Στα Ελληνόφωνα χωριά των Γκραικάνων της Καλαβρίας σώζεται μια παρολογή, αντίστοιχη με αυτή του Γιοφυριού της Άρτας. Η διαφορά είναι πως εδώ δεν χτίζουν γέφυρα αλλά μια εκκλησία.
Το γεγονός διαδραματίζεται στην πόλη Όρια της Απουλίας. Η Όρια είναι η αρχαία Ιλλυρική αποικία των Μεσσαπίων Ύρια, η οποία στα Λατινικά έγινε Uria και στον μεσαίωνα Όρια. Και εδώ ο πρωτομάστορας με εικοσιτρείς μαθητάδες προσπαθεί να στήσει την εκκλησία της Όρια. Και στην περίπτωση αυτή όλη τη μέρα χτίζανε και τη νύχτα γκρεμίζονταν. Και εδώ το πουλάκι μεταφέρει την κακή είδηση πως για να στηθεί η εκκλησία πρέπει να θυσιαστεί άνθρωπος. Και δω έχουμε πάλι διαφορά με το γιοφύρι της Άρτας.
Το πουλί ζητά εδώ την θυσία ενός παιδιού. Όχι όμως οποιουδήποτε παιδιού, αλλά το παι-δί του Πρωτομάστορα. Αυτός πηγαίνει σπίτι και παίρνει το παιδί, το φέρνει στο εργοτάξιο, το πετάνε μέσα και αρχίζουν το χτίσιμο. Το παιδάκι μάταια ζητά από τον πατέ- ρα, τον Χριστό και τους Αγίους, την βοήθεια τους.
Όταν η μητέρα γυρίζει το βράδυ στο σπίτι αναζητά τον γιό της και ο πατέρας λέει πως κάπου πήγε και δεν γύρισε. Η μάνα παίρνει τους δρόμους, λαγκάδια, πηγάδια και τελικά αφού καταλαβαίνει πως το παιδί της χάθηκε, καταριέται την Όρια και ζητά από τον Χριστό την τιμωρία. Αυτός την ακούει και σε λίγο από την Όρια έβγαιναν μόνο καπνοί. Προφανώς έχει να κάνει με την καταστροφή που υπέστη η πόλη από τους Σαρακηνούς τρείς φορές.
Παρουσιάζω εδώ από το τεράστιο έργο του Σπύρου Μαντά την αρχή του ποιήματος και στο τέλος την κατάρα, στην ελληνόφωνη γλώσσα των Γκραικάνων (διάλεκτος Καλαβρίας, τα Γκρίκο είναι στο Σαλέντο της Απουλίας) και σε μετάφραση:
sarantapente mastori
ce cositria pedia
sa Oria ipolemune
na stasione aclisia
Σαρανταπέντε μάστοροι
τσι εικοσιτριά παιδία
στην Όρια πολεμούσανε
να φτιάξουνε εκκλησία
ma i tixi pou i staziane
sto simberi dromeni
sto avro oli i vriscatio
cimesa pesomeni
Μα οι τοίχοι που εστιάζανε
στο σήμερα ιδρωμένοι
στο αύριο τους εβρίσκανε
στο χώμα να΄ ν πεσμένοι
Και κλείνει το ποίημα με την κατάρα της μάνας και την εκδίκηση της με την βοήθεια του Χριστού
Ce pvw annati o somma mu
is clama ce is ponesi
itu na annazi i Oria
ce panta na canissi
Όπως με καεί το σώμα μου
στους πόνους πως δακρύζει
να καίγεται η Όρια
για πάντα να καπνίζει
Ce o Xristos tin icuse
ce simberi annorizi
a‘tt‘ a macria to Oria
jaiti panta cannilzi
Τσαί ο Χριστός την ακούει την
απο μακρια που φαίνεται
η Όρια ξεχωρίζει
τι πάντα θα καπνίζει
Πηγή κειμένου: Σπύρος Μαντάς, Γεφυρογραφία της Πίνδου, τόμος Ε, «Του Γιοφυριού της Άρτας»