Τώρα με μόνιμο σύντροφο τη μοναξιά μου σκέπτομαι αγάπη μου τρισέμορφη εμάς τους δυό. Την αγάπη μας τον παιδικό μας έρωτα τη μετέπειτα ζωή μας και βρίσκω πως έκανα ένα μεγάλο λάθος.
Εγώ εσένα από σεβασμό και ευγνωμοσύνη έπρεπε πάντα να σου μιλάω στον πληθυντικό γιατί Κυρία Μπίκα-Τσώλη Ελένη, μου χαρίσατε ένα θαύμα της νιότης σας. Με διδάξατε να κάνω τον λόγο πράξη. Μου φωτίσατε τον νου να βλέπει μπροστά. Με υπεραγαπήσατε με αγνότητα και μ’ ερωτευθήκατε παράφορα.
Με σεργιανίσατε σε κόσμους όμορφους, δικούς σας, ρομαντικούς.
Με πιάσατε από το χέρι και από τα στενορύμια της ζωής με οδηγήσατε σε λεωφόρους.
Με αγκαλιάσατε κι έζησα τη ζεστασιά του κορμιού σας.
Με φιλήσατε και μ’ ανεβάσατε σε ανονείρευτα ύψη.
Έπρεπε να σας μιλάω στον πληθυντικό από ευγνωμοσύνη και σεβασμό γιατί εσείς κυρία Μπίκα-Τσώλη Ελένη, είσασταν από μικρή πάρα πολύ μεγάλη σ’ αυτή την πρόσκαιρη ζωή που της είχαμε δώσει τόσο σημασία που δεν της άξιζε· κάτι εφήμερο είναι η ζωή και ανεξήγητο και πάσχουμε και υποφέρουμε άπαντες για μια ματαιότητα. Από πού ερχόμαστε λοιπόν;
Γιατί ερχόμαστε;
Πού πηγαίνουμε;
Αυτά τα ερωτήματα μου γεννήθηκαν την ημέρα που σας έχασα γλυκύτατη Κυρία μου, αγαπημένη μας Έλενα και ο νους μου, παρότι τον φωτίσατε με τις γνώσεις σας και τα διδάγματά σας, δεν βρίσκει απαντήσεις.
Αν ζούσες ίσως -σε συνδυασμό με την Πυθαγόρεια φιλοσοφία και τον Χριστιανισμό- μου απαντούσες. Αλλά και πάλι νομίζω πως είναι δύσκολες οι απαντήσεις γιατί είναι πολύ δύσκολα τα ερωτήματα.
Γιάννης Κ. Τσώλης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ