Προς τον αντιπεριφερειάρχη Άρτας Βασίλη Ψαθά απευθύνεται το υπόμνημα των Αγροτικών Συλλόγων Πέτα, Κομποτίου, Άνω Πέτρας και άλλων, που αποτελούν μέλη της ΟΑΣΝΑ, με το οποίο αναφέρονται στην ακαρπία της ελιάς, που όπως σημειώνουν, ξεπερνά το 95%, με αποτέλεσμα να μην καλύπτεται ούτε καν το κόστος για την επιβίωσή τους.
Αναφέρουν συγκεκριμένα: «Κύριε αντιπεριφερειάρχα, οι ελαιοπαραγωγοί του νομού μας βρισκόμαστε σε πολύ άσχημη κατάσταση. Το τεράστιο πρόβλημα της φετινής ακαρπίας, η οποία ξεπερνά και το 95%, σε συνδυασμό με τη μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής (λιπάσματα, φυτοφάρμακα, καύσιμα και άλλα), σε χρονιές σαν το 2023, όχι μόνο δεν μας αποφέρουν κανένα εισόδημα, αλλά αν θέλουμε να συνεχίσουμε την καλλιέργεια της ελιάς θα πρέπει βρούμε πόρους για την κάλυψη του κόστους και την επιβίωσή μας.
Τώρα, αν σ’ όλα αυτά προσθέσουμε τις μειωμένες επιδοτήσεις και τα άλλα προβλήματα που επιφέρει η νέα ΚΑΠ, θα καταλήξουμε στο ότι η συνέχιση της καλλιέργειας της ελιάς στην περιοχή μας θα είναι ασύμφορη και η επιβίωση των βιοπαλαιστών αγροτών προβληματική. Αποτέλεσμα όλης αυτής της κατάστασης είναι ότι οι ελαιοπαραγωγοί αλλά και όσοι ασχολούνται με τον αγροτοκτηνοτροφικό τομέα στην περιοχή μας να βρίσκονται σε απελπιστική κατάσταση.
Κύριε αντιπεριφερειάρχα, τα προβλήματα των ελαιοπαραγωγών στο νομό μας δεν είναι καινούργια. Οι κυβερνήσεις όσο και αν διακηρύσσουν ότι δήθεν επιδιώκουν την ανάπτυξη του πρωτογενή τομέα παραγωγής, στην πράξη κάνουν εντελώς το αντίθετο. Αφήνουν μια σειρά, εμπόρους, εισαγωγείς, βιομήχανους και άλλους να αγοράζουν σε εξευτελιστικές τιμές τα προϊόντα από τον παραγωγό και να το πουλάνε πανάκριβα στον καταναλωτή, να πολλαπλασιάζουν αυθαίρετα την τιμή των λιπασμάτων και άλλων αγροεφοδίων απαραίτητων στην παραγωγική διαδικασία.
Σημειώνουμε ότι η μέριμνα για την προστασία της ελαιοπαραγωγής είναι ανύπαρκτη και δεν υπάρχει αποτελεσματική δακοκτονία. Την ίδια ώρα, από την μεγάλη αύξηση της τιμής του ελαιολάδου, κερδισμένοι βγαίνουν οι έμποροι και οι μεσάζοντες, ενώ γίνεται προσπάθεια να φανούν ως υπαίτιοι οι ίδιοι οι αγρότες.
Χαρακτηριστική είναι η περσινή ελαιοκομική περίοδος, όπου η βρώσιμη ελιά έφτασε να αγοράζεται από τους εμπόρους και κάτω από 30 λεπτά το κιλό, ενώ στο ράφι η τιμή της πολλές φορές ήταν και δεκαπλάσια. Αυτό για τις κυβερνήσεις δεν λέγεται αυθαιρεσία ή κερδοσκοπία, αλλά… υγιής ανταγωνισμός! Γι’ αυτό και κανένας ελαιοπαραγωγός δεν μπορεί να επιβιώσει, αν δεν έχει και άλλα εισοδήματα.
Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής είναι γνωστά. Τα χωριά μας σβήνουν. Οι νέοι φεύγουν, τα παιδιά μας δυσκολεύονται να κάνουν οικογένεια, τα σχολειά μας κλείνουν και η τεράστια πλειοψηφία όσων παραμένουν είναι συνταξιούχοι υπερήλικες.
Κύριε αντιπεριφερειάρχα, μεγάλη πλειοψηφία των ελαιοπαραγωγών, λόγω οικονομικών δυσκολιών, δεν θα μπορέσει να κάνει όλες τις αναγκαίες εργασίες στα ελαιόδεντρα (κλαδέματα, λιπάνσεις, καθαρισμούς και άλλα), με αποτέλεσμα η απόδοση της ελιάς την επόμενη χρονιά να είναι κατά πολύ μειωμένη. Ίσως είναι περιττό να τονίσουμε ότι είναι μηδενική η κρατική χρηματοδότηση για έργα υποδομής για την ελαιοκαλλιέργεια.
Μπροστά σ’ όλη αυτή την κατάσταση οι ελαιοπαραγωγοί βρίσκονται σε αναβρασμό. Κάνουν συσκέψεις, συνελεύσεις, συζητάνε τα προβλήματά τους και είναι αποφασισμένοι μαζί με όλους τους άλλους αγροτοκτηνοτρόφους να διεκδικήσουμε αγωνιστικά την αξιοπρεπή επιβίωσή τους.
Ειδικά για την περιοχή μας, οι ελαιοπαραγωγοί διεκδικούμε: Κάλυψη του συνόλου απώλειας του εισοδήματός μας λόγω της ακαρ- πίας, με την καταβολή αποζημίωσης 200 ευρώ το στρέμμα. Κατώτερες τιμές ασφαλείας στα προϊόντα μας, που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής και να αφήνουν και ένα αξιοπρεπές εισόδημα στον παραγωγό. Ασφάλιση και αποζημίωση έγκαιρα, στο 100% της παραγωγής από φυσικές και άλλες καταστροφές, με επαρ- κή κρατική χρηματοδότηση. Όχι στη μείωση των επιδοτήσεων που επιφέρει η νέα ΚΑΠ. Μείωση του κόστους παραγωγής (λιπάσματα, φυτοφάρμακα, καύσιμα και άλλα) με ταυτόχρονο έλεγχο διαμόρφωσης των τιμών τους. Χρηματοδότηση έργων υποδομής, τα οποία θα ενισχύουν την πρωτογενή παραγωγή. Μείωση των εισφορών του ΕΛΓΑ, αφού αρνείται να καλύψει τις απώλειες του εισοδήματός μας».