Τσακώνικα. Οι άνθρωποι που τα μιλούν είναι οι γλωσσικοί απόγονοι της Αρχαίας Σπάρτης.
Σήμερα μόνο 2.000 από τους 10.000 Τσάκωνες έμειναν να ομιλούν τα τσακώνικα σε 13 πόλεις. Προέρχονται από την δωρική διάλεκτο που ομιλείτο από τους αρχαίους Σπαρτιάτες. Μιλιένται στην περιοχή της Νότιας Κυνουρίας της Αρκαδίας.
Ας δούμε ενδεικτικά κάποιες λέξεις και εκφράσεις για να πάρουμε μια ιδέα:
Τσ’ ές ποίου; = Τι κάνεις;
Εζού κά ένι, αφεγκία ντι = Εγώ καλά είμαι η αφεντιά σου;
Τσ’ έτε ποίντε; = Τι κάνετε;
Καούρ ερέκαμε νιούμου = Καλώς σας βρήκαμε
Ούρα κά, άι α πορεία ντι = Ώρα καλή, λάδι ο δρόμος σου.
Άβα: άλλη
Αβάκα: κρυφά.
Άβαρε: πλούσιος.
Αβασκαίνω: ματιάζω.
Αβάφκιστε: αβάπτιστος.
Αβούκου: λαβώνω.
Αθύτρουτε: αφύτρωτος.
Άθυτε: άσφαχτος.
Αλητέ: ομιλητής.
Αλιόχρα: αγριοαχλάδια.
Ατσεραίνου: μεγαλώνω.
Άτσι: αλάτι.
Βάννε: αρνί.
Βασιοπούα: βασιλοπούλα.
Βιαχτέ: φωνή γιδιού.
Βότσε: σταφύλι.
Βοού: μοσχοβολιά.
Γιάβα: διάβαση.
Γεργούκι: γιαούρτι.
Γρούσσα: γλώσσα.
Δαίσου: καίω.
Δάμα: κόψιμο.
Δειπινώ: δειπνώ.
Έαφο: ελάφι.
Εβάληκα: έβαλα.
Εβζαϊα: διάβασα.
Εβοΐα: βούιξα.
Εβρά: έβρασα.
Έατε: έλατο.
Εκρούκα: ετίναξα.
Ελέβα: εξεφλούδισα.
Ελεία: έκλειφα.
Επενάκα: πέθανα.
Εσονία: Ζέστανα.
Εσινδούκα: ρίζωσα.
Εσίνδα: σύρριζα.
Εψάκα: σκούπισα.
Ζαούτε: φορτωμένος.
Ζαρούκου: ζαρώνω.
Ζαλέχου: διαλέγω.
Ζινίχου: αναμειγνύω.
Θανακίτζια: έξοδα της ταφής.
Θάσσα: θάλασσα.
Θελέ: θόλος.
Θιουθιουρίζω: σφυρίζω.
Θραπία: φράπα.
Θυνιακίζου: θυμιατίζω.
Ιδαΐδι: δαδί.
Ίτσετε: κρατήστε.
Κάγγιουμα: δύση του ηλίου.
Καδέγκου: κλαδεύω.
Καβέα: λούκι της σκεπής.
Κακανασταντε: ανάγωγος.
Καμουκούμενο: καμώνομαι.
Καμπαϊχου: κατεβάζω.
Καμπζί: παιδί.
Καμπότζι: καλαμπόκι.
Κάναλε: σωλήνας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ