τον Κώστα Νικάκη, ο οποίος δέχθηκε ασμένως να απαντήσει στις ερωτήσεις μας.
Συνέντευξη στην Κατερίνα Σχισμένου
ΕΡ: Σε μια εποχή που το κοινό συχνά νιώθει αποκομμένο από την τέχνη, πώς φαντάζεστε την έκθεση αυτή ως γέφυρα ανάμεσα σε κάτι τόσο καθημερινό (την αίσθηση της ανεμελιάς) και το θεσμικό πλαίσιο μιας πινακοθήκης;
Απ: Στην Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων τη φανταζόμαστε ως έναν ανοιχτό χώρο, φιλόξενο για το κοινό και τους καλλιτέχνες, έναν τόπο όπου η τέχνη απλώνεται φυσικά στη ζωή, χωρίς αποστάσεις. Με αυτή την έκθεση θέλουμε να φέρουμε στο προσκήνιο την ανεμελιά – εκείνη τη σπάνια, ανάλαφρη αίσθηση ελευθερίας που χάνεται συχνά μέσα στη ρουτίνα της καθημερινότητας. Η ανεμελιά γίνεται γέφυρα ανάμεσα στο έργο και τον θεατή, καλώντας τον να ξαναβρεί την παιδική ματιά που κοιτάζει τον κόσμο χωρίς φόβο και βαρύτητα. Μέσα από τα έργα και την ατμόσφαιρα της έκθεσης, η πινακοθήκη ανοίγει τις πόρτες της όχι μόνο στην τέχνη, αλλά και στην ελαφρότητα, στο παιχνίδι, στην ανάσα που όλοι έχουμε ανάγκη.
Ερ: Μπορεί η ανεμελιά να είναι και πράξη αντίστασης; Σαν να λες «δεν θα υποκύψω στη βαρύτητα των καιρών, θα κρατήσω το ελαφρύ, την ανεμελιά της παιδικής ηλικίας»;
Απ: Ναι. Η ανεμελιά σε μια εποχή φόβου, πίεσης και υπερπληροφόρησης μπορεί να λειτουργήσει ως σιωπηρή αντίσταση. Η δήλωση «δεν θα υποκύψω στη βαρύτητα των καιρών» γίνεται πράξη όταν επιλέγεις συνειδητά να κρατήσεις χώρο για το ελαφρύ και το ανέμελο. Μέσα στο πλαίσιο μιας πινακοθήκης, αυτή η στάση μπορεί να εκφραστεί μέσω έργων που αψηφούν την επιτηδευμένη σοβαρότητα ή που προτάσσουν το παιχνίδι, τη φαντασία και το χιούμορ.
Ερ: Είναι η ανεμελιά μια αυθεντική εσωτερική στάση ή πάντα προκύπτει σε αντίστιξη με το βάρος και την αγωνία; Μπορεί να σταθεί μόνη της ή υπάρχει μόνο σε σχέση με την έλλειψη της;
Απ: Η ανεμελιά συχνά αναδύεται μέσα από την αντίθεση: η πλήρης απουσία άγχους εί- ναι σπάνια, και έτσι την αναγνωρίζουμε όταν μπορούμε να τη συγκρίνουμε με την πίεση ή την αγωνία. Παρ’ όλα αυτά, μπορεί να υπάρξει και ως συνειδητή στάση. Όταν κάποιος επιλέγει να ζήσει με ελαφρότητα και να μην αφήσει τις δυσκολίες να καθορίσουν την ψυχική του κατάσταση, δημιουργεί έναν εσωτερικό χώρο ελευθερίας. Η αυθεντικότητα της ανεμελιάς έγκειται σ’ αυτήν την επιλογή: δεν είναι απλώς αντίδραση, αλλά ενεργή πράξη δημιουργίας. Ταυτόχρονα, η ανεμελιά μπορεί να σταθεί και μόνη της, ως καθαρή ποιητική ή αισθητική εμπειρία. Όταν βιώνεται πλήρως, γίνεται αυτοσκοπός, χωρίς να χρειάζεται να συγκρίνεται με την έλλειψή της. Ωστόσο, η ανθρώπινη αντίληψη την αντιλαμβάνεται συχνά μέσα από την αντίθεση: νιώθουμε την ελαφρότητα όταν έχουμε γευτεί το βάρος. Η δύναμή της βρίσκεται ακριβώς σ’ αυτή τη διπλή φύση: μπορεί να υπάρξει ανεξάρτητα, αλλά αποκτά μεγαλύτερο βάθος όταν συνειδητοποιούμε την αντίθεσή της με το βάρος και την αγωνία.
Ερ: Τι αντίκτυπο είχε στο κοινό;
Απ: Η έκθεση προσέλκυσε περισσότερους από 3.550 επισκέπτες και άφησε βαθύ αποτύπωμα στο κοινό. Οι επισκέπτες βίωσαν την ανεμελιά ως μια αίσθηση ελευθερίας και παιχνιδιού, ξαναβρίσκοντας την παιδική ματιά που κοιτάζει τον κόσμο χωρίς φόβο και βαρύτητα. Μέσα από ξεναγήσεις και παράλληλες δράσεις, όπως εικαστικά εργαστήρια για παιδιά, μαθήματα γιόγκα, λαογραφικά εργαστήρια με παραδοσιακά παιδικά παιχνίδια και μαθήματα καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας, οι θεατές συμμετείχαν ενεργά και έγιναν μέρος της δημιουργικής διαδικασίας. Η παρουσίαση «Η αθέατη πλευρά της έκθεσης» αποκάλυψε τα στάδια προετοιμασίας των έργων, ενισχύοντας την κατανόηση και τον θαυμασμό για την τέχνη. Το αποτέλεσμα ήταν μια μοναδική, συναισθηματική και βιωματική εμπειρία που έφερε την τέχνη πιο κοντά στη ζωή και άφησε στους επισκέπτες την αίσθηση της ανάσας, της ελαφρότητας και της χαράς.
* Η Κατερίνα Σχισμένου είναι εκπαιδευτικός – συγγραφέας