Η περισπούδαστη δήλωση της κ. Μενδώνη με αφορμή την εκτέλεση έργων αποκατάστασης και ανάδειξης του Ναού της Παναγίας Παρηγορήτισσας στην Άρτα δρομολογεί εξελίξεις από το υπουργείο Πολιτισμού.
Σε μια γενικευμένη δήλωση – και γι’ αυτό την χαρακτήρισα και βαθυστόχαστη κατά κάποιο τρόπο – η αναδρομή στα γεγονότα με την περιγραφή της και την ιστορικότητα, φτάνει μέχρι τον Μιχαήλ Δούκα Κομνηνό. Από την αυτοψία του 2021 και 20 χρόνια μετά τις στερεωτικές εργασίες πέριξ του Ναού με αντιαισθητικό πρόσημο, πλην όμως αναγκαίες, διαπιστώθηκε το πρόβλημα ώστε να δρομολογηθούν σήμερα οι εξελίξεις.
Η αναστήλωση και η συντήρηση είναι πλέον επιβεβλημένη για την ανάδειξη του μνημείου που χρονολογείται από εννέα αιώνες πριν. Η χρηματοδότηση προέρχεται από το επιχειρησιακό πρόγραμμα «Ήπειρος 2021-2027». Η Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης του προγράμματος που είχε εγκρίνει το σχέδιο αστικής βιώσιμης ανάπτυξης του Δήμου Αρταίων, περιλαμβάνει και το έργο αποκατάστασης του Ναού της Παρηγορήτισσας με προϋπολογισμό 2 εκατ. ευ- ρώ. Συνεχίζοντας την εκτενή της αναφορά η υπουργός Πολιτισμού, με αφορμή το σημαντικό αυτό βυζαντινό μνημείο της Άρτας από τον 13ο αιώνα, επισημαίνει ότι υπήρξε σημαντικό κέντρο του βυζαντινού κόσμου, ως πρωτεύ- ουσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου, που ιδρύθηκε μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204.
Ως γνωστό ιδρυτής του Δεσποτάτου ήταν ο Μιχαήλ Α’ Κομνηνός Δούκας. 27 χρόνια μετά που ανέλαβε ο Μιχαήλ Β΄ Δούκας Κομνηνός, επωμίσθηκε και εκτέλεσε το μεγάλο και πολυδάπανο οικοδομικό έργο στην Άρτα. Στα τέλη του 13ου αιώνα, την διοίκηση του Δεσποτάτου της Ηπείρου ανέλαβε ο Νικηφόρος Α’ Κομνηνός Δούκας, ο οποίος με την σύζυγό του, Άννα Παλαιολογίνα, συγγενή των Παλαιολόγων της Κωνσταντινούπολης, επέκτεινε το κράτος και εγκαινίασε μια σειρά έργων, ανάμεσά τους και τη δεύτερη και σημαντικότερη φάση της Παρηγορήτισσας.
Η πρόσφατη μελέτη αφορά την βελτίωση του μνημείου γενικότερα. Συνοπτικά, στο ισόγειο, προβλέπεται να καθαιρεθούν τα επιχρίσματα που παραμένουν στο εσωτερικό του περιστώου. Το δάπεδο θα αποκατασταθεί στην ίδια μορφή, μετά τις στατικές παρεμβάσεις. Αντικαθίσταται η υπάρχουσα μεταλλική σκάλα πρόσβασης στον όροφο και κατασκευάζεται νέα στην ίδια θέση. Στον κυρίως ναό, αρχικά στις εξωτερικές επιφάνειες, προβλέπεται η αποκατάσταση των φθαρμένων αρμολογημάτων, γιατί έχουν παραμορφωθεί τα λοιπά δομικά στοιχεία του μνημείου.
Εσωτερικά προβλέπονται τοπικές ενισχύσεις των κιονόκρανων και κιόνων που έχουν αστοχήσει. Από τις στέγες αφαιρούνται οι επικαλύψεις με κεραμίδια των υπαρχόντων τρούλων και των κεραιών της σταυρικής κάλυψης, όπως και του βάθρου του τυμπάνου του κεντρικού τρούλου. Στον περιβάλλοντα εξωτερικό χώρο προβλέπεται να κατασκευαστεί περιμετρικά πεζοδρόμιο για την προστασία της βάσης του μνημείου από τα όμβρια.
Θα αποχωματωθεί και θα αναδειχθεί ο παλαιότερος, καταχωμένος σήμερα Ναός καθώς και η είσοδος της υπόγειας στοάς, στην ίδια θέση. Θα στερεωθούν οι τοίχοι της στοάς και θα διευθετηθεί το υπάρχον μονοπάτι πρόσβασης από τη βορειοανατολική είσοδο του αρχαιολογικού χώρου, σύμφωνα με τα σχέδια, ώστε να γίνει ασφαλές για την πρόσβαση των ΑμεΑ.
Η στατική μελέτη περιλαμβάνει επεμβάσεις σε σημεία αστοχιών, με τοπικές ενισχύσεις, στις στάθμες θεμελίωσης, ισογείου, υπερώου, στέγης, οροφής και στον κυρίως ναό. Τα σωζόμενα μονώροφα κελιά που χρονολογούνται την ίδια εποχή με την ανοικοδόμηση του Ναού, επίσης θα συντηρηθούν. Σώζεται και μέρος της αρχικής Τράπεζας της Μονής, που αναστηλώθηκε στη σημερινή του μορφή, κατά τις εργασίες του Ορλάνδου, μαζί με τα κελιά και το καθολικό, την δεκαετία του 1960.
Ο κυρίως Ναός είναι ιδιόρρυθμης και μοναδικής τυπολογίας, καθώς στην κατώτερη στάθμη παρουσιάζει διάταξη των οκταγωνικών ναών και των σταυροειδών εγγεγραμμένων στον όροφο. Ο Ναός στεγάζεται στο κέντρο, με ένα μεγάλο δωδεκάπλευρο τρούλο και τέσσερις μικρότερους οκτάπλευρους, στις γωνίες της στέγης. Ο κυρίως Ναός έχει τετράγωνη κάτοψη και πυργοειδή μορφή. Καταλήγει ανατολικά σε τρεις τρίπλευρες αψίδες, από τις οποίες η μεσαία είναι ψηλότερη και φθάνει έως το ύψος της στέγης. Ο γλυπτός διάκοσμος του μνημείου παρουσιάζει πολυμορφία και πρωτοτυπία, κυρίως λόγω των τόξων των καμαρών που στηρίζουν τον τρούλο. Ο Ναός είχε αρχικά μαρμά- ρινο τέμπλο, που καταστράφηκε κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Ο Ναός έφερε, επίσης, ψηφιδωτά που διακοσμούσαν τον τρούλο.
Τα ψηφιδωτά χρονολογούνται στα τέλη του 13ου αιώνα. Στο ιερό και στους τοίχους του ισογείου του κυρίως Ναού υπάρχουν τοιχογραφίες, οι οποίες έγιναν σε διαφορετικές εποχές, μετά την καταστροφή της ορθομαρμάρωσης που διακοσμούσε αρχικά το Ναό. Οι τοίχοι του κυρίως Ναού είναι σήμερα αγιογραφημένοι με τοιχογραφίες που έγιναν σε δύο επάλληλα στ-ρώματα. Από τις τοιχογραφίες του πρώτου στρώματος, που πιθανώς έγιναν την ίδια εποχή με αυτές του ιερού, διακρίνονται ελάχιστα ίχνη. Καλύτερα σώζονται οι τοιχογραφίες του δεύτερου και νεότερου στρώματος που διακοσμούν τους τοίχους του ισογείου.
Οι τοιχογραφίες του κυρίως Ναού δεν είναι χρονολογημένες. Οι τοιχογραφίες του δεύτερου στρώματος χρονολογούνται στο β’ μισό του 17ου αιώνα. Στο τέμπλο, οι τοιχογραφίες του παλαιότερου στρώματος πρέπει να είναι σύγχρονες με την εικονογράφηση του ιερού τον 16ο αιώνα. Στο δεύτερο στρώμα ανήκουν οι τοιχογραφίες των ολόσωμων αγίων που παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με τις τοιχογραφίες του κυρίως Ναού.
* Ο Νικόλαος Καραδήμας είναι συγγραφέας με καταγωγή από την Άρτα