Τα δείγματα συρρίκνωσης των εισοδημάτων νοικοκυριών αλλά και της ακρίβειας, αποτελούν μεν καθημερινό φαινόμενο της Ελληνικής (και τοπικής) κοινωνίας, όμως γίνονται περισσότερο ορατά σήμερα ενόψει της αγοραστικής κίνησης λόγω των εορτών Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς και Θεοφανίων.
Άνθρωποι της αγοράς αναφέρουν στον «Τ» επί λέξει ότι είναι καθισμένη, κάτι που επιβεβαιώνει και ο περιφερειακός σύμβουλος της πλειοψηφίας Γιάννης Κατέρης, άνθρωπος του πρω- τογενή τομέα και γενικός γραμματέας του Συλλόγου Χοιροτρόφων Ηπείρου. Προκειμένου να καταδειχθεί η εγκυρότητα των λεγομένων του, αξίζει να αναφέρουμε ότι είναι ο ίδιος που παρέχει ενημερωτικά στοιχεία προς την Περιφέρεια, ενώ παράλληλα βρίσκεται σε ανοιχτή επικοινωνία με συναρμόδια υπουργεία για θέ- μα του πρωτογενή τομέα.
Ο Ι. Κατέρης, λοιπόν, επισημαίνει ότι μέχρι στιγμής τουλάχιστον η αγορά διακρίνεται από μια «κόπωση», την οποία αποδίδει στην έλλειψη χρημάτων καθώς επίσης και στην ακρίβεια, κυρίως από πλευράς των σούπερ μάρκετ. «Η ζήτηση» προσθέτει «είναι σαφώς χαμηλότερη από πέρυσι» ενώ παράλληλα κάνει λόγο για έλλειψη στα αμνοερίφια αλλά και για τις εισαγωγές χοιρινών σε υψηλά ποσοστά από τρίτες χώρες. Η έλλειψη στα αμνοερίφια, τονίζει ο κ. Κατέρης, οφείλεται στο γεγονός ότι τόσο στην περίοδο του κορωνοϊού όσο και λόγω του πολέμου στην Ουκρανία έκλεισαν πολλές κτηνοτροφικές μονάδες, ενώ οδηγήθηκαν προς σφα- γή πολλά κοπάδια.
«Συνέβη» όπως αναφέρει στη συζήτησή μας «διότι ταυτόχρονα σημειώθηκε κατακόρυφη αύξηση των δημητριακών, των κτηνιατρικών φαρμάκων και όλης της αλυσίδας που αφορά την εκτροφή των ζώων. Το κόστος παραγωγής είναι πάρα πολύ υψηλό και για το λόγο αυτό οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να φύγουν από το επάγγελμα». Ως παράδειγμα ανέφερε και τη σόγια που αποτελεί βασική τροφή του κτηνοτροφικού κλάδου, επισημαίνοντας ότι είναι πανάκριβη, φτάνοντας να πωλείται 600 ευρώ ο τόνος και πως τα κοστολόγια εκτιμώνται σε 30% έως 40% ψηλότερα.
Οι τιμές
Επειδή το κρέας ενόψει εορτών αποτελεί βασικό μενού στο εορταστικό τραπέζι, ζητήσαμε από τον Γιάννη Κατέρη να μεταφέρει την εικόνα της αγοράς και ζήτησης.
Από έρευνες που έκανε, ώστε να είναι όσο γίνεται περισσότερο ευκρινής, παραθέτει τα εξής στοιχεία: Τόσο για τα αρνιά όσο και για τα κατσίκια, η τιμή στο ζων βάρος (δηλαδή ένας κρεοπώλης που τα αγοράζει ζωντανά από τον κτηνοτρόφο) κυμαίνεται ανάμεσα σε 4,5 έως 5 ευρώ το κιλό. Ζήτηση αμνοεριφίων από την περιοχή μας, εν τω μεταξύ, παρατηρείται από Ισπανία, Πορτογαλία και Ιταλία, τα οποία αγοράζουν ως κρέας με 9 έως 10 ευρώ το κιλό, πληρώνοντας συνάμα τα έξοδα στα σφαγεία, ενώ σ’ αυτά προστίθενται και τα αντίστοιχα για τη μεταφορά.
Στα χοιρινά οι τιμές διαμορφώνονται από 2,10 ευρώ έως 2,20 ευρώ το κιλό ζων βάρος. Σε αντίθεση με πέρυσι η ζήτηση από την Αλβανία είναι σαφέστατα μειωμένη, με τις ποσότητες να είναι λίγες προς εξαγωγή προς την γειτονική χώρα.
Αξιοπρόσεκτο σε ότι αφορά τα χοιρινά είναι ότι ένεκα ελλείψεως στην Ελλάδα είναι αυξημένη η εισαγωγή από άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα Ουγγαρία, Ρουμανία, Βουλγαρία κλπ. Με χαμηλότερες τιμές βεβαίως. Όταν τον ρωτήσαμε σε τι ποσοστό ανέρχονται αυτές οι εισαγωγές, είναι αλήθεια ότι η απάντηση μάς προκάλεσε έκπληξη.
«Σε ποσοστό 75% έως 80%» απεφάνθη. Ίσως οι χαμηλότερες τιμές από άλλα κράτη είναι και ο λόγος που η Αλβανία στρέφεται προς αυτά. Και το χαρακτηριστικό είναι ότι οι Αλβανοί είναι καλοπληρωτές.