Σήμερα αγαπούλα μου Κυριακή 26 του Μάρτη πήγα πρωί – πρωί στην εκκλησία μας την Παναγίτσα.
Στο δρόμο αγάπη μου μοσχοβολούσαν τα άνθη. Άνθισαν οι νεραντζιές. Θυμήθηκα που έκοβα άνθη από τις νεραντζιές και σου τα πρόσφερα, «έκοψα να σου προσφέρω δύο ανθάκια λεμονιάς και ας ξέρω από τούτα πιο πολύ μοσχοβολάς», σου έλεγα και γελούσες μ’ ένα γέλιο φωτεινό. Έλαμπε το πρόσωπό σου ολόκληρο και τα μάτια σου… αχ αυτά τα μάτια σου πάντα με κοιτούσαν λατρευτικά, σε τέτοιες στιγμές πρόδιδαν την αγάπη σου και μ’ έκανες να νιώθω ευτυχισμένος.
Ναι αγάπη μου, ήλθε η άνοιξη και θυμήθηκα, Λενιώκα μου, τη δική μας άνοιξη του 1964 και όλες τις άνοιξες της άνοιξής μας και της ζωής μας. Τότε που μοσχοβολούσες Αγάπη και ήρθες και με μοσχοβόλησες. Με μύρωσες με την Αγάπη σου και άρχισα να μοσχοβολώ κι εγώ κι έγιναν ένα οι μυρωδιές μας. Τι άρωμα ήταν εκείνο που εκπέμπαμε! Μοσχοβολήθηκε όλη η ζωή μας, Αγάπη μου. Την έχω όλη εκείνη τη μοσχοβολιά Λενιώκα μου, κι ας έφυγες κι ας χάθηκες εκείνο το θανατηφόρο βράδυ της 13ης Ιουλίου. Την έχω και θα την κρατήσω ενθύμιο. Εσύ μου τη χάρισες στις 16 Μαρτίου του 1964. Εκείνο το απόγευμα της Καθαράς Δευτέρας που έμελλε να γίνει η αφετηρία για το ξεκίνημα του ονείρου μας.
Θα την κρατήσω ως τον θάνατό μου την μοσχοβολιά σου που μου μοσχοβόλησε τη ζωή μου. Εσύ ήσουν η άνοιξη, αγάπη μου! Μπου- μπούκι ροδανθού κλειστό ήσουν κι άνοιξες να με μοσχοβολήσεις. Σ’ αγαπώ Ελένη Μπί- κα, σ’ αγαπώ! Και θα σ’ αγαπώ ως την τελευταία μου πνοή, με τ’ όνομά σου στα χείλη μου θα σβήσω.
Συγνώμη αγαπούλα μου, έχω παρασυρθεί από αυτό το υπέροχο, το μεγάλο, το υπέρτατο, το θεϊκό συναίσθημα της αγάπης και το έναυσμα πάλι, όπως πάντα είσαι Εσύ και το ξέρεις και το ’ξερες, σου το ’χα πει πολλές φορές, «Θέλεις να μάθεις την αλήθεια, της έμπνευσής μου την πηγή. Έγινα ποιητής να ξέρεις γιατί μ’ αγάπησες Εσύ».
Λοιπόν, σήμερα στον ψυχικό μου κόσμο συνέβη κάτι σημαντικό. Όταν επέστρεψα από την εκκλησία μετά το πρωινό μου, έριξα μια ματιά σε κάποιες σημειώσεις που είχες γράψει σε διάφορα τετράδια, μπλοκάκια, ημερολόγια τσέπης και βρήκα, μεταξύ των άλλων, και ένα σημείωμα που είχες γραμμένη κάποια προσφώνηση προς τον μαθητή που του παρέδιδες τη Σημαία για την παρέλαση της εθνικής εορτής της 25ης Μαρτίου. Μου άρεσε, αγάπη μου, και χάρηκα πολύ. Έχεις πολύ έργο και δεν μπορώ να το ταξινομήσω. Γιατί το κρατούσες μυστικό και δεν μου το έλεγες;
Θα προσπαθήσω τώρα να σου θυμίσω την προσφώνηση προς τον σημαιοφόρο, τον πρώτο μαθητή του 1ου Λυκείου Χαϊδαρίου: «Σου παραδίδω τη Σημαία του σχολείου μας για την οποία άξια κρίθηκες να φέρεις. Κράτησε, με περηφάνια, ψηλά το σύμβολο του Ελληνισμού και Χριστιανισμού. Συμπυκνώνει και εκφράζει την ιστορία μας, τους αγώνες, τις θυσίες και τα Ολοκαυτώματα των ηρώων με μια υπόσχεση για νέα οράματα στους νέους και για μια Ευρώπη που η καρδιά της θα κτυπά με ελληνικό παλμό».
Λενιώκα μου, με κατέπληξες με αυτή την προσφώνηση! Ήξερα πως είσαι δυνατή στον λόγο από τότε που νέα καθηγήτρια την 28η Οκτωβρίου του 1978 νομίζω, που είχες μιλήσει για το Έπος του 1940 και συνεπαρμένος, από τον τόνο της φωνής σου και τον εθνικό παλμό που μετέδιδες, ο καθηγητής της Μουσικής φώναξε: «Γειά σου Ελληνίδα». Για το σημείωμα αυτό και την προσφώνηση, σε μια συζήτηση που είχα με τον πατέρα Γεώργιο, είπα πως απόρησα για την ενέργειά σου και μου απάντησε: «Η Ελένη ήταν υπεύθυνο άτομο».
Σ’ αγαπώ και σε λατρεύω και σε θαυμάζω όπως τότε που φοιτήτρια μου διηγιόσουν θέματα της επιστήμης σου και μου χάραζες την γραμματική και λογοτεχνική οδό. Σ’ αγαπώ πολύ! Σε σένα χρωστάω τα πάντα! Αν δεν ερχόσουν εσύ την κατάλληλη στιγμή ίσως δεν θα ήμουν τίποτε. Τώρα ό,τι κι αν είμαι σε Σένα το οφείλω Εσύ ήσουν και είσαι η φωτεινή οδός που βάδισα και βαδίζω. Ό,τι όμορφο και ωραίο στη ζωή μου ήσουν και θα είσαι Εσύ, Λενιώκα μου. Αλλά κι εγώ σε λάτρεψα και θα σε λατρεύω και θα σε τιμώ πάντα.
Ήσουν πανάξια τόσο που νιώθω μικρός, πολύ μικρός απέναντί σου. Μόνο, η Αγάπη μου είναι μεγάλη για Σένα ισάξια με τη δική σου. Σε όλα τ’ άλλα ήσουν πολύ μπροστά. Με περνούσες. Πολλά με έμαθες με την αγάπη σου και σε ευγνωμονώ. Εσύ μου τα δίδαξες όλα κι εγώ τα έμαθα. Ένα μόνο δεν μπόρεσα να μάθω – δεν ήμουν τόσο καλός μαθητής – να γελάω όπως Εσύ. Αυτό το γέλιο σου μου λείπει αγάπη μου, μου λείπει. Δεν ξέρω πότε και αν θα γελάσω ποτέ μου όπως ΕΣΥ. Μελωδία ήταν το γέλιο σου, μύρο αναβλύζον από την πηγή της ψυχής σου. Πώς να το μάθω αυτό το δύσκολο μάθημα εγώ; Το μόνο που έχω μάθει από μόνος μου εγώ είναι να Σ’ αγαπώ, Λενιώκα μου, να Σ’ αγαπώ, να Σ’ αγαπώ και πάντα να Σ’ αγαπώ. Αυτό το μάθημα της Αγάπης μου για Σένα είναι γραμμένο στον πίνακα της ψυχής μου με ανεξίτηλα γράμματα και όλη μέρα βλέπω τον πίνακα και διαβάζω το μάθημα. Το έχω μάθει απέξω, αλλά μου αρέσει να κοιτάζω τον πίνακα για να μην κάνω κάποιο λάθος.
Σ’ αγαπώ καρδιά μου, Ο Γιάνκος σου
* Ο Γιάννης Τσώλης είναι συγγραφέας και ποιητής