Από το 1750 η Πάργα συνδεόταν στερεά με το Σούλι (Τετραχώρι) με μία σχέση περίπου χαλαρής ομοσπονδίας.
Κατέστη η Πάργα αληθινό φρούριο και καταφύγιο όλων των κυνηγημένων από τους Τούρκους Ηπειρωτών και κυρίως των Σουλιωτών, όσο διαρκούσαν οι πόλεμοι με τον Αλή των Ιωαννίνων. Οι γνωστές διενέξεις της Γαλλίας με την Τουρκία το 1798 επέτρεψαν στον Αλή να πολιορκήσει την Πάργα, ωστόσο δεν μπόρεσε να την πάρει και γύρισε ντροπιασμένος στα Γιάννενα. Ανεπιτυχής υπήρξε και η νέα εκστρατεία του το έτος 1814 κι έτσι η Πάργα έμεινε ολόρθη, υπερήφανη κι ελεύθερη.
Ο λαός τραγούδησε τη νέα νίκη της Πάργας: «Τι να ’ν’ της Πάργας ο αχός, κ’ η βρονταριά η μεγάλη;/ Μήνα βροντές, μήν’ αστραπές, μήν’ αστροπελέκια;/ Ούτε βροντές, ούτ’ αστραπές, ούτ’ αστροπελέκια./ Εκίνησ’ ο Αλή Πασάς στην παινεμένη Πάργα/ πέντε χιλιάδες Λιάπηδες, για να τηνε σκλαβώσει./ Άξαφνα μπήκαν κ’ έφτασαν μέσα στα περιβόλια/ κ’ άναψ’ εκεί ο πόλεμος απ’ το πουρνό ως το βράδυ./ Εξέρανε τις κιτριές το τούρκικο το αίμα/ κι έπεσε κι ο Νταούτ-μπεης, του ασκεριού ο πρώτος.
Φεύγουν οι Τούρκοι, φεύγουνε και πίσω δεν κοιτάζουν,/ και Τούρκος δεν απόμεινε στο σύνορο της Πάργας./ Στο Λαγουράτι φθάνοντας γυμνοί και τρομασμένοι,/ μετρούνται μια, μετρούνται δυο, και λείπουν οχτακόσιοι,/ μετρούνται και οι Παργινοί, τους λείπουν τρεις νομάτοι,/ οι δύο εσκοτωθήκανε, ο τρίτος πάλ’ ευρέθη».
Ό,τι δεν κατόρθωσε, όμως, το σπαθί του Αλή το κατόρθωσε το άφθονο χρήμα του. «Τ’ άσπρα πουλήσαν το Χριστό, τ’ άσπρα πουλούν την Πάργα». Το 1816 Αγγλία και Ρωσία υπέγραψαν την Συνθήκη δημιουργίας του Ανεξαρτήτου Κράτους των Ιονίων Νήσων, δηλαδή ενός Αγγλικού Προτεκτοράτου, κατ’ ουσίαν. Πρώτος Αρμοστής ο Θωμάς Μαίτλαντ, Άγγλος στρατηγός και Κυβερνήτης της Μάλτας.
Ο περιφρονητής αυτός του ελληνικού λαού και θεριστής του φρονήματος και των ελευθεριών του, έπεισε το Αγγλικό Κοινοβούλιο ότι οι Σουλιώτες και οι Παργινοί είναι επικίνδυνοι για την Αγγλία, γι’ αυτό θα έπρεπε η Πάργα να πωληθεί στους Τούρκους!
Την συμφωνία με τον Αλή – πασά υπέγραψε ο φιλότουρκος αυτός Αρμοστής (αποκληθείς και Σουλτάν Θωμάς) στις 17 Μαΐου 1817. Η παράδοση, όμως, καθυστέρησε για δύο χρόνια (1819), για διαδικαστικούς λόγους. Τα λύτρα της προδοσίας ή η οικονομική αποζημίωση για τους αποχωρούντες από την πατρίδα τους Παργινούς, είχαν ορισθεί σε 2.300.000 τάληρα, στη συνέχεια το ποσό αυτό μειώθηκε στα 1.025.700 τάληρα.
Εν συνεχεία πωλητής (Μαίτλαντ) και αγοραστής (Αλή – πασάς) συνέφαγαν στην Πρέβεζα και εμείωσαν περαιτέρω το τίμημα στα 666.666 τάληρα (156.000 λίρες Αγγλίας). Αλλά και το ποσό αυτό δεν ήταν το τελικό. Ο σκληρός και αδυσώπητος Αρμοστής έκρινε ότι οι εκπατριζόμενοι Πάργιοι έπρεπε να πληρώσουν οι ίδιοι… τα μεταφορικά του εκπατρισμού τους στην Κέρκυρα (6.000 τάληρα). Το ποσό που έλαβαν οι Παργινοί αντιστοιχούσε σε μία ελαιοπαραγωγή.
Την Μεγάλη Πέμπτη 14 Απριλίου 1819 οι Παργινοί (περί τους 5.000) έφυγαν για την Κέρκυρα και τ’ άλλα νησιά του Ιονίου. Πήραν μαζί τους τα ιερά κειμήλια των εκκλησιών και, αφού ξέθαψαν τα κόκκαλα των προγόνων τους, τα έκαψαν στην κεντρική πλατεία, για να μην τα πατήσουν οι Τούρκοι. Τη στάχτη την πήραν μαζί τους. Την Μεγάλη Παρασκευή μπήκαν οι βάρβαροι στην πόλη και αντίκρισαν το συγκλονιστικό θέαμα της πλήρους ερημίας. Το μόνο κέρδος της Αγγλίας ήταν η αναγνώριση της επικυριαρχίας της στα Ιόνια νησιά εκ μέρους της Τουρκίας.
Ο Αραβαντινός σημειώνει ότι πήραν τον δρόμο του εκπατρισμού «οι πωληθέντες υπό των ανθρώπων εκείνων, εις ων την προστασίαν είχον καταφύγη από πέντε ακριβώς ετών». Ο ποιητής λαός πόνεσε βαθιά για τον εκπατρισμό των Παργινών και τον τραγούδησε πολύ:
«Μαύρο πουλάκι, πόρχεσαι από τ’ αντίκρυ μέρη,/ πες μου τι κλάψες θλιβερές, τι μαύρα μοιρολόγια/ από την Πάργα βγαίνουνε, που τα βουνά ραγίζουν;/ Μήνα την πλάκωσε Τουρκιά και πόλεμος την καίει;
-Δεν την επλάκωσε Τουρκιά, πόλεμος δεν την καίει./ Τους Παργινούς επούλησαν σα γίδια, σα γελάδια,/ κι όλοι στην ξενιτειά θα παν να ζήσουν οι καημένοι./ Τραβούν γυναίκες τα μαλλιά, δέρνουν τ’ άσπρα τους στήθια,/ μοιριολογούν οι γέροντες με μαύρα μοιρολόγια,/ παπάδες με τα δάκρυα γδύνουν τις εκκλησιές τους.
Βλέπεις εκείνη τη φωτιά, μαύρο καπνό που βγάνει;/ Εκεί καίγονται κόκκαλα, κόκκαλα αντρειωμένων,/ που την Τουρκιά τρομάξανε και το βεζίρη κάψαν./ Εκεί ’ναι κόκκαλα γονιού, που το παιδί τα καίει,/ να μην τα βρούνε οι Λιάπηδες, Τούρκοι μην τα πατήσουν.
Ακούς το θρήνο τον πολύν, οπού βογγούν τα δάση,/ και το δαρμό που γίνεται, τα μαύρα μοιρολόγια;/ Είναι π’ αποχωρίζονται τη δόλια την πατρίδα,/ φιλούν τις πέτρες και τη γη κι ασπάζονται το χώμα».
Το τραγούδι αυτό μαζί με τις γραπτές παρατηρήσεις υπέβαλε στα Ανακτοβούλια της Ευρώπης ο φιλέλληνας ποιητής Ούγκο Φώσκολο, διαμαρτυρόμενος για τη στάση των Άγγλων στο θέμα της Πάργας.
Όλη η Ευρώπη εξηγέρθη κατά των Άγγλων για την πώληση της Πάργας στους Τούρκους, αλλά χωρίς κανένα πρακτικό αποτέλεσμα. Ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος για ιδιωτικούς λόγους ευρίσκετο στην Κέρκυρα, είχε την ευκαιρία να εκτιμήσει προσωπικώς την κατάσταση και υπέβαλε διαμαρτυρία στον Άγγλο Υπουργό των Αποικιών Λόρδο Barthurst, αλλά επί ματαίω.
Οι Παργινοί πρόσφυγες πέρασαν δύσκολες ημέρες στα Ιόνια νησιά. Το 1913 η Πάργα (και όλη η Ήπειρος) απέκτησε την ανεξαρτησία της. Ωστόσο, τα κειμήλια που εφυλάσσοντο στην Κέρκυρα, παραδόθηκαν στους Παργινούς στις 22 Μαΐου 1930.
Στις 21 Μαΐου 1930 το θρυλικό πλοίο «ΕΛΛΗ» (που στις 15 Αυγούστου 1940 τορπιλίστηκε στην Τήνο από τους Ιταλούς) έφθασε στην Κέρκυρα να παραλάβει τα κειμήλια. Την παράδοση παρακολούθησε με συγκίνηση ο λαός της Κέρκυρας και έγινε από τον τότε Μητροπολίτη Κέρκυρας Αθηναγόρα (αργότερα Οικουμενικό Πατριάρχη) στον συνονόματό του Αθηναγόρα, Μητροπολίτη Παραμυθιάς και Πάργας.
Η τελετή περιγράφεται από την Κερκυραία Μαίρη Αρώνη, όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Νίκου Τσάκα «Παργινές Εκκλησίες Ιερά Κειμήλια – Αρχαία Μνημεία»: «Η λιτανεία αργά προχωρεί. Συγκινημένος ο κόσμος σταυροκοπείται στο διάβα της. Παπάδες ιεροφορεμένοι κρατούν στα χέρια τα άγια σκεύη που τόσα χρόνια φύλαγε η Κέρκυρα με ευλάβεια. Σήμερα θα τα παραδώσει στην Πάργα.
Γλυκείς οι ήχοι των μουσικών γεμίζουν την ξάστερη ατμόσφαιρα… ο ξύλινος Σταυρός, το λάβαρο ξεσχισμένο από τα βόλια των Τούρκων, τα ασημένια αντικείμενα, το ιερό Ευαγγέλιο, εικόνες μαυρισμένες από την πολυκαιρία, ακολουθούν κιβώτια με αναρίθμητα κειμήλια σπασμένα, με την Ελληνική Σημαία…
Μεταξύ όλων αυτών των θησαυρών είναι και η Παναγιοπούλα. Ύστερα από τόσα χρόνια θα την ξαναπάμε στον αγαπητό τόπο, όπου πρώτα την ευρήκαν μέσα στους βράχους και την άγρια πρασινάδα… Σήμερα χαμογελάει… Η Λιτανεία έχει φτάσει στην προκυμαία. Μία βενζινάκατος του καταδρομικού περιμένει να παραλάβει τα κειμήλια και να τα μεταφέρει στο πολεμικό… Μία απόλυτος ησυχία πλέον.
Η συνοδεία έφθασε στο νερό… Ο Μητροπολίτης Κερκύρας σφίγγει μια τελευταία φορά την Παναγιοπούλα προτού την παραδώσει σ’ εκείνους τους οποίους ανήκει. Είναι στιγμή από απερίγραφτη συγκίνηση…».

*Ο Αυγερινός Θ. Ανδρέου είναιδικηγόρος στον Άρειο Πάγο, μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, της οποίας υπήρξε πρόεδρος καισήμερα γενικός γραμματέας, μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου “Ο Παρνασσός” και εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού “ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΕΣ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ