Γράφει η Ελένη Συκά – Κοντόζογλου*
«Η αγάπη δύο ανθρώπων κάνει μία θεϊκή», λέει η Αγγλίδα ποιήτρια Ελισάβετ Μπάρετ Μπράουνινγκ.
Μια τέτοια αγάπη ένωσε δύο ανθρώπους τον Γιάννη Τσώλη και την Ελένη Μπίκα, που μετά την αποδημία της από τον κόσμο αυτόν, ο Γιάννης στη μνήμη της συνέλεξε όλα τα γράμματά τους, τα έδεσε σε ένα βιβλίο 540 σελίδων που αποτελεί μία ιερή παρακαταθήκη για όποιον το παίρνει στα χέρια του, το διαβάζει, το μελετά κι αναγνωρίζει μια σκληρή πραγματικότητα, που εναλλάσσεται με τα όνειρα, τους στόχους, τους αγώνες για μία κοινή συμπόρευση ζωής, δύο νέων ανθρώπων που ουσιαστικά ξεκινούν με λιγοστά εφόδια, που όμως συνοδεύονται από γενναία πνεύματα και δυνατές ψυχές.
Το προλογικό σημείωμα του Γιάννη στην αρχή του βιβλίου είναι αρκετά κατατοπιστικό με το πρώτο ερωτικό σκίρτημα (μαθητές ακόμα του Γυμνασίου με την Ελένη), το πρώτο ερωτικό γράμμα της Ελένης, που άναψε τη σπίθα που έμελλε να γίνει «πυρκαγιά» όπως αναφέρει ο ίδιος.
Η 16χρονη κοπελλίτσα ανοίγει την καρδιά της, αθώα, αγνά, ειλικρινά με τα λόγια : «…Θεέ μου! Ας μπορούσα να σου περιγράψω αυτό το τόσο μαγευτικό, το τόσο γλυκό και υπέρλαμπρο που λέγεται αγάπη. Ίσως επειδή είναι η πρώτη φορά που νιώθω «αυτό». Αυτό που κάνει τα μάτια μου να υγραίνουν στο αντίκρισμα της ματιάς σου, τα χείλη μου να σιγοτρέμουν, την καρδιά μου να χτυπά δυνατά και το κορμί μου να ριγά γλυκά…».
Η ψυχή της ερωτευμένης κοπέλλας ξεκινά ένα ταξίδι ονειρικό, μαγευτικό, ένα ταξίδι με αντίξοες συνθήκες και καλείται να υπομένει, να επιμένει, να παλεύει σκληρά για να ξεπερνάει κάθε εμπόδιο.
Μετά το σχολείο η ζωή τους μοιράζεται σε τρεις βασικές πόλεις: Άρτα, Γιάννενα, Αθήνα εξαιτίας σπουδών, επαγγελματικής σταδιοδρομίας με απώτερο στόχο να ζήσουν μαζί. Έτσι πέρασαν αρκετά χρόνια με συναντήσεις ολίγων ωρών και πολλές μέρες αποχωρισμού. Παρά τις δοκιμασίας αυτές το θεϊκό αυτό συναίσθημα έμενε αμείωτο και οι αποστάσεις προσπαθούσαν να μειωθούν με την επικοινωνία της αλληλογραφίας. Μέσα από αυτήν η δύναμη του λό- γου έπαιζε κυρίαρχο ρόλο, μαγικό. Ο λόγος υπήρξε ο πρωταγωνιστής αυτού του έρωτα. Όχι μόνο για την έκφραση των συναισθημάτων μα και για τη γνωριμία των ψυχών και των πνευμάτων, για την αμοιβαία στήριξη, την αλληλεγγύη, τη δημιουργία προσωπικότητας.
Η Ελένη εκφράζεται ζωηρά με τα λόγια αυτά : «Τι δύναμη που έχεις έρωτα! Αρκεί μία λέξη, ένα γράμμα, μια ματιά όλο σημασία κι όλα γίνονται όμορφα. Να λοιπόν η ζωή, ο έρωτας. Η Ελένη ψυχογραφεί τον Γιάννη… Τον γνωρίζει όσο ο ίδιος δε γνωρίζει τον εαυτό του. Ο Γιάννης την ευγνωμονεί, τη λατρεύει. Γράμματα γεμάτα λυρισμό, συναισθηματική πληρότητα με γόνιμη δημιουργική φαντασία πλαισιώνονται από στίχους αγαπημένων τραγουδιών. Γνωρίζουμε μία Ελένη δυναμική που αγωνίζεται, παλεύει για ένα κοινό μέλλον με τον αγαπημένο της, γεμάτη χιούμορ, συγκροτημένη σκέψη, ρωμαλέο ρεαλισμό. Γνωρίζουμε ένα Γιάννη που ανταποκρίνεται με την ίδια συναισθηματική ένταση, με το ίδιο πάθος, με την ίδια αφοσίωση και με κοινό στόχο να ζήσουν μαζί να μη χωρίσουν ποτέ πια.
Η Ελένη θα γράψει μία μεγαλειώδη φράση που δείχνει το απόλυτο του συναισθηματικού της κόσμου που είναι ο Γιάννης: «Θα ‘θελα, λέει, να γράψω ένα βιβλίο ατελείωτο για σένα, για μας, για έναν κόσμο δικό μας, χωρίς φραγμούς και τόσα άλλα που διαθέτει η σημερινή κοινωνία. Έναν κόσμο γεμάτο απ’ αγάπη…».
Μια νύχτα που ξαγρυπνά η Ελένη γράφει ένα ποίημα με τίτλο «Τα μάτια σου», σελίδα 111. Γράφει άλλο ένα με τίτλο «φιλιά στο κύμα» σελίδα 223. Η ευτυχία αυτής της αγάπης κάνει και τους δύο δυνατούς, χαρούμενους, αγαπούν όλους και όλα. Νιώθουν ευλογημένοι που έχουν μια τέτοια αγάπη δικιά τους.
Αρκετοί παράγραφοι είναι καθαρά λογοτεχνήματα. Χαίρεσαι την αισθητική της έκφρασης, το πλάσιμο της εικόνας, την εκφραστική δύναμη του λόγου στο συναίσθημα και συγκινείσαι και καταλαβαίνεις τι σημαίνει δύο άνθρωποι να είναι όλος ο κόσμος. Να έχουν φτάσει στο σημείο να σκέφτονται τα ίδια πράγματα. Να ταυτίζονται τέλεια.
Και τα γράμματα του Γιάννη σφύζουν από συναισθηματικές εκρήξεις αγάπης, λατρείας, από χειμάρρους ερωτικού πάθους. Εκφράζει την έλλειψη της αγαπημένης του με στίχους όπως : «Σταμάτησαν στον ουρανό / να λάμπουνε τ’ αστέρια / δε ζει εκείν’ η ομορφιά / απ’ τη δική σου χάρη / που έλαμπε και φώτιζε / τ’ όμορφο ‘κείνο βράδυ …/». Τα γράμματά του διευθύνονται με ποιήματα εμπνευσμένα από την αγαπημένη του. «Μαζί σου, της λέει, όλα είναι ζωή». Τις στέλνει στίχους όπως: Στείλε μες το γράμμα σου / τα κοραλλί σου χείλη / να τα φιλώ κάθε φορά / που ο πόνος θα με πνίγει!…».
Τυχαίνει Χριστούγεννα που είναι χωριστά. Ο ερωτικός του λόγος τρέμει από συγκίνηση, πάθος, τρυφεράδα. Δονεί και το πιο μικρό κύτταρο του βάθους της ψυχής.
Πώς να περιγράψεις έναν τέτοιο έρωτα; Φοβάσαι πως όσα κι αν πεις θα ‘ναι λίγα ή θα ‘ναι πολλά… πώς θα τον αδικήσουν … Εδώ εμείς ας σιωπήσουμε … ας σεβαστούμε τον Άνθρωπο που παίρνει δυνάμεις Τιτάνα από τον Έρωτα, με αντοχές αστείρευτες να γεννιέται και να ξαναγεννιέται από χίλιους θανάτους….
Και ας αφήσουμε τον Γιάννη να μιλήσει για τον Αθάνατο Έρωτα… «Είμαι γεννημένος για σένα και δε φτάνεται η ευτυχία μου που κι εσύ ζεις για μένα. Είσαι ο εαυτός μου και χαίρομαι που η καρδιά μου είναι δικιά σου. Μόνο που τώρα σε ήθελα πολύ και είσαι μακριά μου. Δεν πειράζει η σκέψη μου για σένα είναι τροφή για μένα τροφή αγάπης και νοσταλγίας…».
Τέτοιος έρωτας δεν πεθαίνει ποτέ! Δε γνωρίζει θάνατο. Οι ψυχές σμίγουν μες στη σιωπή για να συνεχίζουν το αιώνιο ταξίδι τους πέρα από τη ζωή και πέρα από τον θάνατο, στο υπερπέραν…
*Η Ελένη Συκά – Κοντόζογλου είναι μέλος ΔΣ Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (Το κείμενο από το λογοτεχνικό μνημόσυνο που έγινε στην Ένωση στις 22 Απριλίου στη μνήμη της Ελένης Μπίκα – Τσώλη)