Γράφει η Αφέντρα Μουτζάλη, Επίτιμη Έφορος Αρχαιοτήτων

“Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ
παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν,
τὴν σπουδὴν μεταθείς,
ἢ φέρε τὰς ὀδύνας”.

Το παρόν σκαλαθυρμάτιον αρχίζει με τα λόγια του André Breton²: “Στην Ελλάδα δεν χρειάζεται να εισαγάγουμε τον σουρρεαλισμό. Η χώρα αυτή είναι από μόνη της σουρρεαλιστική”. Τα παραπάνω λόγια του André Breton προσδιορίζουν την νεοθωμανική μας δημοκρατία, στην οποία το ρουσφέτι, η διαφθορά, η φανφάρα και ο “οχαδελφισμός” καλά κρατούν.
Το χαρακτηριστικό του μεγαλύτερου μέρους της νεοελληνικής κοινωνίας τα τελευταία πενήντα χρόνια, και όχι μόνον, είναι ο ακραίος ατομισμός, η αδιαφορία για τη συλλογικότητα, την παιδεία και την πνευματικότητα. Βεβαίως υπάρχουν και οι φωτεινές εξαιρέσεις, αλλά εμείς μιλάμε για το κυρίως εκλογικό σώμα. Αναλόγου επιπέδου είναι και οι πολιτικοί μας. Η γλώσσα τους μετατρέπεται από όργανο επικοινωνίας σε εργαλείο επιβολής, διαβολής των αντιπάλων και διαβουκόλησης των πάντων. Πρόκειται με άλλα λόγια για ξύλινο λόγο αχαλίνωτης δημοκοπίας, για παραποίηση της γλώσσας και των νοημάτων της αλλά στις μέρες μας και της εικόνας. Ζούμε μια εικονική πραγματικότητα. Παρακολουθούμε έναν τοξικό προεκλογικό λόγο, κενό περιεχομένου. Την πολιτική ως γνωστόν στοιχειοθετεί η επικοινωνία του πολίτη με την πολιτεία και τους πολιτικούς και αντιστρόφως. Η παραποίηση της γλώσσας αποτελεί ένα από τα κυριότερα όπλα των πολιτικών εκείνων που καπηλεύονται την εξουσία που τους δίνει το αξίωμά τους. Μια τέτοια κατάσταση έχει κάθε λόγο να παρεμποδίζει την επικοινωνία και την συνεννόη- ση, αλλοιώνοντας τις πληροφορίες και παραποιώντας τις έννοιες. Έτσι επιτυγχάνεται η απομόνωση του ενός ατόμου από το άλλο, με τρόπο που κάθε άτομο και όλα μαζί, να γίνονται εύκολα θηράματα των κρατούντων. Μ’ αυτό τον τρόπο συντελείται η εξαφάνιση της πραγματικότητας, δηλαδή η εξαπάτηση των ατόμων και του συνόλου ώστε να γίνουν άβου- λα όργανά τους. Παλαιότατη είναι η μέθοδος της παραχάραξης της γλώσσας που “αντί να πληροφορεί, εξαπατά”,³ δημιουργώντας σύγχυση και μια εικονική πραγματικότητα.
Σήμερα διάφοροι πολιτικάντηδες αυτοχαρακτηρίζονται προστάτες της δημοκρατίας και αναθεματίζουν τους αντιπάλους τους ως αυταρχικούς την ώρα ακριβώς που οι ίδιοι εκλιπαρούν την ψήφο κάθε κοινωνικής χαβούζας. Ο πιο εξωφρενικός σουρεαλισμός όμως είναι πως στη διαστροφή της γλώσσας δεν επιδίδονται μόνον οι συντηρητικοί αλλά και πολλοί αυτοαποκαλούμενοι προοδευτικοί. Έτσι και αρκετοί προοδευτικοί κακοποιώντας τη γλώσ- σα ελαχιστοποιούν την επικοινωνία και υποβαθμίζουν την σκέψη και τα προσόντα των πολιτικών τους αντιπάλων.
Το κράτος ισχυρίζεται πως δρα υπέρ του συνόλου, χωρίς αυτό να σημαίνει και πως δρα προς όφελος του. Κάποιοι κρατούντες υπηρετούν με συνέπεια και πάθος τα συμφέροντα των λίγων που πολιτικά εκπροσωπούν. Η κρατική εξουσία στοχεύει στην ομοφωνία των πολιτών, που την επιτυγχάνει με το φιλικό της τύπο, τις τηλεοράσεις και τα φερέφωνα της. Και αν “ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν”⁴ εσύ, εγώ, εμείς οφείλουμε ως πολίτες να αγωνιστούμε για την ολοκλήρωσή της, διότι όπως λέει και ο ποιητής “…θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία”⁵.
Ελευθερία, ανεξαρτησία, απεμπλοκή από το ρουσφέτι και την εξάρτηση, διεκδίκηση μιας καλύτερης ζωής για μας, την κοινωνία και τον τόπο μας. Ο λαός δεν είναι αμέτοχος ευθυνών για την κρατούσα κατάσταση και την συντηρεί με πολλούς τρόπους. Βολεύεται ενίοτε από τους “βολευτάς” και όταν ξεσπάσει το κακό, χτυπάει το κεφάλι του. Η σιδηροδρομική τραγωδία στα Τέμπη χαρτογραφεί την κακοδαιμονία και τις παθογένειες του ελληνικού κράτους από καταβολής του. Η τραγωδία ας γίνει αιτία αγώνα για αλλαγή. Η αλλαγή όμως προϋποθέτει αγώνα, υπευθυνότητα, παιδεία, και εντιμότητα. Η αλλαγή των συνθηκών επιτυγχάνεται με αλλαγή νοοτροπίας και οι νοοτροπίες αλλάζουν αργά, σ’ ένα σύστημα αυταρχικό, σάπιο και διεφθαρμένο.
Είναι κοινότατος τόπος ο τρόπος με τον οποίο η πολιτεία αντιμετωπίζει την παιδεία στη χώρα μας, σαν πρατήριο παροχής άγονων γνώσεων και όχι σαν άσκηση της κρίσης και του λόγου, σαν εκκολαπτήριο ημιμαθών και προπάντων, απαθών και πειθήνιων ατόμων.
Η δημοκρατία αναμφιβόλως είναι το καλύτερο πολίτευμα, αλλά και το δυσκολότερο διότι ισορροπεί ανάμεσα στον αυταρχισμό, την αναρχία και το χάος. Η ποιότητά της όμως εξαρτάται από την ποιότητα των πολιτικών και των πολιτών. Η πολιτική μας κουζίνα όμως μαγειρεύει με μπαγιάτικα και σάπια υλικά, επικίνδυνα για την υγεία της δημοκρατίας μας. Αμάν πολιτικάντηδες! Τόσο στρεβλό λόγο, πώς να τον αντέξει το ταλαίπωρο εκλογικό σώμα; Θα βουλιάξει το καράβι και θα μας κλαίνε όλους μαζί οι ρέγγες.
Αναμφισβήτητα υπάρχουν δύο Ελλάδες. Στις μέρες μας οι συνετοί, οι δίκαιοι και οι αξιόλογοι δεν ασχολούνται με την πολιτική. Υπάρχουν στις μέρες μας και υπέροχοι Έλληνες που όμως βρίσκονται στο περιθώριο της επικαιρότητας, διότι ελάχιστα προβάλλονται από τα ΜΜΕ ή κανείς δεν ασχολείται μ’ αυτούς. Τα τελευταία χρόνια δεν έχω ακούσει κανένα κόμμα να κάνει αυτοκριτική σε βάθος για τα προβλήματα του ελληνικού κράτους και της ελληνικής κοινωνίας ή να παράγει πολιτική επίλυσής τους.
Οι κυβερνώντες περιορίζονται στην διαχείριση και σε επικοινωνιακές φανφάρες. Δεν διδασκόμαστε από τα λάθη μας. Και εδώ θα χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Άρθουρ Κέσλερ: “Τίποτα δεν είναι πιο θλιβερό από το θάνατο μιας αυταπάτης”. Η αυταπάτη στην προκειμένη περίπτωση είναι η δημοκρατία μας κουτσουρεμένη από τους πολιτικούς.
Ο οχαδελφισμός και η αδιαφορία χαρακτηρίζουν μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας. Τις τελευταίες μέρες με αφορμή την τραγωδία των Τεμπών, μια οργισμένη απογοήτευση πλανιέται πάνω από τη χώρα. Νέες και νέοι οργίζονται, διαμαρτύρονται, διαδηλώνουν. Πολίτες εγκαταλείπουν το λήθαργο της απραξίας, αφυπνίζονται και κατεβαίνουν στους δρόμους. Νέοι, γέροι και παιδιά διαμαρτύρονται για την ποιότητα του κράτους. Μας αρέσει το κράτος αυτό;
Το πολιτικό μας προσωπικό σχολιάζει την ποιότητα του κράτους λες και δεν έχει ευθύνη για τα χάλια του. Για την κατάντια του κράτους όμως κανείς απ’ αυτούς που κυβέρνησαν δεν νοιώθει υπεύθυνος. Στην Ελλάδα οι νόμοι καθίστανται ανενεργοί. Οι νομοταγείς πολίτες αισθάνονται περιθωριακοί. Οι πάσης φύσεως παρανομούντες κομπάζουν ατιμώρητοι. Η φοροδιαφυγή ευδοκιμεί στην χώρα μας.
Οι μόνοι που φορολογούνται ουσιαστικά στη χώρα μας είναι τα συνήθη υποζύγια, δηλαδή οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, που αισθάνονται ηλίθιοι. Την εποχή που γίνονται διαστημικά ταξίδια, η δικαιοσύνη μας απονέμεται με απελπιστικά αργούς ρυθμούς οδεύοντας με τον αραμπά.
Η δημόσια διοίκηση της χώρας είναι προβληματική, ωστόσο υπάρχουν άριστοι, καλοί και κακοί δημόσιοι υπάλληλοι. Αναρωτιέμαι γιατί δεν συμβαίνει στη δημόσια διοίκηση αυτό που γίνεται στα πλοία, να πετάς τη σαβούρα στη θάλασσα, αλλά κάθε ένας που έρχεται στην εξουσία, προσθέτει τη δική του σαβούρα, πάνω στη σαβούρα των προηγούμενων εις βάρος του ωφέλιμου φορτίου.
Ταύτα και μένω, σας χαιρετώ ως στρουθίον οργισμένον.
Πάτρα 23/03/2023

Σημειώσεις
1. Παλατινή Ανθολογία, επίγραμμα Χ 72 του Παλλαδά που έζησε από το τέλος του 4ου ως τις αρχές του 5ου αιώνα μΧ. Ο Παλλαδάς γεννήθηκε στη Χαλκίδα και έζησε στην Αλεξάνδρεια. Σε ελεύθερη μετάφραση το επίγραμμα που προτάξαμε σημαίνει: “Όλη μας η ζωή είναι μια σκηνή θεάτρου και ένα παιγνίδι ή μάθε να παίζεις χωρίς άγχος ή υπόφερε”.
2. André Breton (1896-1966) για όποιο θέλει κάτι περισσότερο για το σουρεαλισμό βλ. Patrick Waldberg, Surrealism, εκδ. Thames and Hudson, London 1965.
3. Noam Chomsky, Language and mind, Ν. Υόρκη 1961, σελίδα 105.
4. Μιχάλης Κατσαρός από το ποίημα Η διαθήκη μου της συλλογής “Κατά σαδδουκαίων”.
5. Ανδρέα Κάλβου “Εις Σάμον” Ωδαί, εκδ. Ίκαρος.

Λεξιλόγιο
1. διαβουκολώ: παραπλανώ με ψεύτικες ελπίδες, εξαπατώ.
2. Οχαδερφισμός (ο): έκφραση που σημαίνει ευθυνοφοβία, παθητική στάση, αδιαφορία και αναλγησία ως προς τα γενικότερα προβλήματα.
3. Ρουσφέτι (το), τουρκ. rϋsvet, χαριστική παροχή εκ μέρους υπουργών ή βουλευτών σε κομματικούς οπαδούς ή φίλους ή γνωστούς, οποιαδήποτε χαριστική πράξη ή εκδούλευση. Ρουσφέτι (το) αρχική σημασία δωροδοκία, τουρκ. rϋsvet, που προέρχεται από το αραβ. riswat. Είναι γνωστό ότι η πρακτική του ρουσφετιού στην πολιτική ζωή των νεοελλήνων, είναι πολύ παλιά και ισχυρή. Από την αρχική έννοια της δωροδοκίας το ρουσφέτι έφτασε στις μέρες μας να σημαίνει την εξυπηρέτηση που ζητεί ο πολίτης από πολιτικό ή αξιωματούχο της διοίκησης. Το ρουσφέτι εξελίχθηκε σε λαϊκό εκφραστικό όρο, που δηλώνει εμφατικά, μια παθολογική πρακτική του δημόσιου βίου μας, την εξυπηρέτηση που επιζητεί ο πολίτης με αντάλλαγμα την ψήφο του.
4. Στρουθίον (το): το σπουργίτι.
5. Φανφάρα (η) μεταφορικά ο λόγος που χαρακτηρίζεται από πομπώδη μεγαλοστομία. Πρβλ ιταλ. Fanfara.
6. Φερέφωνο (το): το πρόσωπο που εκφράζει τις απόψεις άλλου, που μιλά και δρα σύμφωνα με τις επιθυμίες άλλου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ