Eνα ξάφνιασμα. Μόνο αυτό. Ούτε μικρό ούτε μεγάλο. Το ξάφνιασμα είναι πάντα ίδιο. Απότομο, δυνατό. Κόβει την ανάσα και ακολουθεί το ρίγος. Σύντομο κι αυτό αλλά διαπεραστικό. Έως τη βάση του αυχένα εκεί που κουμάντο κάνει η ψυχή του ανθρώπου… Ακριβώς όπως το ξαφνικό πέταγμα της κίχλης στην αμφιλύκη.
Τόσο καίρια, δυνατή, διαπεραστική είναι η νέα ποιητική συλλογή του Λάμπρου Μάλλιου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Εντύπωσις» με τίτλο «Κίχλη στην αμφιλύκη». Σε 75 διαφορετικές ποιητικές δημιουργίες, σ’ αυτό του το έργο εμφανίζεται πιο ώριμος, σαφής, τρυφερός αλλά και οξύς, καθώς αγγίζει θέματα, σκέψεις, προβληματισμούς αλλά και το συναίσθημα της «σύγχρονης» όψης της ανθρώπινης ύπαρξης. Η δημοσιογραφική οπτική αποτυπώνεται συνολικά στο έργο του. Η μετανάστευση, η ταχύτητα, η απομάκρυνση, η περιβαλλοντική καταστροφή, ο αποπροσανατολισμός από τα ουσιώδη, η αδιαφορία και πολλά ακόμα ζητήματα πλάθουν ένα καλοζυμωμένο προζύμι που ανασαίνει με μαγιά τις λέξεις ουσιαστικά νοήματα.
Ο ποιητής μας καλεί εξαρχής να «μην χαθούμε σε δρόμους γνωστούς, σε δρόμους περπατημένους. Γιατί όταν συναντηθούμε ξανά δεν θα κοιταχτούμε στα μάτια». Εκτός από την απομόνωση και την λήθη της ιστορίας, όσο την αμφιβολία και την αγωνία του αύριο, πραγματεύεται εξίσου εξαιρετικά την αναζήτηση γαλήνης της ανθρωπότητας ολάκερης απέναντι στις ιλιγγιώδεις ταχύτητες που διαρκώς αναπτύ- σσει καθώς σημειώνει: «Τώρα αυτό που θέλω είναι να γεράσω (…) Απλά θέλω να γεράσω σαν παιδί».
Δεν του διαφεύγει ακόμα και η σαρωτική παγκοσμιοποίηση και το αποτύπωμά της στον κόσμο, όταν υπενθυμίζει «Ερχόμαστε από το μακρινό παρελθόν και πηγαίνουμε στο βαθύ κι άγνωστο μέλλον. Σεβόμενοι τις παραδόσεις ίσως το μέλλον να μην είναι και τόσο άγνωστο».
«Μελαγχολώ» λέει ο ποιητής «όχι για μένα, αλλά για κείνους που δεν βλέπουν τα χρώματα και δεν μυρίζουν το χώμα. Υποτιμημένη η ομορφιά του φθινοπώρου. Στρυμωγμένη ανάμεσα στο απέραντο γαλάζιο του καλοκαιριού και το σκληρό λευκό του χειμώνα» αναδεικνύοντας σε μια μόνο στροφή την απομάκρυνση του ανθρώπου από το φυσικό περιβάλλον και την ταυτόχρονη αδιαφορία γι’ αυτό.
Κυρίαρχη κραυγή στην καταστροφική λογική απέναντι στη μήτρα της ανθρωπότητας, της φύσης αποτελούν τα ποιήματά του «Πλαστικό», «Ουρλιαχτά» και «Ζωή εν τάφω». Ιδιαιτέρως αυτή «Η ζωή εν τάφω» είναι ένα έργο, μια κραυγή ολάκερο. Όχι διαμαρτυρίας. Αγωνίας γιατί «Η ζωή εν τάφω είναι η χαλασμένη χελιδονοφωλιά (…) η άνυδρη άνοιξη (…) τα καμένα σπαρτά και δάση (…) το άχρωμο φθινόπωρο (…) Η ζωή εν τάφω βρίσκεται ήδη στο μέλλον μας».
Η ποίησή του, σε ελεύθερο στίχο, είναι ευθεία βολή. Σπάει κάθε περίβλημα και στοχεύει στην ψυχή του αναγνώστη. Ανείπωτα συναισθήματα και σκέψεις, ακόμα και ανερμήνευτα, αποτυπώνονται σε λίγες γραμμές. Στη «Μελαγχολία των γιορτών» υπενθυμίζει την ουσία της πραγματικής ζωής απέναντι σε ό,τι εικονικό, επίπλαστο και άχρηστο. Την ουσία της ύπαρξης όπως αυτή αποτυπώνεται στην καθαρότητα της παιδικότητας του ανθρώπου. «Δεν θέλω να ξεχάσω τα παιδικά μου χρονιά. Τότε που χωρίς σχεδόν τίποτα είχαμε τα πάντα» λέει και ολοκληρώνει το έργο του. «Στην τωρινή μου μελαγχολία η απάντηση είναι η νιότη μου. Ο άνθρωπος της νιότης που ζει πραγματικά. Μετά είμαστε η ανάμνηση αυτής».
Μπορεί τελικά και να ισχύει αυτό που λέγεται για την τέχνη. Ίσως δηλαδή αυτή να μπορεί να προβλέψει το μέλλον όταν εμείς αδυνατούμε. Μόνο αυτό μπόρεσα να αναλογιστώ, διαβάζοντας την «τροφή των τεράτων» τότε που «γάμος μεγάλος έγινε. Παντ- ρεύτηκε ο ουρανός την κόλαση. Καλεσμένη στο γαμήλιο τραπέζι όλη η πόλη. Χαρούμενοι οι πολίτες της έφαγαν κι ήπιαν. Δεν γνώριζαν ότι με τη λήξη της γαμήλιας τελετής, θα αποκεφαλιστούν για να αποτελέσουν την τροφή στο επόμενο τραπέζι. Στον εορτασμό της γέννησης των τεράτων».
Όμως χαράσσει το γυαλί κι ανοίγει χαραμάδα αισιόδοξη αφιερώνοντας ένα ξεχωριστό έργο στην «Ιδεολογία της αισθη- τι- κής», «θα έρθει στο μέλλον. Μπορεί να αργήσει, αλλά θα έρθει η νέα ιδεολογία. Αυτή που θα προκύψει από την ανάγκη να καλυφθούν οι αποτυχημένες ιδεολογίες. Οι προδομένες (…). Δεν θα χρειαστεί ηγέτης να πάρει στους ώμους του τη νέα ιδεολογία. Η επανάσταση θα γίνει από εκείνους που μένουν άφωνοι μπροστά στο φθινοπωρινό ουράνιο τόξο. Εκείνους που δυστυχούν με τη δυστυχία των άλλων (…)».
Θα μπορούσα να γράψω πολλά ακόμα για κάθε ποίημα της συλλογής, όμως το θεωρώ ανώφελο. Αυτό το «καλογινομένο ψωμί» πρέπει να το φουρνίσει καθένας μόνος του, διαβάζοντάς το όχι μόνο με τα μάτια αλλά με το μυαλό του ανοιχτό και έτοιμος να συναντηθεί με τον εαυτό του. Γιατί… θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία, αλλά και η ειλικρίνεια.
Εύχομαι από καρδιάς να είναι καλοτάξιδο έτσι που να συναντηθούν στις γραμμές του πολλοί αναγνώστες και τότε, Λάμπρο, ίσως να μην στρωθεί το γαμήλιο τραπέζι για την «Τροφή των τεράτων».

Βίκυ Καινούργιου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ