Μια πρόσφατη επίσκεψή μου στην Άρτα τις ημέρες του Πάσχα, περίπου οκτώ στο σύνολο, έγινε αφορμή να διαπιστώσω μια σχετική ένδεια σε εργατικά χέρια σε παραγωγικές ηλικίες και υπέθεσα ότι το φαινόμενο αυτό ήταν συγκυριακό, λόγω και των ημερών.
Ο αρχικός μου προγραμματισμός επαναπροσδιορίστηκε και επαύξησα κατά τέσσερις της ημέρες παραμονής μου. Ήταν το ανώτερο χρονικό διάστημα που θα μπορούσα να παρατείνω τον χρόνο παραμονής μου. Θα ήταν ευχής έργο να διέμενα για πάντα, αλλά οι υποχρεώσεις μου στην Αθήνα δεν το επέτρεπαν. Η παλιά μου κατοικία, λόγω και της μη διαμονής μου επί μακρόν έδειχνε στοιχεία εγκατάλειψης και έπρεπε να συντηρηθεί προκειμένου καταστεί λειτουργική για μια επόμενη «κατεβασιά μου», μια και οι επισκέψεις μου ελπίζω να είναι πιο συχνές.
Αναζήτησα από την αρχή κάποιον υδραυλικό και έναν ηλεκτρολόγο, προκειμένου προβώ σε μικροεπισκευές. Τον περίβολο και τα ξερόχορ-τα τα περιποιήθηκα μόνος, καθόσον και γι’ αυτό το σκοπό, αν και αναζήτησα, δεν βρήκα κάποιον να ανταποκριθεί ή τουλάχιστον να βάλουμε από κοινού ένα χεράκι. Ο αρχικός συλλογισμός μου χάθηκε στις Άγιες μέρες και ήλπιζα ότι τα πολυσύχναστα καφέ της πόλης, με 3,80 το κόστος του καφέ, θα έδιναν στους θαμώνες τους, την ευκαιρία να εργαστούν για το μεροκάματο!
Την Τρίτη και την Τετάρτη του Πάσχα, ίδιες συνθήκες. Το αδιαχώρητο. Έναν υδραυλικό τέ-λος πάντων τον βρήκα και εξυπηρετήθηκα. Από την προφορά του κατάλαβα ότι δεν ήταν ντόπιος. Με 50 ευρώ έκανα τη δουλειά μου που διήρκησε συνολικά 45 λεπτά της ώρας. Φυσικά δεν τέθηκε καν θέμα αποπληρωμής με χρεωστική κάρτα, ούτε και απόδειξη να λάβω για την εργασία. Στα δώδεκα ευρώ που θα πλήρωνα παραπάνω θα επέστρεφε το ποσό, είτε σαν φόρος, είτε σαν ΦΠΑ στο κράτος.
Ακόμα και οποιαδήποτε αγορά επιχειρούσα να κάνω, λίγοι αποδέχονταν την συναλλαγή με κάρτα. Όσον αφορά για τον ηλεκτρολόγο, δεν κατέστη δυνατό να εντοπίσω κάποιον. Απλά ο αλλοδαπός υδραυλικός με ενημέρωνε ότι από βδομάδα, θα ενημέρωνε έναν συντοπίτη του για την επισκευή. Τελικά, άλλαξα μόνος μου δύο ντουί και τρείς απλίκες της βεράντας. Τα καφέ, επίσης, γεμάτα πρωινές και βραδινές ώρες. Τουλάχιστον η εστίαση πάει καλά σκέφ-τηκα, αλλά για πόσο αναρωτήθηκα;
22 και 23 Μαΐου με αφορμή το συνέδριο της ΕΝΠΕ (Ένωση Περιφερειών Ελλάδας) στην Πάτρα όπου βρέθηκα να παρακολουθήσω τις εργασίες του ως προσκεκλημένος από έναν σύνεδρο, διαφορετικής Περιφερειακής Ενότητας από την δικιά μας, εντυπωσιάστηκα από τις τοποθετήσεις του δικού μας περιφερειάρχη, του κ. Αλέξανδρου Καχριμάνη. Δεν ήταν τόσο η ιδιότητά του πανεπιστημιακού μηχανολόγου – ηλεκτρολόγου του Πολυτεχνείου που ήγειρε και επιβεβαίωσε μέσα μου την αίσθηση των δικών μου ανησυχιών που διαπίστωνα προ ολίγων ημερών στον τόπο μου.
Αναφέρθηκε με κοινή λαϊκή και όχι ξύλινη γλώσσα, όπως οι περισσότεροι ομιλητές, και έθεσε επι τον τύπον των ήλων, όχι για την διαδρομή του από δήμαρχος Μετσόβου έως την σημερινή του περιφερειακή διοίκηση, όσο για τις διαπιστώσεις του με προτάσεις, αλλά και αρκετούς προβληματισμούς. Δεν δίστασε να αναφερθεί ακόμα και σε πολιτικούς που επι λέξει τους χαρακτήρισε «ότι κρατάν τα καπίστρια σε σχέση με την ανάπτυξη του τόπου». Ακόμα και στα απλά πράγματα της καθημερινότητας, βρίσκει τοίχο. Για τους λογαριασμούς των ΤΟΕΒ είπε ότι το 40% ήταν άεργη ισχύς. Είπε ότι στην Ελλάδα του ήλιου από τον Απρίλιο έως τον Οκτώβριο τα φωτοβολταϊκά πάνελ δεν υφίστανται για το πιο απλό, το χαμηλό κόστος του ρεύματος και μάλιστα ως παράδειγμα έθεσε την βροχερή Ολλανδία με το φτηνότερο κόστος που ο ήλιος είναι περιορισμένος.
Εκεί που εστίασε περισσότερο ήταν στα επιδόματα του ΔΥΠΑ (Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης), πρώην ΟΑΕΔ, που δίδονται ασυστό- λως σε πολλούς και όλοι κάθονται στα καφενεία και δεν υπάρχουν ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, πετράδες, χτίστες, οδηγοί, χειριστές μηχα- νημάτων, πλην των ηλικιών 55 έως 65. Όλα αυτά τα επαγγέλματα πήγαν σε ξένα χέρια γιατί βολευόμαστε με τα επιδόματα! Χαρακτηριστικά δε αναφέρθηκε στον Δήμο Βορείων Τζουμέρκων και είπε ότι έχει 10 υπαλλήλους ΚΕΠ (Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών) που την δουλειά μπορούν να την κάνουν δύο. Για τεχνικό έργο στο Μπιζάνι οι μπετατζήδες ήρθαν από Ξάνθη κοκ. Λέτε να φταίνε τα επιδόματα και τα καφέ της Άρτας – και όχι μόνο – που είναι γεμάτα; Αρχίζω να το πιστεύω…
*Ο Νικόλαος Καραδήμας είναι συγγραφέας με καταγωγή από την Άρτα