Γράφει η Αφέντρα Γ. Μουτζάλη, Επίτιμη έφορος αρχαιοτήτων
«Αντιλαλούν οι φυλακές τ’
Ανάπλι κι ο Γεντί κουλές»
Ζεϊμπέκικο του Μάρκου Βαμβακάρη
Στο σημερινό μας σύντομο άρθρο θα παρουσιάσουμε έναν Γάλλο ρομαντικό, ανθρωπιστή και φιλέλληνα, τον Ιππότη Βενιαμίν Νικόλαο Μαρία Appert, που διέθεσε την περιουσία και τη ζωή του στην ανακούφιση των φυλακισμένων, των αρρώστων και των φτωχών της Ευρώπης του 19ου αιώνα και πέθανε στη Μεθώνη.
Ο Appert γεννήθηκε στο Παρίσι στις 10 Σεπτεμβρίου του έτους 1797, δύο χρόνια πριν από τον Balzac. Τα παιδικά χρόνια του Appert και του Balzac συμπίπτουν με τα δεκαπέντε χρόνια της αυτοκρατορίας του Ναπολέοντα. Σε ηλικία δεκάξι ετών ο Appert ήταν ανθυπασπιστής και δάσκαλος σε στρατιωτική σχολή σχεδίου.
Μετά την πτώση του Ναπολέοντα ο Balzac αφιερώνεται στο μυθιστόρημα και ο Appert σχεδιάζει ένα σύστημα αλληλοδιδακτικών σχολείων στο Βορρά της Γαλλίας. Στη συνέχεια ίδρυσε οκτώ στρατιωτικά αλληλοδιδακτικά σχολεία. Ο στρατηγός Gouvion Saint Gyr τον διόρισε τακτικό καθηγητή για τους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς που διεύθυναν τα αλληλοδιδακτικά σχολεία της Γαλλίας. Ο Appert άρχισε τα μαθήματα του το 1818 και μετά από λίγο διάστημα 100.000 άνδρες έμαθαν γραφή και ανάγνωση στα σχολεία αυτά.
Το 1822 δημοσίευσε μια πραγματεία για τη στοιχειώδη εκπαίδευση των φυλακισμένων, των ορφανών και των εφήβων. Με φροντίδα του Appert εκδίδεται η εφημερίδα των φυλακών και των νοσοκομείων από το 1825 έως το 1833 όπου δημοσιεύει τις εντυπώσεις του από τις διάφορες φυλακές της Γαλλίας. Βρισκόμαστε στην εποχή της παλινόρθωσης των Βουρβόνων και των ευγενών που προσπαθούν να καταπνίξουν τη φωνή της δημοκρατικής Γαλλίας του 1789 και οι φυλακές είναι γεμάτες από επαναστάτες που υπερασπίζονται τα δικαιώματα του ανθρώπου για ισότητα, αδελφοσύνη και δικαιοσύνη.
Τότε ο Appert επισκέπτεται τα κάτεργα του Rochefort και για να δοκιμάσει καλύτερα τις κακουχίες των καταδίκων φόρεσε ο ίδιος για 24 ώρες τις αλυσίδες και τη μπάλα του κατάδικου. Μετά το 1830 διορίζεται γενικός γραμματέας της Εταιρείας της Χριστιανικής Ηθι- κής και θα ζήσει10 χρόνια στην αυλή του Φιλίππου και της Μαρίας των Βουρβόνων. Από το 1836 κ. ε. παρουσιάζει σημαντική συγγραφική παραγωγή. Το 1846 αρχίζει να ταξιδεύει εκτός Γαλλίας. Το πρώτο του ταξίδι θα γίνει στο Βέλγιο για να επισκεφτεί τα φιλανθρωπικά ιδρύματα και τις φυλακές της χώρας του βασιλιά Λεοπόλδου Α’.
Τον επόμενο χρόνο ταξιδεύει στην Πρωσία. Κατά την παραμονή του στο Βερολίνο δημοσιεύει ένα βιβλιαράκι με συμβουλές προς τους φυλακισμένους το οποίο είχε τόση επιτυχία, ώστε οι φυλακισμένοι δεν ήθελαν να το επιστρέψουν στους δεσμοφύλακες. Στο Αμβούργο επισκέπτεται όλες τις φυλακές και τα νοσοκομεία της πόλης και δημοσιεύει έναν τόμο εντυπώσεων. Στο Μόναχο είχε την ικανοποίηση να δεί τις ιδέες και το σύστημα του να εφαρμόζονται στη μεγαλύτερη και παλαιότερη φυλακή της πόλης από έναν άριστο διευθυντή, τον Obermayer, συγγραφέα πολλών έργων ειδικών στα ζητήματα των φυλακών. Συνεχίζει τα ταξίδια του, εξετάζοντας τον πολιτισμό των διαφόρων κρατών, ιδίως ως προς την έκταση της εγκληματικότητας και τον τρόπο που την αντιμετώπιζαν.
Ο Ιππότης Appert περιηγήθηκε την Αυστρία, την Ουγγαρία, την Βοημία και την Λομβαρδία. Διαπίστωσε δημόσιους ραβδισμούς και μαστιγώσεις σε στρατιώτες, χωρικούς και γυναίκες για παραπτώματα που θα έπρεπε να τιμωρηθούν το πολύ με τριήμερη κράτηση. Πολιτικοί κρατούμενοι που πίστευαν στην ανεξαρτησία της πατρίδας τους κρατούνταν στα κελιά τους αλυσοδεμένοι. Επιστρέφοντας ο Ιππότης στη Βιέννη ενημέρωσε τον Αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ¹ για την κατάσταση που επικρατούσε στις φυλακές της επικράτειας του.
Το 1853 ο Appert επισκέπτεται τη Σερβία, τη Μολδαβία και τη Βλαχία. Δύο λεύγες έξω από το Βελιγράδι ο πρίγκηψ Αλέξανδρος έχει ιδρύσει μια πρότυπη αγροτική παροικία φυλακισμένων όπου εφαρμόζεται η μέθοδος του Appert. Ο Ιππότης εντυπωσιάζεται από την εφαρμογή της σε μια τόσο καθυστερημένη χώρα που τότε αποτελούσε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το 1855 επιστρέφει στο Παρίσι και αποφασίζει να επισκεφτεί την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Ρωσία. Στην Κριμαία μαίνεται ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Οι αιχμάλωτοι και οι τραυματίες δεινοπαθούν. Στις 26 Ιουνίου 1855 έρχεται στην Ελλάδα. Έγινε δεκτός από τον Όθωνα² ο οποίος του ζήτησε να κάνει ένα σχέδιο για τις ελληνικές φυλακές και την ανακούφιση των κρατουμένων. Ο Appert ζήτησε να επισκεφτεί, με βασιλική προστασία, τις κυριότερες φυλακές, τα νοσοκομεία και τα σχολεία του Ελληνικού Βασιλείου.
Ο Όθων χορήγησε τη σχετική άδεια. Με τη συνοδεία του ίλαρχου Κουρκουτάκη ο Appert επισκέφτηκε τους στρατώνες. Με εντολή του Μαυροκορδάτου υπουργού εσωτερικών τότε, τον Appert συνόδευσαν στο ταξίδι του ένας δεκανέας και δύο στρατιώτες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατάσταση που επικρατούσε τότε στην Ελλάδα ήταν πολύ άσχημη για τους ταξιδιώτες. Δεν υπήρχαν δρόμοι, πανδοχεία ή εστιατόρια. Η διακίνηση των ταξιδιωτών γινόταν με ζώα. Ο Appert, αν και έμπειρος ταξιδιώτης, ταλαιπωρήθηκε πολύ σε αυτό το ταξίδι. Στην Ελλάδα τότε επικρατούσε φτώχεια και πείνα. Και οι πλούσιοι ακόμα ζούσαν με μεγάλη λιτότητα.
Το πιο συνηθισμένο γεύμα των Ελλήνων, όπως σημειώνει ο Appert, ήταν ένα κομμάτι μαύρο ψωμί, ένα κρεμμύδι, λίγες ελιές και ένα ποτήρι νερό. Το κρασί σπάνιο και το λικέρ άγνωστο. Στην επαρχία κρεβάτια, ρούχα, οικιακά σκεύη, έπιπλα, τα απαραίτητα σε κάθε νοικοκυριό δεν υπήρχαν. Μια ψάθα από σχίνα ή από βούρλα αποτελούσε συχνά το κρεβάτι και το στρώμα μαζί, ενώ για σκεπάσματα χρησιμοποιούσαν ένα τομάρι ή μια άγρια κάπα. Για καθαριότητα δεν μπορεί να γίνει καθόλου λόγος. Η ληστεία μάστιζε απ’ άκρη σε άκρη τον τόπο. Ήταν η εποχή του Νταβέλη. Η περιοδεία του Appert αρχίζει από το Ναύπλιο. Επισκέπτεται όλα τα ιδρύματα με τη βοήθεια των ντόπιων αρχόντων. Από το Ναύπλιο συνέχισε την περιοδεία του στο Άργος, την Τρίπολη, την Καλαμάτα.
Στις 3 Σεπτεμβρίου του έτους 1855 φτάνει στην Μεθώνη. Σε ομιλία του το Δεκέμβριο του ίδιου έτους στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) ο Appert αναφέρει οτι στο Κάστρο της Μεθώνης σχεδιάζει να ιδρύσει την αποικία όλων των φυλακισμένων της Ελλάδας. Σχεδίαζε να εντάξει τους κρατούμενους χωριστά, κατά ηλικίες και εγκλήματα. Το σχέδιο του προέβλεπε αυλές και κήπους για κάθε κατηγορία κρατουμένων. Επίσης μια μεγάλη γεωργική έκταση έξω από το κάστρο προοριζόταν για αγροτικές καλλιέργειες στις οποίες θα εργάζονταν κρατούμενοι. Από τη Μεθώνη έφτασε ο Appert οδικώς στη Πάτρα στις 10 Σεπτεμβρίου του έτους 1855 όπου επισκέφτηκε τις φυλακές στο Κάστρο της πόλης. Στις φυλακές του Ρίου συνάντησε 165 βαρυποινίτες που ζούσαν σε άθλιες συνθήκες. Αξίζει να σημειωθεί ότι την εποχή αυτή και για πολλά χρόνια αργότερα τα κάστρα³ χρησιμοποιούνται κυρίως ως φυλακές κρατουμένων λόγω της σχετικά καλής τους διατήρησης αλλά και της δυσκολίας απόδρασης απ’ αυτά.
Από την Πάτρα ο Appert ταξιδεύει στο Μεσολόγγι όπου τον υποδέχεται ο Πρόξενος της Αγγλίας. Εκεί επισκέφτηκε τα νοσοκομεία και τις φυλακές της πόλης. Αναφέρει οικισμό τσιγγάνων έξω από την πόλη του Μεσολογγίου. Από το Μεσολόγγι ο Appert πηγαίνει στη Ναύπακτο, όπου μας περιγράφει την πό-λη ερειπωμένη, τα καφενεία γεμάτα χαρτοπαίκτες, τις ταβέρνες γεμάτες μπεκρήδες και τους χωρικούς να χάνουν τα χρήματά τους στις λοταρίες.
Από τη Ναύπακτο ο Appert επισκέπτεται τα Σάλωνα (Άμφισσα). Από τα Σάλωνα φτάνει στη Λαμία στις 2 Οκτωβρίου του 1855, έξι λεύγες από τα σύνορα της τότε Ελλάδος. Στη Λαμία διαπιστώνει άθλιες συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων και τρομοκρατία τους από ληστές. Στις φυλακές της Λαμίας υπήρχαν 177 κρατούμενοι από τους οποίους οι 59 ήταν ληστές και 28 συνεργάτες των ληστών. Στη συνέχεια πηγαίνει στη Στυλίδα και από εκεί στη Χαλκίδα, όπου έφτασε στις 10 Οκτωβρίου. Εκεί τον περίμενε ένα πλοίο που έστειλε ο Βασιλεύς Όθων για να τον παραλάβει και να τον μεταφέρει στη Σύρο. Η Σύρος ήταν μια καλοστεκούμενη ελληνική πολιτεία τότε, όπως διηγείται ο Appert και οι κρατούμενοι των φυλακών της είχαν κρεβάτια, στρώματα και ρούχα.
Στις 31 Οκτωβρίου ο Appert επιστρέφει στον Πειραιά. Λίγες μέρες μετά έγινε δεκτός από τον Όθωνα και την Αμαλία στο παλάτι, όπου τους ενημέρωσε για την κατάσταση που επικρατούσε στις φυλακές της Ελλάδος. Υπέβαλε σχετικό προϋπολογισμό σχεδίου για την ανακαίνιση των φυλακών της Ελλάδος το οποίο όμως απορρίφθηκε από την κυβέρνηση για λόγους οικονομικούς. Τότε ο Appert επέστρεψε στη Μεθώνη όπου προσπάθησε ματαίως, με ελάχιστα μέσα να εφαρμόσει το σχέδιό του, εγκαταλείποντας την επιθυμία του να επισκεφθεί τη Ρωσία. Ονειρεύεται την εφαρμογή του σχεδίου του για την αποικία των φυλακισμένων στη Μεθώνη.
Στο τέλος του 1859 επιχειρεί ένα ταξίδι στην Αθήνα για να εξασφαλίσει χρηματοδότηση, αλλά επιστρέφει άπρακτος στη Μεθώνη. Το πάθος του για την φιλανθρωπία τον έχει καταστρέψει οικονομικά. Στη Μεθώνη ο Appert είναι πιά φτωχός, ανήμπορος και γέρος, αλλά απολαμβάνει ακόμα τον σεβασμό της τοπικής κοινωνίας. Κάνει παρέα με το δήμαρχο, εκκλησιάζεται και πίνει τη μαστίχα του με τους ντόπιους στο ρακοπωλείο του Ντερέλα. Χτίζει ένα φτωχικό σπιτάκι στο βουνό της Μεθώνης με εξαιρετική θέα. Στις 12 Μαΐου 1867, ημέρα Παρασκευή και ώρα 11 π. μ. παρουσιάστηκαν στο συμβολαιογράφο της Μεθώνης ο Βενιαμίν Νικόλαος Μαρία Ιππότης Appert και ο Μεθωναίος εμποροκτηματίας Νικόλαος Π. Τορολόπουλος και εζήτησαν την σύνταξη ενός συμβολαίου. Ο δήμαρχος της Μεθώνης έκανε χρέη διερμηνέα.
Σύμφωνα με το συμβόλαιο αυτό ο ιππότης μεταβιβάζει στον Τορολόπουλο:1. Εννέα απαιτήσεις εκ δραχμών 6.113. 2. Το σπιτάκι του στο βουνό. 3. Ένα οικόπεδο και ένα περιβόλι στην συνοικία της Γερανόπολης. 4. Δύο χρυσές ταμπακιέρες, ένα χρυσό δαχτυλίδι με αρχαία πέτρα, διάφορα αργυρά σερβίτσια, ένα χρυσό κοντυλοφόρο, τρεις κρυστάλλινους καθρέφτες, ένα κομό κάρινο και ότι άλλο ένδυμα ή έπιπλο θα βρισκότανε στο σπίτι του την ημέρα του θανάτου του. Όλα αυτά με τον μόνο όρο να πληρώνει ο Τορολόπουλος στον Ιππότη εξήντα δραχμές το μήνα εφ’ όρου ζωής και να του φτιάξει με έξοδά του δίπλα στο σπιτάκι του ένα μαγεριό.
Η διαθήκη αυτή δυσκόλεψε τα τελευταία χρόνια της ζωής του και πιθανόν έγινε και αιτία του βίαιου θανάτου του. Ξένος, γέρος, φτωχός και μόνος, ο ιππότης εγκαταλείπεται από όλους και λοιδορείται από τους κατοίκους της Μεθώνης που τον θεωρούν πια ονειροπαρμένο και τρελό.
Ένα σούρουπο που περπατούσε στο Κάστρο αναπολώντας το σχέδιο του για την αποικία των φυλακών της Ελλάδος, τον πετροβόλησαν βάναυσα τα ατίθασα παιδιά της Μεθώνης. Το γεγονός αυτό γίνεται αιτία να απομονωθεί στο μικρό του σπίτι. Ο ιππότης πεθαίνει στις 18 Ιανουαρίου του 1873 σε ηλικία 76 ετών. Ο θάνατος του προκάλεσε υπόνοιες δολοφονίας όπως προκύπτει από επιστολή των αρχών της Μεθώνης προς τον υποπρόξενο της Γαλλίας Θεόδωρο Μαγγανάρο στη Πύλο.
Αυτή είναι εν συντομία η ζωή, το έργο και το άδοξο τέλος ενός ρομαντικού ανθρωπιστή του 19ου αιώνα με πρωτοποριακές ιδέες για την λειτουργία των σωφρονιστικών ιδρυμάτων της εποχής του.
Σημειώσεις
1. Φραγκίσκος Ιωσήφ Α’ 18 Αυγούστου 1830 – 21 Νοεμβρίου 1916. Υπήρξε ο μακροβιότερος αυτοκράτωρ της Αυστροουγγαρίας.
2. Όθων Α’ Βασιλεύς των Ελλήνων. Δευτερότοκος γιός του Λουδοβίκου Α’ της Βαυαρίας.
3. Τα κάστρα, παλιά οχυρά, δεν εξυπηρετούν πλέον την διεξαγωγή του πολέμου λόγω της προόδου των πυροβόλων όπλων. Έτσι τα παλιά κάστρα αλλάζουν χρήση και μετατρέπονται κατά κανόνα σε φυλακές.
4. Τάκη Δεμοδού, Ο Ιππότης Appert, σ. 47
Βιβλιογραφία
Τάκη Δεμοδού, Ο Ιππότης Appert (1797-1873) Αθήνα, εκδ. Γαλλικού Ινστιτούτου, 1949.