Σε έντονα συναισθηματικά φορτισμένη ατμόσφαιρα πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Παρασκευής 3 Νοεμβρίου στην πνευματική στέγη του Συλλόγου «Ο ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ» η παρουσίαση των βιβλίων «Τότε που η αγάπη μιλούσε με γράμματα» και «Το σημάδι» των εκδόσεων Αγγελάκη.
Τον πρώτο τίτλο συνυπογράφουν ο Γιάννης Κ. Τσώλης και η Ελένη Β. Μπίκα – Τσώλη, η οποία και αναδείχθηκε πρωταγωνίστρια της βραδιάς παρά την απουσία της από τη ζωή φεύγοντας αναπάντεχα τον Ιούλιο του 2022. Κι αυτό διότι πρόκειται για την έκδοση των ερωτικών γραμμάτων που το ζευγάρι αντάλλασσε από το 1964 έως το 1974, τα οποία δημοσιεύονται αυτούσια αποτελώντας μνημείο του μεγάλου έρωτά τους, ενώ παράλληλα περιγράφουν τη ζωή και την δράση τους στις συνθήκες εκείνης της περιόδου.
Η εκδήλωση αποτέλεσε έναν ύμνο για την Ελένη, καθώς εκτυλίχθηκε στον τόπο καταγωγής της ανάμεσα σε συμπατριώτες, φίλους και συγγενείς του ζευγαριού με αναπόφευκτη την συγκίνηση όλων και κυρίως του συντρόφου της, συγγραφέα, Γιάννη Τσώλη.
Ο δεύτερος τίτλος αφορά το μυθιστόρημα του Γιάννη Τσώλη, που εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2022, χωρίς ωστόσο να έχει παρουσιαστεί στο κοινό της Άρτας λόγω της τραγικής για εκείνον απώλειας. Πρόκειται για μυθιστόρημα που περιγράφει την τύχη ενός απαγορευμένου έρωτα και την πορεία της ζωής των πρωταγωνιστών του, μέσα σε μια πολιτική ταραχώδη εποχή για την Ελλάδα που σημαδεύτηκε από πολέμους, κατοχή, φτώχεια και αντίσταση.
Για το βιβλίο «Το σημάδι» μίλησε η δημοσιογράφος Βίκυ Καινούργιου και για το «Τότε που η αγάπη μιλούσε με γράμματα. Ηθογραφικά Διηγήματα και άλλα…» ο συγγραφέας και φιλόλογος Δημήτρης Βλαχοπάνος, ενώ για την προσωπικότητα της Ελένης Μπίκα και του Γιάννη Τσώλη μίλησε ο Λευτέρης Τζώκας, συγγραφέας και πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών.
Την παρουσίαση τίμησαν μεταξύ άλλων ο βουλευτής Άρτας της ΝΔ Γιώργος Στύλιος και ο νεοεκλεγείς δήμαρχος Νικ. Σκουφά Κώστας Παπασιώζος.
Ο έρωτας, η αξία του και το κόστος του Ή «Τότε που η αγάπη μιλούσε με γράμματα»
Παρέμβαση Δημήτρη Βλαχοπάνου* στην εκδήλωση
Η ερωτική αλληλογραφία του Γιάννη Τσώλη και της Ελένης Μπίκα, σ’ εκείνα τα πέτρινα χρόνια της σκληρής και αδυσώπητης δοκιμασίας, δεν είναι απλά και μόνο ένα τρυφερό και πολύτιμο love story μεταξύ δύο νέων που ζουν την αγάπη τους μιλώντας με γράμματα. Όχι με επιστολές. Η επιστολή είναι κάτι ψυχρό και διαδικαστικό. Είναι ο φάκελος, το χαρτί, το κουτί, ο υπάλληλος, ο ταχυδρόμος. Το γράμμα είναι η ψυχή και η κραυγή της, ο πόνος της, η ανάγκη της, ο καημός της, η αναζήτηση, ο ψίθυρος, η παράκληση, η επιθυμία, το ανεκπλήρωτο, το παράπονο, ο αδύναμος ήχος το πόθου «πόσο θα ’θελα να ’σουν εδώ». Κι όσο κι αν το μαρτύριο τούτο του έρωτα που εκφράζεται με τα γράμματα, συνιστούσε ένα γενικευμένο καθεστώς τω καιρώ εκείνω, έχει την ιδιαίτερη σημασία του, ωστόσο, που η έκδοση ενός βιβλίου με τα γράμματα της αγάπης αποκτά μια ιστορική αξία και προσφέρεται για μιαν αξιολόγηση από άλλη γωνία του καθεστώτος εκείνου.
Μα είναι ένας έρωτας απελπισμένος, μια πορεία στα τοπία της ομίχλης, αλλά και μια βαθιά εσωτερική αγάπη, που μοιάζει να ταλαντεύεται αλλά εντέλει να συμμαχεί με το πείσμα της και να ισορ- ροπεί πάνω στο σύρμα της αγωνίας καταφέρνοντας να σταθεί ορθή ανάμεσα στις σειρήνες της ιδιότυπης εξορία της. Αλλά ο έρωτας, όπως και ο άνθρωπος, δεν είναι μια μεταφυσική έννοια, δεν είναι μια πράξη αυτόνομη κι ένα ξεκομμένο σενάριο επιστημονικής φαντασίας για ταινία. Είναι μια πραγματικότητα μέσα στη γενικότερη πραγματικότητα. Και υπακούει στους νόμους και τους κανόνες του καιρού και του τόπου του. Μέσα σ’ έναν κόσμο που αλλάζει ολοένα, είναι μια αναγκαιότητα, είναι μια νομοτέλεια ν’ αλλάζουν μαζί του και να συμμορφώνονται προς τας υποδείξεις του οι άνθρωποι και οι πράξεις τους.
Είναι άλλο πράγμα ο έρωτας της Αντιγόνης προς τον Αίμονα, όπως τον περιγράφει ο τραγικός ποιητής Σοφοκλής στο έξοχο έργο του «Αντιγόνη». Η Αντιγόνη και ο Αίμων δεν αντάλλαξαν ερωτικά γράμματα και μηνύματα. Δεν ήπιαν καφέ στο μπαράκι. Δεν περπάτησαν αγκαλιασμένοι κάτω απ’ τα πεύκα. Δεν έκαναν δώρα ο ένας στον άλλον. Δεν κράτησε ο ένας την παλάμη του άλλου στη δική του παλάμη. Είναι άλλο πράγμα ο έρωτας της Αρετούσας και του Ερωτόκριτου, όπως περιγράφεται από τον Βιτσέντζο Κορνάρο. Τα παιδιά δε συναντήθηκαν πρώτα κι ύστερα ερωτεύτηκαν. Ερωτεύτηκαν πρώτα κι ύστερα έδωσαν μάχες ώσπου να συναντηθούν και να μπουν κάτω απ’ τα δεσμά του γάμου. Είναι άλλο πράγμα ο έρωτας στην αρχαία Ελλάδα κι άλλο πράγμα στη νεότερη Ελλάδα. Κι είναι άλλο ο έρωτας της δεκαετίας του ’60 κι άλλο ο έρωτας σήμερα.
Αλλά και σήμερα είναι άλλο ο έρωτας εδώ κι άλλο εκεί. Άλλο στην Ευρώπη κι άλλο στην Ασία. Άλλο στη Δύση κι άλλο στην Ανατολή. Άλλο στο χωριό κι άλλο στην πόλη. Αλλά σε κάθε περίπτωση ο έρωτας, όταν είναι αληθινός, είναι η επανάσταση της ψυχής. Η γλυκιά τυραννία. Ο ιδανικός πόνος. Η αγρύπνια του εγώ μας. Η μάχη της διεκδίκησης. Το φτερούγισμα των λέξεων Κι όποιος δεν τις δοκίμασε και δεν τις ψιθύρισε αυτές τις ανεκτίμητες λέξεις, δεν πέρασε ούτε καν απ’ την αυλή της ζωής, πέρασε απέξω.
Διατρέχοντας τις σελίδες του βιβλίου «Τότε που η αγάπη μιλούσε με γράμματα» και φτάνοντας στο τέλος του, πολλές φορές έκλεισα τα μάτια για να κλείσω και να συνοψίσω εντός μου όλο αυτό το τεράστιο κεφάλαιο του έρωτα, όπως το καταχώρισα ως αναπόσπαστο μέρος της ύπαρξής μου, είτε μέσα από τις προσωπικές μου ιστορίες είτε μέσα από τα διαβάσματά μου. Και εντελώς συνειρμικά αναπήδησαν μπρος στα μάτια της ψυχής μου παλιές μου σκέψεις, που με αναστάτωσαν και με καθοδήγησαν δίνοντας νόημα και περιεχόμενο στην πεζή μου καθημερινότητα.
Τι είναι ο έρωτας; Και πόσοι βάδισαν ανάμεσα στ’ αγκάθια του και στα ρόδα του και πόνεσαν και ράγισαν και νιώσανε πως η ζωή δεν έχει νόημα και σκοπό δίχως αυτόν; Κι αν αποχτήσεις όλα τα αγαθά του κόσμου; Κι αν ταξιδέψεις και χαρείς τις ομορφιές όλης της γης; Κι αν σαν το Μίδα ό,τι πιάνεις γίνεται αμέσως χρυσός και κολυμπάς σε πλούτη αμύθητα και σ’ απολαύσεις και ηδονές κάθε λογής; Όλα μηδέν και τίποτε μπρος σ’ ένα καρδιοχτύπι ερωτικό. Με τι μπορείς την ομορφιά του σώματος να την αλλάξεις; Και τι γλυκύτερο και τι θεϊκότερο από ’να πρόσωπο που σε κοιτάζει ερωτικά και λάμπει απάνω του η αγάπη και ο πόθος της ψυχής του;
Ναι, έχει κόστος ο έρωτας. Που συχνά δεν το σκέφτονται όσοι πέφτουν στα δίχτυα του. Μα το λογαριασμό τον πληρώνουν στο τέλος. Αλλά είναι άλλο η αξία του κι άλλο το κόστος του. Πολύτιμη κάποτε η αξία του και ανεκτίμητη. Που δε συγκρίνεται με το κόστος του. Ποιος ερωτεύτηκε αληθινά και δεν έκανε μεγάλες θυσίες, ποιος αναστέναξε κι έλιωσε μέσα στον άλλον και δεν έμεινε ξάγρυπνος νύχτες και νύχτες, ποιος πλάγιασε με τη σκέψη πως κάποιο πρόσωπο εκείνη την ώρα τον αποζητά και τον θέλει κοντά του και δε χτύπησε δυνατά η καρδιά του, νιώθοντας πως ακούει το χτύπο της και η άλλη καρδιά; Ποιος;
*Ο Δημήτρης Βλαχοπάνος είναι φιλόλογος και συγγραφέας
Λευτέρης Τζόκας για Γιάννη Τσώλη και Ελένη Μπίκα
Και οι δυό σπουδαίοι πνευματικοί άνθρωποι
Η μονογραφία αυτή έχει έντονο πατριωτικό παλμό που χρειάζεται να φανεί σε ανθρώπους συμπατριώτες με έντονο και καλό μνημονικό και είχαν γνωρίσει αυτούς.
Θα ακουσθεί σε μια μερίδα από σύγχρονους, που ευελπιστούμε να αφήσει άριστες εντυπώσεις. Πρωταγωνιστές είναι το ζευγάρι: Γιάννης Κ. Τσώλης από το Νεοχώρι Άρτας και η Ελένη Β. Μπίκα – Τσώλη, από την πόλη της Άρτας.
Συναντήθηκαν σε μια αρμονική ενότητα αγάπης, μάθησης, ιστορίας και τέχνης. Πραγματική η ζωή τους, επική και δραματική, με γνωστά και άγνωστα στοιχεία, πλούσια και συγκλονιστικά, οριακά. Από το 1964 έως το 1974 (δέκα χρόνια) και στη συνέχεια το 2004 με αρχή της εμπνευσμένης γραφής του Γιάννη μέχρι τις μέρες μας. Μέσα στα χρόνια αυτά ανυψώνονται, ο Γιάννης και η Ελένη, στις πραγματικές διαστάσεις, παράλληλα με τις εντυπωσιακές περιγραφές που αναδεικνύονται και αφορούν τις δύο κορυφαίες μορφές και τους αγώνες τους στη διάρκεια. Αποκαλυπτικοί και διαφωτιστικοί γίνονται μέσα από το έργο τους, που τεκμηριώνεται με πλούσιες σημειώσεις και συμ- πληρώνεται, στην αξιοποίηση των Γραμμάτων και της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Και οι δύο είναι σπουδαίοι πνευματικοί άνθρωποι, συγγραφείς, ο Γιάννης Τσώλης, καταξιωμένος και βραβευμένος λογοτέχνης, ποιη- τής, πεζογράφος, μυθιστοριογράφος και ιστορικός, μέλος τριών σωματείων, Εταιρίας και Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και Ιστορικών Συγγραφέων και η Ελένη Μπίκα – Τσώλη, καθηγήτρια φιλόλογος με πλούσιο διδακτικό έργο τριάντα χρόνια και συγγραφέας που ανάλωσε τη ζωή της στη Μάθηση.
ΟΔΗΓΟΥΜΕΘΑ στις μορφές αυτές με σιγουριά και πολύπλευρες διαφωτιστικές προσεγγίσεις από τα γεγονότα των χρόνων και την πορεία τους. Είναι γόνιμοι προβληματισμοί, προσωπικοί και εθνικοί, μέσα από την αγωνία και την αβεβαιότητα της εποχής μας. Πολλαπλοί λόγοι ποικίλλουσας βαρύτητας αλλά και εκφραστικής δύναμης, μέσα από επικαλυπτόμενες αφηγήσεις και αντικρουόμενες μαρτυρίες με τις επιστολές τους που κυκλοφόρησαν το 2023 με τίτλο «Τότε που η αγάπη μιλούσε με γράμματα» από τις εκδόσεις Αγγελάκη, σελίδες 542, ανιχνεύεται ο βίος και η δράση των δύο πρωταγωνιστών.
Μαθητής εκείνος του Β’ κλασικού λυκείου Αρρένων της Άρτας και μαθήτρια του Λυκείου Θηλέων της Άρτας εκείνη μιλούν με γράμματα και διαφαίνεται περίτρανα η αγάπη και το ερωτικό πάθος τους, την περίοδο που εξετάζουμε (1964-1974). Με γνώμονα τη γενναιότητα και την αρετή τους ξεχωρίζουν από το έργο τους και τις πράξεις τους που μοιάζει με μυθιστορηματική βιογραφία.
Κράτησαν τις αναμνήσεις τους στο χαρτί και γίνανε ζευγάρι στη συνέχεια και οι επιστολές τους σήμερα κιτρινισμένες από το χρόνο κρατούν γκόλφι στο στήθος τους. Έχουν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα. Είναι γραμμένες στο πολυτονικό που χρησιμοποιούσαμε στα σχολεία μας τότε, πριν να σαρωθεί από την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που καθιερώθηκε το μονοτονικό (Λευτέρης Βερυβάκης – Βουλή 1982), με σκοπό να απλοποιηθεί η γλώσσα και να απαλλαγούν οι νέοι από τις δυσκολίες της. Δεν είναι μια περίοδος που αντάλλασσαν επιστολές, αλλά χρόνια, Άνοιξες και Χειμώνες, καλοκαίρια και φθινόπωρα, χωρίς σταματημό κάθε μέρα, ιδιαίτερα από την Ελένη που συνέχισε στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και όταν διορίστηκε καθηγήτρια φιλόλογος στην επαρχία. Κράτησαν τα πρωτόγραφα, χωρίς να διορθωθούν και να αλλάξουν μορφή και τυπώθηκαν. Η αναστήλωση του ανέκδοτου και καταχωνιασμένου έργου επί μισό αιώνα αποτελεί άθλο. Οι σωζόμενες επιστολές έχουν αρχειακή αξία για τους ιστορικούς του μέλλοντος που πρέπει να πάρουν τη θέση τους στο Ελληνικό Λογοτεχνικό Ιστορικό Αρχαίο (ΕΛΙΑ) για να εκτιμηθεί δεόντως. Είναι μαρτυρία και καταγραφή με την ενιαία αφήγηση και τον σκελετό τους γιατί καταγράφεται η ιστορία της χώρας μας. Τα συμβάντα μέσα από τη δική τους σκοπιά στην πολυβασανισμένη χώρα μας.
Επιπλέον ο θαυμασμός των δύο ερωτευμένων και οι καθημερινές πράξεις τους, που ο καλός αναγνώστης έχει να μάθει περισσότερα. Μια γεμάτη ιστορία γνώσεων σε όλα τα επίπεδα. Σπάνια σε μονογραφία βρίσκεις τόσο εξαντλητική διερεύνηση της πορείας και της αγάπης τους, με όλα τα συναισθήματα των ανθρώπων. Εν προκειμένω για το ζευγάρι που άφησαν εποχή: Του Γιάννη Κ. Τσώλη και της Ελένης Β. Μπίκα – Τσώλη που έφυγε από τη ζωή αναπάντεχα στις 14 Ιουλίου 2022 και ετάφη στις 18 Ιουλίου 2022 στο Α΄ νεκροταφείο Αθηνών. Όλοι θα τη θυμόμαστε… Θερμά συγχαρητήρια στον φίλο Γιάννη για την έκδοση του έργου στη μνήμη της Ελένης
Ο Λευτέρης Τζόκας είναι συγγραφέας, πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών