Παρουσίαση: Απόστολος Τρομπούκης*

Αφού διάβασα το βιβλίο «Αναμνήσεις από τη μεταπολεμική Άρτα» του καλού φίλου, διακεκριμένου επιστήμονα και πάνω απ’ όλα του μεγάλου λάτρη της Άρτας Γιώργου Χαλκιά, διαπίστωσα ότι προκειμένου να προβώ σε μια ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη παρουσίαση αυτού του σπουδαίου πονήματος θα χρειασθώ αν όχι διακόσιες σελίδες όσες αποτελούν αυτό το βιβλίο, αλλά τουλάχιστον εκατό.
Αυτή η διαπίστωση προέκυψε διότι σ’ αυτό το βιβλίο κάθε λέξη είναι και ένα χελιδόνι προκειμένου ο συγγραφέας να μας δώσει αυτά τα οποία βίωσε και αυτά που αισθάνεται για την πατρίδα του την Άρτα, αλλά και αυτά τα οποία θέλει να προβάλλει και μάλιστα με περίσσια γλαφυρότητα, διότι η Άρτα είναι η πόλη όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Είναι η πόλη που αγάπησε πάρα πολύ και επειδή στην Άρτα λέμε ότι «την αγάπη την τρώμε με τη φλούδα και τα κουκούτσια», γι’ αυτό όλα αυτά ο Γιώργος Χαλκιάς τα παρουσιάζει σ’ αυτό το καταπληκτικό βιβλίο του με απαράμιλλη ευγλωττία, με μια γραφή μοναδική και με εύστοχα νοήματα και επιχειρήματα τα οποία μου προκαλούν μέγιστη περηφάνια που είμαστε Αρτινοί, αλλά και απέραντη νοσταλγία.
Ένεκα αυτών είναι πάρα πολύ δύσκολο να γίνει μια συνηθισμένη παρουσίαση διότι το πόνημα αυτό είναι μεγαλειώδες, δεν είναι ένα σύνηθες βιβλίο. Τα κείμενα αυτού του βιβλίου εμπεριέχουν χυμώδεις σκέψεις, ενδιαφέρουσες πληροφορίες, ιστορικές προσεγγίσεις και καταπληκτικές διηγήσεις, γραμμένες από «γυμνασμένη» πένα. Κείμενα που λες ότι αυτός είναι φρέσκος άνεμος καις ανοιξιάτικη ανθοφορία. Κείμενα που διαπιστώνεις αβίαστα ότι η παιδεία είναι: «εισπνοή παρελθόντος και εκπνοή μέλλοντος». Κείμενα τα οποία Φωταγωγούν τα μονοπάτια της σκέψης των ανθρώ- πων. Κείμενα με περιγραφές ενδιαφέρουσες με κοινωνικές προσεγγίσεις και λεπταίσθητη ευθυμία. Κείμενα τα οποία διαβάζονται ευχάριστα και σε κάνουν να θειαμαίνεσαι, με το εύθυμο περιεχόμενό τους και μακαρίζεις την τύχη σου που ήρθες σε άμεση επαφή με αυτά.
Το ύφος του λόγου του συγγραφέα καθώς και το ήθος του μας αναγκάζουν να σημειώσουμε ότι ο Γιώργος Χαλκιάς δεν παγιδεύτηκε στο κυνήγι της εικόνας του διανοού- μενου, αλλά αβίαστα φαίνεται ότι ο ίδιος ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου είναι φως και προσάναμμα. Εκτός αυτών θεωρούμε σκόπιμο να σημειώσουμε ότι η θέση την οποία παίρνει ο συγγραφέας στην καταγραφή των γεγονότων και στην περιγραφή πολλών προσώπων και κτιρίων της Άρτας, μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι η θέση του σ’ αυτό το βιβλίο δεν είναι θέση κριτή αλλά θέση δημιουργού, του οποίου οι αντιλήψεις, οι τοποθετήσεις και οι αναφορές του, πέρα από τα άλλα, υποβοηθούν τους εν υπνώσει προβληματισμούς μας.
Φρονούμε ότι δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι τα κείμενα αυτού του βιβλίου λειτουργούν διεισδυτικά και μας οδηγούν σε βαθυ- στόχαστες σκέψεις και απόψεις οι οποίες κεντρίζουν και ανοίγουν μέσα μας νέους κοινωνικούς ορίζοντες. Το δυσώνυμο της μεταπολε- μικής εποχής, τους κατοίκους της Άρτας φαίνεται ότι δεν τους πτοεί. Η δυστοκία εκείνων των χρόνων μπορεί να δημιουργούσε αρκετά δισεπίλυτα προβλήματα κι όχι μόνον. Ωστόσο, η μεταπολεμική Άρτα διακρίνονταν γιατί η κοινωνία της είχε «άγραφες» βασικές αρχές, όπως: της ισότητας, της αλληλεγγύης, της συντροφικότητας και της «φιλότητας».
Στην μεταπολεμική Άρτα μέσα από τα κείμενα αυτού του βιβλίου παρατηρείται ότι δεν υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ των κατοίκων (πολιτών) της σε χειρώνακτες και πνευματικούς εργάτες, σε εμπόρους και αγρότες, σε τεχνίτες και χαμάληδες. Επιπλέον, γίνεται φανερός ότι στην πόλη αυτή υπήρχε σεβασμός στην διαφορετικότητα και μάλιστα οι πολίτες αυτής της πόλης ήταν ενάντιοι στον κοινωνικό αλλά και στον φυλετικό αποκλεισμό, στο ρατσισμό και τον εθνικισμό.
Έτσι μπορούμε να πούμε ότι εξηγείται και το πώς οι φοιτητές στην Άρτα, εκείνα τα χρόνια έπιναν ούζο τα βράδια με τον μπάρμπα Μή- τσο, τον Σπύρο (Νιάφα) στο ουζερί, εκείνο το βράδυ, όπως μας το περιγράφει ο Γιώργος Χαλκιάς στο βιβλίο του. «Ο Δημήτριος Σπύρου, γνωστό με το παρατσούκλι «Νιάφας». Τον γνώρισα στο μικρό ουζερί του Γόρη του Κεφάλα απέναντι από τα παλιά σφαγεία της Άρτας, με τη γυμνασιακή μας παρέα… Ο Μήτσος φαίνεται ότι δεν έτρωγε αυτό για μεζέ με το ούζο και ο Κεφάλας νόμιζε ότι δεν θέλει μεζέ. Αυτό συνεχίστηκε δύο τρεις φορές οπότε ο Νιάφας είπε στον Κεφάλα: “Γρηγόρη ο παππούς μου πέθανε όχι γιατί έπινε αλλά γιατί δεν έτρωγε”». Οι καφενέδες της Άρτας χωρούσαν όλους, κανένας δεν περίσσευε. Σ’ άλλο σημείο του βιβλίου διαβάζουμε ότι «ο Γκιουζέπ Σαμπεθά έπινε μπύρα με τους Έλληνες Αρτινούς στον καφενέ του Κακαβά.
Ένεκα αυτών των κοινωνικών φαινομένων, που επικρατούσαν στην πόλη της Άρτας, κατά την μεταπολεμική περίοδο, δεν είναι πλέον περίεργο, ούτε παράξενο, το γεγονός ότι στην Άρτα εκείνων των χρόνων μέσα σ’ αυτή τη δυστοπία ξεφύτρωσαν τόσοι πολλοί «ατακαδόροι», οι οποίοι όπως διηγείται ο συγγραφέας προκάλεσαν ιδιαίτερη εντύπωση στον αείμνηστο δημοσιογράφου του «Βήματος» Παύλο Παλαιολόγο, «ο οποίος είχε κάνει ένα δημοσιογραφικό οδοιπορικό στις μεγαλύτερες Ελληνικές πόλεις, με σκοπό να καταγράψει τις ιδιαιτερότητές τους…
Για την Άρτα έγραψε: «Η πόλη με τους απέραντους πορτοκαλεώνες, τα αξεπέραστα βυζαντινά μνημεία και τους αμίμητους τύπους της…». «Ανοίγοντας ένα – ένα τα κουτάκια της μνήμης του», λέει ο Γιώργος Χαλκιάς «θα επικεντρωθώ περισσότερο στην τρίτη διαπίστωση του Παλαιολόγου καταγράφοντας τους χαρακτηριστικούς τύπους της μεταπολεμικής Άρτας, που θα συνοδεύονται από τις μοναδικές τους ατάκες που άφησαν εποχή».
«Πρόκειται για μια κοινωνικοπολιτική σάτιρα που πιστεύω ότι έχω την έγκριση των απογόνων όσων αναφέρω επώνυμα, όπως ο Δημήτρης Τσολιάς, που ενώπιον του Αλέκου Νικά- κη στον Κακαβά μου έδωσε το ελεύθερο για τον πατέρα μου και η Κατερίνα Λογοθέτη για τον παππού της Βασίλειο Λογοθέτη». Και μόνον η αναφορά που κάνει ο συγγραφέας για τη βούληση που είχε αλλά και η ενέργειά του αυτή που ως άνω αναφέρουμε μαρτυρούν περίτρανα την ευαισθησία, την παιδεία, αλλά και την διακριτικότητα, που τον διακατέχουν και τον καθιστούν ελεύθερο, υπεύθυνο και ενεργό πολίτη, με δημοκρατική συνείδηση καις προσωπική ευθύνη.
Φρονούμε ότι ουδείς από τους απογόνους αυτών που αναφέρονται στο πόνημά του, θα του το απαγόρευε να προβεί σ’ αυτές τις δημοσιεύσεις. Και τούτο γιατί εκείνη την εποχή για την Αρτινή κοινωνία φαίνεται ότι η «ατάκα» ήταν εγγενές και σύμφυτο στοιχείο αυτής της πόλης. Γι’ αυτό θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ο Αρτινός πολίτης εκείνων των χρόνων μεταξύ της λογικής και της παράνοιας μάλλον θα επέλεγε την ατάκα.
Ίσως να μην είναι τυχαίο ότι ο συγγραφέας στο βιβλίο του μετά την εισαγωγή, «μπαίνει» δυναμικά στο πρώτο κεφάλαιο με τους αμίμητους τύπους της Άρτας: τον Βασίλειο Τσολιά, τον Βασίλειο Λογοθέτη, τον Αλέκο Κατσαδωράκη, τον Ηλία Σκουτέρη, τον Βίκτωρα Σακκά, τον Χρήστο Τσέτη, τον Αλέκο Κατσώρα… κι άλλους.
Μετά από τους αμίμητους ατακαδόρους ακολουθούν διάφορα κεφάλαια, τα οποία περιλαμβάνουν σχεδόν τις εκφάνσεις αυτής της πόλης της Άρτας, ήτοι: «Πρωτοχρονιάτικο χορό των φοιτητών στο ΞΕΝΙΑ», «Το έθιμο του στολισμού των επιταφίων», ακολουθούν «Ιστο- ρίες και ευτράπελα Αρτινών ψαράδων», «Ιδιωτικές κατασκηνώσεις στην Κορωνησία», «Αποκριές και Καθαρή Δευτέρα στην Άρτα», «Η παλιά μου γειτονιά με το Κάστρο, το ρολόι και το Β’ Δημοτικό Σχολείο» και τελειώνει με το κεφάλαιο «Αναγκαία Διόρθωση», η οποία αφο- ρά τα αθλητικά δρώμενα στο στίβο εκείνα τα χρόνια στην Άρτα.
Πεποίθηση μου είναι ότι η Άρτα του Γιώργου Χαλκιά θα είναι πάντοτε εσαεί και αείποτε, ξανά και ξανά: Η Άρτα της Αμβρακίας, η Άρτα του Δεσποτάτου της Ηπείρου και η μεταπολεμική Άρτα. Αυτόν εδώ τον υπεράχρονο τόπο, τον οποίο τόσο όμορφα περιέγραψε ο Γιώργος Χαλκιάς, θέλουμε να «πιστεύουμε» ότι δεν τον αδίκησε η μοίρα, αλλά τον είδε αλλιώς η ιστορία.
Ωστόσο, φρονούμε ότι η Άρτα έχει μέλλον, αρκεί να κάνει άλμα πιο γρήγορα από τη φθορά και τούτο γιατί: Εάν κανείς αποσυνθέσει την Άρτα, στο τέλος θα δει να απομένουν: Μια Παρηγορήτισσα, ένα γεφύρι και οι ατακαδόροι της, που σημαίνει ότι με άλλα τόσα ξαναφτιάχνεται. Επομένως, «η Άρτα ποτέ δεν πεθαίνει». Αλλά κι αυτός ο οποίος γράφει τέτοια βιβλία πρέπει να πούμε ότι επειδή παλεύει το σκοτάδι και τη λήθη γι’ αυτό θάχει μεθαύριο μετρικό στον ήλιο της Άρτας. Είθε!

*Απόστολος Τρομπούκης, τέως καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ