ΚΑΝΟΝΙΚΑ κάποια… μούτρα θάπρεπε να κρατάμε για τη βιασύνη του να φύγει αφήνοντας τις εδώ παρέες για να συναντήσει τις παλιές, όμως ξέρουμε καλά τον χαρακτήρα του και τον συγχωρούμε.
Ο Βασίλης Ζώης, δραπέτευσε για να πετάξει ψηλά εκεί όπου τον περιμένουν οι παλιοί του φίλοι, τον αποχωρισμό των οποίων δεν κατάφερε να συνηθίσει και τόσο πολύ. Πάντα τούς μνημόνευε και πάντα αναπολούσε τις επίγειες συναναστροφές μαζί τους. Πονούσε γιατί δεν τούς έβλεπε στα στέκια της πόλης να τούς πειράξει και να τον πειράξουν, να αστειευτούν, να αναλύσουν τα επιγενόμενα της πολιτικής, να οργανωθούν, να δώσουν το ραντεβού τους στους δρόμους των αγώνων.
Με τους περισσότερους που χάθηκαν αλλά παραμένουν ολοζώντανοι στη μνήμη μας βρέθηκαν στην ίδια πλευρά της πολιτικής ιστορίας, πορεύτηκαν μαζί, πάλεψαν κάτω από την ίδια σημαία για μια δίκαιη και χωρίς διακρίσεις κοινωνία, σήκωσαν τις γροθιές τους ενάντια στο σύστημα εκμετάλλευσης των ανθρώπινων αντοχών, πατώντας επί πτωμάτων για να θησαυρίζουν. Ήταν οι φίλοι και οι παρέες από τη γενιά της μεταπολίτευσης που δεν υπέκυψε στις σειρήνες της ψευδεπίγραφης ευδαιμονίας αλλά ούτε και έπεσε ποτά στην παγίδα των ψεύτικων υποσχέσεων, κρατώντας όρθιο το ανάστημα, χωρίς ποτέ να λιποψυχήσουν. Ήταν πάντοτε δίπλα στους φτωχούς, στους κατατρεγμένους, στους αδύναμους.
Η παρέα αυτή, αλλά και πολλοί άλλοι που μένουν πίσω έγραψαν και γράφουν τη δική τους ιστορία. Δεν ξεχνούμε τον Τάσο Σταυρούλα, τον Βασίλη Γιολδάση, τον Δημήτρη Γρέβια, τον Βαγγέλη Τριαντάφυλλο, τον Στέφανο Παπακίτσο, τον Χρήστο Σουβλή, τον Γιώργο Ρού- κη, τον Κώστα Γκέτση, τον Κώστα Λώλο, τον Μάξιμο Μπόλα, την Βιολέτα Λάμπρου. Αυτούς πάει να συναντήσει ο φίλος Βασίλης Ζώης που εμείς τουλάχιστον ποτέ δεν είδαμε να εκνευρίζεται και ποτέ να διαρρηγνύει τα ιμάτιά του ακόμα και στα στραβά και ανάποδα. Απεναντίας μάλιστα. Τα διαχειρίζονταν όλα με εγκαρτέρηση και χιούμορ. Πολύ χιούμορ. Ακόμα και την επάρατη νόσο που τον χτύπησε αφαιρώντας τη ζωή στα 71 του χρόνια.
Η φιλία μαζί του οικοδομήθηκε σε πολύ στέρεες βάσεις και στις παρέες μας αποτελούσε κεντρικό πρόσωπο. Περιμέναμε πάντα το σύνθημά του για να ακολουθήσουμε και πάντα ο δρόμος μας οδηγούσε σε στιγμές απ’ αυτές που δύσκολα ξεχνιούνται γιατί εμπεριείχαν παρεΐστικα και πάντως αυθεντικά χαρακτηριστικά. Ως εκ τούτου ο Βασίλης εκτός από βαθύτατα πολιτική προσωπικότητα διακρίνονταν τα μάλα για την κοινωνικότητά του τιμώντας όσο λίγοι την φιλία.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 υπήρξε πρωτοπόρος ως προς την έκφραση της διασκέδασης, η οποία βρήκε το στέκι της στην «παμπ» «Οκτάνα» επί της Β. Κωνσταντίνου. Εκεί μαζευόμασταν, εκεί τα λέγαμε, εκεί ξεφαντώναμε. Τόκανε κι αυτό αλλά δεν κόλλησε. Όταν τού είχαμε πει «θα τα πούμε το βράδυ στην “Οκτάνα”, αντέτεινε: “Ποιά “Οκτάνα”… δεν υπάρχει πια». Ήταν μια απόφαση για την οποία δεν μάς είχε προετοιμάσει. Απλά την πήρε μόνος του για να συνεχίσει την αγαπημένη του δουλειά. Ελαιοχρωματιστής. Ή κα- θώς συνήθιζε να λέει ο ίδιος με χιούμορ «καλλιτέχνης μεγάλων επιφανειών».
Ενταγμένος στα 20 και βάλε στο ΚΚΕ μ-λ ήταν απ’ αυτούς που οραματίστηκε έναν άλλο κόσμο μέσα από την διαρκή επανάσταση με ομοϊδεάτες τον Τάσο Σταυρούλα, τον Δημήτρη Γρέβια, τον Χρήστου Σουβλή, τον Γιώργο Γούκη και άλλους. Θυμόμαστε πως εκείνη την και πολιτικά ρομαντική εποχή σε κάποια μάζωξη, ένας από τους συντρόφους τους είχε προτείνει να νοικιάσουν γραφείο – γιάφκα δίπλα στην αστυνομία ούτως ώστε όταν θα γίνονταν η λαϊκή επανάσταση να βρίσκονται κοντά για να την καταλάβουν… Αξέχαστες εποχές!
Πολύ αργότερα ο Βασίλης Ζώης προσχώρησε στον ΣΥΡΙΖΑ. Όταν έγινε η διάσπαση βρέθηκε στην ΛΑΕ (Λαϊκή Ενότητα) μετέχοντας εκ των έσω σ’ όλες τις τοπικές πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη των αγώνων. Και φυσικά υποψήφιος στα δημοτικά ψηφοδέλτια προσκείμενα σ’ αυτόν τον χώρο. Όπως ακριβώς έγινε και στις πρόσφατες, στις οποίες κατήλθε με την «Ριζοσπαστική Δημοτική Αλλαγή», με επικεφαλής την Βάσω Αμπελογιάννη.
Με τον κοινό μας φίλο και ομοϊδεάτη του Δημήτρη Σταμούλη που τα λέγαμε μετά τον θάνατό του, τού είχε εκμυστηρευτεί όταν χρω- μάτιζε τα γραφεία του συνδυασμού επί της Γ. Μάτσου πως κουράζεται. Η επάρατος είχε εισχωρήσει για τα καλά κάνοντας τις μεταστάσεις της. Ο Βασίλης δεν άλλαξε καμία από τις συνήθειές του. Κοίταξε κατάματα την ασθένεια, την αντιμετώπισε με χιούμορ όπως όλα στη ζωή, η μάχη όμως ήταν άμεση και την αποδέχθηκε. Τον χάσαμε και πλέον ταξιδεύει να συναντήσει τους φίλους και συντρόφους του. Σε δύο παρέες τώρα κοντά. Στην επουράνια και σ’ αυτή που μένει πίσω και που ποτέ δεν θα τον ξεχάσει. Αντίο φίλε.
Βασίλης Παππάς